365 μέρες είναι αυτές τον χρόνο και τις περισσότερες τις περνάμε παρέα με τη ρουτίνα μας, δουλεύοντας και κάνοντας το καλύτερο που μπορούμε –ίσως μάλιστα και πολύ περισσότερο– ώστε να αφοσιωθούμε στους πολλαπλούς ρόλους τους οποίους καλούμαστε να αντεπεξέλθουμε καθημερινά -της δουλειάς μας, της οικογένειάς μας, των φίλων μας.

Κάπου εκεί, μέσα σε όλα αυτά, προσπαθούμε να χωρέσουμε και λίγο προσωπικό χρόνο για εμάς, να κάνουμε όλα αυτά που μας ευχαριστούν, ένα καφεδάκι με το κολλητάρι μας, να διαβάσουμε το αγαπημένο μας βιβλίο, να συμμετέχουμε στις αγαπημένες μας αθλητικές δραστηριότητες. Και το μόνο που μετά από ένα διάστημα συνεχούς πίεσης σκεφτόμαστε είναι ότι θέλουμε διακοπές, έστω και για δύο ημέρες. Μια παύση γιατί την έχουμε ανάγκη, γιατί θέλουμε να ξεφύγουμε.

Τίποτα δε συγκρίνεται με αυτή τη γλυκιά αναμονή όταν περιμένουμε να πάρουμε την άδειά μας για τις καλοκαιρινές μας διακοπές, ή να κλείσουμε ένα τετραήμερο, για παράδειγμα, σε ένα χειμερινό χιονισμένο θέρετρο. Η αλήθεια είναι πως η αντίστροφη μέτρηση για μια τέτοια εξόρμηση μπορεί να μας κάνει να πετάμε στη δουλειά και στην καθημερινότητά μας. Ακόμα, όμως, κι αν ξέρουμε πως θα φύγουμε Παρασκευή απογευματάκι και θα γυρίσουμε Κυριακή, μόνο το ότι θα αλλάξουμε παραστάσεις, η σκέψη ότι η απόδρασή μας θα μας προσφέρει μερικές τζούρες κι εικόνες από θάλασσα, βουνό, φύση ή κι όλα αυτά μαζί και θα εισπνεύσουμε οξυγόνο, κάνει την καρδιά μας να πεταρίζει.

Το παράδοξο εδώ είναι πως, ενώ ανυπομονούμε, κάθε φορά που φεύγουμε, αμέσως μετά νιώθουμε μια ακατανίκητη ανάγκη να επιστρέψουμε σπίτι μας, ειδικότερα αν έχουμε διανύσει πολλές ημέρες εκτός της βάσης μας. Είναι άραγε η συνήθεια; Είναι η θαλπωρή του προσωπικού μας χώρου; Μήπως μας λείπει το οικείο περιβάλλον κι ίσως ακόμα κι οι μυρωδιές του; Ίσως να ‘ναι όλα μαζί.

Από τη μία πλευρά γνωρίζουμε πολύ καλά πως, παρ’ όλη την κούρασή μας, θα ανταμειφτούμε με αυτό το πολυπόθητο ταξίδι, είτε το συνδυάσουμε μαζί με φίλους, είτε με τον σύντροφό μας, είτε με την οικογένειά μας. Είναι μια μικρή ανανέωση για εμάς και ξέρουμε πως την έχουμε ανάγκη. Θα γεμίσουμε τις μπαταρίες μας. Ονειρευόμαστε, λοιπόν, τις μίνι ή τις μεγάλες διακοπές μας, τα στενάκια που θα βγάλουμε φωτογραφίες, τα γεμάτα με λουλούδια δάση, τις γραφικές πλατείες με τα μεγάλα πλατάνια και τις βελανιδιές όπου θα απολαύσουμε το καφεδάκι μας. Στην ηρεμία ενός χωριού με λιγοστούς κατοίκους ή εναλλακτικά θα χαρούμε τις επιλογές που μας προσφέρουν μεγάλα αστικά κέντρα, μουσεία, ψυχαγωγία κι αξιοθέατα.

Απ’ την άλλη, όμως, όσο καλά κι αν περάσουμε όπου κι αν πάμε, τίποτα δε συγκρίνεται με τη θαλπωρή του σπιτιού, τη νοσταλγία του να γυρίσεις πίσω, εκεί που νιώθεις πως ανήκεις, να κρατήσεις την κούπα με το καφεδάκι σου στα χέρια σου, να γευτείς σπιτικό φαγητό, να κάτσεις στον καναπέ με κλειστά τα φώτα να δεις τις σειρές σου με μια γαβάθα ποπ κορν. Να ανάψεις τα κεριά σου και να πιείτε με τον σύντροφό σου ένα ποτήρι κρασί, να χαθείτε σε αγκαλιές, να απολαύσετε εξομολογητικές συζητήσεις με ψιθυριστές φωνές, ανάμεσα σε τρυφεράδες, χάδια και φιλιά.

Να περπατάς ξυπόλητος ή με τις κάλτσες, να φοράς τις φόρμες ή τις πιτζάμες σου, να μη σε νοιάζει πώς δείχνεις, να μην έχεις γύρω σου κανένα ή μόνο τους κολλητούς σου. Να μπεις στην κουζίνα και να κάνεις πειράματα ή να μη σηκωθείς καν απ’ το κρεβάτι. Να χωθείς κάτω απ’ το πάπλωμα και να πατήσεις σίγαση σε όλα. Να αφουγκραστείς τους γνώριμους ήχους της γειτονιάς σου, ή να νιώσεις την ηρεμία του σπιτιού σου.

Ένα ταξίδι είναι ό,τι χρειαζόμαστε κατά καιρούς για να ξεφεύγουμε απ’ τη ρουτίνα μας, να πάρουμε δυνάμεις, να ξεκουραστούμε. Κάπου στο βάθος ευχόμαστε τέτοιες στιγμές να κρατούσανε για πολύ, αλλά, στην πράξη, ακόμα και στο πιο εξωτικό μέρος να βρεθούμε, δεν αργούμε να συνειδητοποιήσουμε πόσο πολύ μας έχει λείψει η βάση μας και πόσο θέλουμε να επιτρέψουμε σε αυτήν. Δεν είναι μόνο η ασφάλεια της συνήθειας, είναι που είσαι ο εαυτός σου μέσα στο σπίτι σου. Οι ανέσεις σου, οι κανόνες σου, η αισθητική σου και το πρόγραμμά σου, η καθημερινότητά σου όπως την έφτιαξες.

Δεν είναι περίεργο να θέλεις τόσο πολύ να ξεφύγεις απ’ τα τετριμμένα, αλλά συνάμα να είναι αυτά που τελικά αποζητάς; Και να θέλεις τόσο πολύ να επιστρέψεις σε αυτά. Στον μικρόκοσμο του σπιτιού σου, όπου μόνο εκεί νιώθεις εσύ. Είναι ο δικός σου αγαπημένος χώρος, που αισθάνεσαι ότι ανήκεις. Είναι θαλπωρή και ζεστασιά. Εκεί που αφήνεις τον εαυτό σου να κουρνιάσει.

Το πιο όμορφο μέρος στον κόσμο δε συγκρίνεται με την ανακούφιση όταν επιστρέφεις μετά από καιρό στο σπίτι σου. Ίσως, τελικά, να αποζητάμε ό,τι μας είναι οικείο στη ζωή μας. Κανείς μας δε αμφιβάλλει∙ ωραία κι υπέροχα τα ταξίδια αλλά πάντα θα επιστρέφεις εκεί που φωλιάζει η καρδιά σου.

 

Συντάκτης: Βασιλική Ασλόγλου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη