Έφτασε και σήμερα εκείνη η ώρα. Η ώρα που θα τοποθετήσεις το κουρασμένο σου κορμί, ύστερα από ένα καυτό μπάνιο και μια κουραστική μέρα, στο κρεβάτι για να φορτίσει τις μπαταρίες του. Κλείνεις τα μάτια σου, ηρεμείς την αναπνοή σου. Επιτέλους μπορείς να ξεκουράσεις σώμα και μυαλό. Κι αυτή είναι η τέλεια στιγμή που επιλέγει ο εγκέφαλός σου να υπερλειτουργήσει και να σου κάνει ένα μικρό review όλων των αναμνήσεων που προσπαθείς τόσο καιρό να διαγράψεις.
Είναι η τέλεια στιγμή, πραγματικά πρόκειται για την καλύτερη ευκαιρία που του δίνεται κατά τη διάρκεια της ημέρας σου. Γιατί στην προσπάθειά σου να μην αναπολείς στιγμές, που δε θα ξαναγυρίσουν, έχεις γεμίσει ασφυκτικά το πρόγραμμά σου. Έτσι στενεύεις τα περιθώρια στο ακατάστατο μυαλό να κόβει βόλτες δεξιά κι αριστερά. Τώρα όμως είσαι πιο ευάλωτος από ποτέ.
Σε έπιασαν στον ύπνο, που λένε. Μειωμένες οι άμυνες και το παιχνίδι ξεκινάει. Κάθε ανάμνηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με ένα συναίσθημα –καλό ή κακό, γλυκό ή πικρό–, γι’ αυτό είναι κι ο πρώτος εχθρός με τον οποίο έρχεσαι αντιμέτωπος. Κυρίως νοσταλγία που συνοδεύεται από πόνο ή χαρά, ανάλογα με το κατά πόσο η ανάμνηση αυτή ανήκει στο κουτάκι με τις όμορφες ή με τις άσχημες.
Γιατί, ξέρεις, το μυαλό μας είναι γεμάτο κουτάκια. Μπορείς να το παρομοιάσεις με μια τεράστια αποθήκη, με αμέτρητους διαδρόμους. Σε κάθε διάδρομο αποθηκεύει κανείς σε μικρά κουτιά τα πάντα. Κυριολεκτικά τα πάντα. Κι από εκεί και πέρα επιλέγει –όσο του επιτρέπει το υποσυνείδητο– τι θα επαναφέρει στη μνήμη και τι όχι.
Τη δεδομένη στιγμή, το μυαλό σου παίζει ξανά και ξανά –σαν τραγούδι που έχει πατηθεί κατά λάθος το repeat– την ίδια ανάμνηση. Και δεν το αντέχεις, πραγματικά δεν το μπορείς. Και το χειρότερο; Δεν μπορείς να βρεις πουθενά αυτό το καταραμένο το κουμπί για να την κλείσεις ή έστω να την παγώσεις για λίγο. Θέλεις όσο τίποτα να το σταματήσεις κι όχι μόνο για σήμερα αλλά για κάθε βράδυ από ‘δώ και πέρα που θα θες να χαλαρώσεις ψυχή και σώμα.
Φαντάζει αδύνατο –ίσως τρομερά δύσκολο- να βάλεις ένα τέλος σε αυτό εφόσον έδωσες το οκ για να ξεκινήσει. Τελικά, όμως, δεν είναι τόσο δύσκολο όσο νομίζεις πως είναι. Όπως ανέφερα προηγουμένως, το μυαλό μοιάζει με μια τεράστια αποθήκη. Γεμάτη κουτιά, γεμάτη δωμάτια, γεμάτη διαδρόμους. Πρέπει να επιλέξεις ένα από αυτά τα δωμάτια και να το ονομάσεις «δωμάτιο των τσαλακωμένων αναμνήσεων». Σε αυτό το δωμάτιο θα αποθηκεύεις όλες τις αναμνήσεις που δε θα σου κάνουν πια. Τις αναμνήσεις που αν ήταν φωτογραφίες θα τις τσαλάκωνες και θα τις πετούσες με την πρώτη ευκαιρία.
Επειδή, όμως, στην προκειμένη περίπτωση η ύλη απουσιάζει και δεν μπορείς να πάρεις την ικανοποίηση του να τσαλακώνεις, να σκίζεις και να πετάς μια φωτογραφία, πρέπει να βρεις έναν άλλο τρόπο. Δυστυχώς αυτός ο τρόπος απαιτεί να επιτρέψεις στην εκάστοτε ανάμνηση να παίξει μερικές φορές στο μυαλό σου. Να επιτρέψεις στο συναίσθημα που κουβαλάει μαζί της να σε παρασύρει για όσο χρειαστεί. Να συνειδητοποιήσεις πως υπάρχουν ωραίες στιγμές με ωραίους ανθρώπους που ανήκουν πλέον στη δική σου ιστορία. Θα μείνουν ανεξίτηλες στη μνήμη σου; Πιθανόν. Αλλά όταν καταφέρεις να τις χώσεις μέσα στο δωμάτιο που έφτιαξες αποκλειστικά γι’ αυτές δε θα πονάνε πια.
Γι’ αυτό την επόμενη φορά που θα σε στοιχειώσει εκείνη η ανάμνηση, άφησέ τη να παίξει μία φορά. Έπειτα τσαλάκωσέ την όσο καλύτερα μπορείς, γιατί ό,τι επαναλαμβάνεται πολλές φορές κουράζει και πέτα τη μαζί με τις υπόλοιπες στο «δωμάτιο των τσαλακωμένων αναμνήσεων».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη