Είμαι λίγο μαλάκας, μωρέ. Να μου πεις, ποιος δεν είναι; Έχεις δίκιο, αλλά εγώ το πάω στην πιο αφηρημένη έννοια του όρου. Γουστάρω να την μπαίνω στους άλλους, να τους κράζω μέσα στη μάπα τους για τα λάθη τους, τα σωστά τους ή και για πλάκα. Ψάχνω μία αφορμή για να τους τρολάρω και τη βρίσκω εξίσου όταν μου κάνουν το ίδιο. Ε, μην κάνετε καμιά μαλακία, έχω γεννηθεί με νεύρα.
Γουστάρω, ρε αδερφέ, να προκαλώ το γέλιο, στους άλλους. Είναι όλη αυτή η άνεση που έχεις με τους δικούς σου ανθρώπους για να πεις πολλές κουβέντες παραπάνω. Καλά, όχι ότι δεν το κάνω και με αγνώστους, αλλά λέμε τώρα. Είναι η έμφυτη ανάγκη που πηγάζει από μέσα μου και ψάχνει διέξοδο, για να ξεφτιλίσω ένα θέμα συζήτησης και το πρόσωπο, το οποίο το υπερασπίζεται. Το βρίσκω λυτρωτικό το κράξιμο.
Βέβαια, το ξέρουμε όλοι πως πίσω από μια μπηχτή κρύβεται μια σοβαρή άποψη κι αλήθεια. Για να σου δώσω ένα παράδειγμα να καταλάβεις, δεν μπορώ να κάτσω να θεμελιώσω επιχειρήματα και να αναζητήσω με περίσσιο σθένος τη φιλοσοφική απάντηση στο ερώτημα: «Γιατί δε σ’ αρέσει το πιτόγυρο;». Πας καλά, ρε μαλάκα; Σε έβαλα στο σπίτι μου, στην καρδιά μου κι έτσι μου το ξεπληρώνεις; Πληγώνει εμένα και τη μπάκα που με τόσο κόπο και γύρο έχτισα. «Μην τον ακούς, αγάπη μου, είναι άρρωστος αυτός». Εκεί, που δίνω ρέστα είναι στα πολιτικά θέματα. Εντάξει, είναι ήδη μπουρδέλο από μόνα τους, θα μου πεις. Εγώ βάζω κάνα δυο φωτάκια ακόμα, μωρέ.
Στην αντίπερα όχθη, ζουν οι άνθρωποι που δε σηκώνουν μύγα στο σπαθί τους. Απεχθάνονται κάθε είδους αστείο πάνω στα λεγόμενά τους και συζητούν με σοβαροφανές ύφος οποιοδήποτε θέμα. Θίγονται καλέ τα παιδιά, άχου τα. Λοιπόν, σνομπάκια του ξινού νερού είστε χειρότεροι κι από αυτούς που σπαμάρουν όλη μέρα με ειδοποιήσεις απ’ το candy crash. Ε, άντε μου στο διάολο, δεν πήρα και τα χάπια μου σήμερα.
Κάτσε, κάτσε μόλις ξεκίνησα. Τα party animal με τις belvedere, οι φιλόσοφοι και φιλόζωοι του ίντερνετ, οι ποζεροκατακτητές και τα αγαπημένα μου χιπστεροσνομπάκια να κάνουν ένα βήμα μπροστά. Χειροκροτήστε τους, θαυμάστε τη λάμψη τους και στη συνέχεια κλάψτε γιατί δε θα γίνετε ποτέ τόσο καλοί. Είναι αλλού τα παιδιά, ρε, άλλη φάση, αιώνες μπροστά. Πού να κάτσεις εσύ τώρα, με το λιγοστό μυαλό μυαλό που έχεις, να σκεφτείς να γράψεις στο facebook την ατάκα: «Αν δε βλέπεις με τα μάτια της ψυχής, είσαι τυφλός». Το διαβάζω και μένω. Τι είπε ρε ο θεούλης, έμεινα εκεί τρεις ώρες να το κοιτάω μέχρι να το καταλάβω. Μετά πήρα τηλέφωνο την πρώην μου και της είπα να κάνει δήλωση για επίδομα αναπηρίας. Άσε κάτω τη belvedere, ρε μαλάκα, σου ‘φαγε το γκομενάκι ο χιπστεράς με το τσελιγκομούστακο.
Εσάς εκεί πίσω που κρύβεστε, δε σας ξέχασα. Ενός λεπτού σιγή για τα φιλαράκια που έπεσαν μαχόμενοι στο friendzone. Είμαστε μαζί σας αδέρφια, θα σας θυμόμαστε όπως σας αξίζει, ως ήρωες. Μεταξύ μας, όσοι κέρδισαν τη μάχη και το μωράκι πρέπει να τους κάνουμε μνημείο. Δίπλα στο μνημείο του αγνώστου στρατιώτη και το μνημείο του επώνυμου νικητή του friendzone. Επώνυμο, γιατί ένας θα είναι. Βράβευση στο προεδρικό μέγαρο και μετά στο Γκάζι για ποτάκια. Όπα, ήρθαν και τα κορίτσια με τους μαλακομαγνήτες. Αφήστε τους έξω κορίτσια, εδώ μέσα θα βαράνε συνέχεια. Να είδες τώρα, μιλάει η κοπελιά με ένα κινούμενο πορτραίτο. Μαλλιά τατουάζ, φρύδια τατουάζ. Που να τα χτενίζεις τώρα, ρε φίλε, σε καταλαβαίνω, ανέβηκε κι η τιμή στα ζελέ που έβαζες με το τσουβάλι, έφυγαν κι οι emo απ’ τη μόδα.
Μούσια, αδέρφια, αυτή είναι η λύση. Όλο το πρόσωπο πνιγμένο μέσα στη τρίχα, με δυο μάτια να ψιλοφαίνονται, και το υπόλοιπο σώμα ξυρισμένο. Γιατί, αν δε συζητάς με την κοπελιά για την καινούρια κρέμα ποδιών, τι να την κάνεις. Δε θα σε πω πούστη, γιατί θα προσβάλλω τους ομοφυλόφιλους, θα σε ονομάσω «Αγάπη μόνο». Όχι, όχι, μη σηκώνεσαι θα στη φέρω εγώ την πρωτεΐνη. Πόσο είπες; Δύο κουταλιές «θέλω απελπισμένα» μέσα σε ένα ποτήρι με «να γαμήσω»;
Παραλίγο να ξεχάσω τις μοναδικές, τις ανεπανάληπτες, τις φανατικές φεμινίστριες. Έλα να βλέπω το πανό να σηκώνεται: «Μαύρο στους άντρες, μαύρο στα ξυραφάκια, μαύρο στο άσπρο». Τι ξινίλα είναι αυτή, ρε κορίτσια; Ντάξει, σκατά είναι ο κόσμος, αλλά δε φταίνε όλοι οι άντρες για ένα κέρατο που σας έριξε ένας Μπάμπης από κάτι ξεχασμένα κορφοβούνια. Ζήτα συγγνώμη, ρε μαλάκα Μπάμπη, μας έκαψες. Έχετε δίκιο δεν υπάρχει ισότητα. Από αύριο όλες ντύνεστε στα χακί και πάτε στον Έβρο να υπηρετήσετε, θα μας την πέφτετε και θα πετάμε τη χυλόπιτα απ’ το διπλανό χωριό, θα κατουράτε όρθιες και θα μας ανέχεστε όταν έχουμε περίοδο. Όχι, κοπελιά, μισογύνης δεν είμαι. Στη διαφωνία για το ποιος φταίει που φύγαμε απ’ τον παράδεισο είμαι με την Εύα. Απλά, ο Αδάμ δεν άντεχε άλλο την γκρίνια της και το ‘φαγε το μήλο.
Λευτεριά στο τρολ!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη