Οι φίλοι ανέκαθεν έπαιζαν έναν από τους πιο σπουδαίους ρόλους, σ’ όλα τα στάδια της ζωής μας, από την παιδική ηλικία, μέχρι και την παρούσα φάση που ο καθ’ ένας διανύει. Συνέβαλαν, κατά πολύ μάλιστα, στη διαμόρφωση του χαρακτήρα μας, ανέχθηκαν λάθη μας -το ίδιο κι εμείς- μας αποδέχθηκαν μ’ όλα τα στραβά μας, όπως κι εμείς εκείνους, μοιραστήκαμε χιλιάδες αναμνήσεις καλές και μη, εξομολογηθήκαμε έρωτες αμφότεροι, κλάψαμε, γελάσαμε, συγκινηθήκαμε, ξεφτιλιστήκαμε κι η λίστα τείνει στο άπειρο.
Αποτέλεσαν κι αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι στη ζωή μας και γι’ αυτό η επικοινωνία μας ή κι οι συναντήσεις μας μαζί τους είναι πολύ πιο συχνές ακόμα και σε σύγκριση με τον πιο μεγάλο και παθιασμένο έρωτα. Δεν είναι λίγες οι φορές που κάποια σχέση μας ζήλευε κολλητό μας, ανεξαρτήτως φύλου, μόνο και μόνο λόγω της γλυκιάς μας εμμονής μαζί του. Και γιατί να μην είναι έτσι άλλωστε, αφού όντας με φίλους, είμαστε, κατά κοινή ομολογία, ο εαυτός μας, πολύ περισσότερο από κάθε άλλη περίπτωση. Συνιστούν ουσιαστικά μια όαση μέσα στην ξηρασία της ρουτίνας και της καθημερινότητας, μια όμορφη απόδραση από οτιδήποτε μας απασχολεί, μας αγχώνει ή μας πιέζει και τους θεωρούμε μέρος του προσωπικού μας χώρου και χρόνου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους και για ακόμα περισσότερους, είναι καλό -για να μην πω επιτακτική ανάγκη- να υπάρχει ένα τουλάχιστον εβδομαδιαίο ραντεβού με τα κολλητάρια μας, όπως χαρακτηριστικά εφάρμοζαν οι πρωταγωνιστές του «50-50» αλλά και του “Sex and the city”. Δεν έχει σημασία -δε θα έπρεπε τουλάχιστον- η ηλικία ή η οικογενειακή κατάσταση του καθ’ ενός, αρκεί από κοινού να ορισθεί και να τηρηθεί, ο κόσμος να χαλάσει.
Σίγουρα, για να κάνουμε και μια αναδρομή, όντας στην παιδική ηλικία, όλα ήταν πιο εύκολα, αφού η μόνη μας έννοια ήταν να τελειώσουμε τα διαβάσματα βιαστικά, ώστε να ξεχυθούμε στις αλάνες και στους δρόμους για κρυφτό, κυνηγητό, ποδήλατο κι ό, τι άλλο ενέπνεε την παιδική ασίγαστη φαντασία μας. Ακόμα και στην εφηβική ηλικία, όπου οι έγνοιες μας, αν κι ολίγον τι πιο αυξημένες παρέμειναν ίδιες, το ραντεβού με τα φιλαράκια ήταν απαράβατος κανόνας, όμως σε διαφορετικό σκηνικό, αφού πλέον λατρεύαμε τους πολύωρους καφέδες και ν’ αναλύουμε διεξοδικά κάθε καψούρα που τότε μας απασχολούσε. Μας αρκούσε επίσης μια βόλτα, λίγο πιο αργά τα βράδια, η οποία πάντα κατέληγε σ’ ένα παγκάκι ή στο αγαπημένο μας μέρος, να κάνουμε όνειρα για το μέλλον και σοβαρές, στοχαστικές συζητήσεις , οι οποίες ως δια μαγείας οδηγούσαν σε ξεφτιλίκια και γέλια.
Και τα χρόνια περνούν, φτάνοντας στην πρώιμη ενήλικη ζωή, όπου η ανάγκη συνάντησης με τα κολλητάρια μας καίει άσβεστη, αλλά το σκηνικό αλλάζει για μια ακόμα φορά. Έχουμε μπουχτίσει από τους καφέδες-άσε που μεγαλώσαμε κιόλας και τα νεύρα παίζουν ακορντεόν- οπότε ξεκινάμε να καταστρέφουμε το συκώτι, βάζοντας έναν νέο φίλο στην παρέα, το αλκοόλ. Κανονίζουμε βραδιές σε κάποιο κλαμπ, ουζερί, ρεμπετάδικο, βραδιές σε σπίτι με επιτραπέζια και με μόνους παράγοντες, τη φιλία, τη διάθεση και το ποτό. Εξομολογήσεις και συζητήσεις από καρδιάς, ανησυχίες, ελπίδες, όλα ένα κουβάρι, το οποίο μαζί παλεύουμε να ξετυλίξουμε.
Συνεχίζω; Ξεκινούν οι πρώτοι γάμοι και γέννες στην παρέα κι εκεί είναι το κομβικό σημείο που θέλει προσοχή, αφού τότε μειώνεται αρκετά ο προσωπικός χρόνος. Μειώνεται όμως, δεν εξαντλείται και γι’ αυτό πρέπει να πείσει ο καθ’ ένας τον εαυτό του, ότι τα ραντεβού μας, αν και πλέον δεν είναι καθημερινά, οφείλουν να είναι εβδομαδιαία, ό,τι και να συμβεί. Σ’ αυτή τη φάση και για αρκετά χρόνια ίσως, οι σκηνές εξελίσσονται οριακά σε κωμωδία, σε συνοικιακές καφετέριες για να είμαστε κοντά στο σπίτι ώστε να επιστρέψουμε αν χρειαστεί, ή σε κάποιο από τα σπίτια- όπου όμως πρέπει να έχει εκκενωθεί από οποιαδήποτε άλλη μορφή ζωής, πέραν της δικής μας και της παρέας μας. Λίγο πιο σπάνια, θα πετύχουμε να κάνουμε μια γερή έξοδο για ένα ποτό, ένα κρασί ή μια μπίρα βρε αδερφέ, έτσι γιατί το λέει ακόμα η καρδούλα μας, όμως σχεδόν πάντα με το ρολόι στο χέρι, να κάνουμε παραπονάκια για τον έγγαμο βίο, για τον σύντροφο, για τα παιδιά ή τη δουλειά μας και πάντα μα πάντα να καταλήγουμε ν’ αναπολούμε τις ξέγνοιαστες στιγμές της νιότης μας.
Αντέχουμε; Εντάξει, θεωρώ καταλαβαίνετε που λαμβάνει χώρα το εβδομαδιαίο ραντεβού πλέον, είτε σε μια καφετέρια για ελληνικό, γλυκό ή παγωτό είτε σε κάποιο μερακλίδικο μεζεδοπωλείο ή ταβερνάκι και το καλύτερο όλων, στο Κ.Α.Π.Η, με το χαρτάκι μας, το ταβλάκι μας, τις εκδρομούλες μας και τα ωραία μας. Το σνομπάρετε ε; Τώρα! Τότε -και να είμαστε καλά- σαν τον τυφλό το φως του, θ’ αποζητάμε να μαζευτούμε εκεί με την τρελοπαρέα- ναι ακόμα έτσι θα την αποκαλούμε.
Είτε παιδική χαρά λοιπόν, είτε κλαμπ, είτε Κ.Α.Π.Η, το ζητούμενο είναι ένα, να έχουμε τριγύρω τα κολλητάρια μας, για να μπορούμε έστω και στιγμιαία να νιώθουμε, να συμπεριφερόμαστε και να είμαστε και πάλι παιδιά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου