Όπως είπε ο Paulo Coehlo, «ένα παιδί μπορεί να διδάξει σ’ έναν ενήλικα τρία πράγματα, να είναι ευτυχισμένος χωρίς ιδιαίτερο λόγο, να είναι πάντα απασχολημένος με κάτι και να ξέρει ν’ απαιτεί με όλη του τη δύναμη αυτό που θέλει». Ίσως αυτό αποτελεί το τρίπτυχο της ευτυχίας.
Δεν είναι η πρώτη φορά που ακούμε αντίστοιχες φράσεις, ούτε πλέον μας κάνει εντύπωση η συνειδητοποίηση ότι τα παιδιά γνωρίζουν πώς να είναι ευτυχισμένα, συγκριτικά με τους ενήλικες, οι οποίοι κάπου στην πορεία ξεχνούν και χάνουν το νόημα.
Ένα παιδί λοιπόν δεν έχει μεγάλες προσδοκίες κι απαιτήσεις, ούτε αναζητά μανιωδώς την ευτυχία μη γνωρίζοντας τι ακριβώς ψάχνει. Αντιθέτως τη δημιουργεί μόνο του, σε κάθε τόσο δα μικρή στιγμή της ζωής του. Όπου βρεθεί κι όπου σταθεί, θα βρει τον τρόπο να περάσει όμορφα, είτε μόνο του είτε με παρέα. Θα τρέξει με όλη του τη δύναμη, θα γελάσει δυνατά με την ψυχή του, θα χρησιμοποιήσει τη φαντασία του ελεύθερα, μετατρέποντας σε παιχνίδι οτιδήποτε. Αν χρειαστεί να κλάψει για να εκτονώσει τυχόν αρνητικά συναισθήματα θα το κάνει, στιγμιαία όμως, αφού έστω κι ασυνείδητα διαλέγει τελικά τη χαρά και την ευτυχία. Ζει τα πάντα στο έπακρο και καταλήγει να είναι γεμάτο, χορτάτο και πλήρες από συναισθήματα.
Κι όμως αυτή την τόσο απλή μα ουσιαστική λογική, αντί να την εξελίσσουμε και να τη βελτιώνουμε μεγαλώνοντας, την εξαλείφουμε, σαν κάτι άχρηστο. Κυνηγάμε ουτοπικά την ευτυχία μας, μέσω προσδοκιών από τους γύρω μας. Αντί να δημιουργούμε μόνοι μας τις συνθήκες με ό, τι έχουμε, ώστε να περάσουμε όμορφα, γινόμαστε άπληστοι, ζητώντας πάντα το κάτι παραπάνω- υλικό ή κατάσταση. Και κάπου εκεί ξεχνάμε ότι η ευτυχία είναι οπτική γωνία, είναι στιγμές κι ό, τι κρύβεται παντού αρκεί να τη δούμε και να της δώσουμε αξία.
Επίσης, όπως ορθά παρατήρησε ο Paulo Coehlo, ένα παιδί πάντα είναι απασχολημένο, είτε μ’ ένα παιχνίδι, είτε με κάποια διαδικασία την οποία το ίδιο μετέτρεψε σε παιχνίδι, ή με μια δραστηριότητα. Δεν επαναπαύεται ποτέ, είναι περίεργο για όλες τις πληροφορίες και τα ερεθίσματα γύρω του κι αχόρταγα τ’ απορροφά σαν σφουγγάρι. Βλέπετε, ακόμα δεν έχει ποτίσει το μυαλουδάκι του με τη λανθασμένη θεωρία ότι τα έμαθε όλα, ότι έχει φάει τη ζωή με το κουτάλι κι άρα δεν υπάρχει κάτι νέο να το ιντριγκάρει και να του εξάψει τη διάθεση και τη φαντασία. Αυτή είναι κι η παγίδα, στην οποία πέφτουμε μεγαλώνοντας. Ξεχνάμε επιμελώς ότι τη ζωή δε γίνεται να τη μάθεις ή να μπουχτίσεις απ’ αυτή. Παραλείπουμε ότι πάντα κάπου εκεί σε μια ασχολία υπάρχει κάτι νέο ν’ ανακαλύψεις, το οποίο ίσως κιόλας σε εκπλήξει ευχάριστα.
Αυτή η κοντόφθαλμη απόφαση, σε συνδυασμό με τη μανία και την τάση μας να αφηνόμαστε στη δίνη της ρουτίνας και της καθημερινότητας, μας οδηγούν στο να παραμελούμε τον εαυτό μας κι αρκετές δραστηριότητες-από την πιο απλή έως και την πιο σπουδαία. Αντί να γεμίζουμε τη μέρα μας, καταπιανόμενοι με οτιδήποτε μας ευχαριστεί ή δοκιμάζοντας κάτι νέο, προτιμούμε να πνιγόμαστε σε σκέψεις, στην γκρίνια και τη μιζέρια, μη συνειδητοποιώντας ότι όσο απασχολούμαστε με κάτι παύουμε να υπεραναλύουμε άτομα, συνθήκες και καταστάσεις κι αρχίζουμε να χτίζουμε, έστω κι ασυνείδητα, μια διαφορετική πιο θετική οπτική γωνία.
Τέλος, όλοι γνωρίζουμε πόσο πεισματάρικο μπορεί να γίνει ένα παιδί, τη στιγμή που θέλει κάτι. Βάζει κάτι στο μυαλό του και το διεκδικεί ή ακόμα το απαιτεί με όλη του τη δύναμη και με όποιο μέσο διαθέτει, χωρίς να νοιάζεται αν είναι σωστό ή λάθος και χωρίς ν’ αναλώνεται σε σκέψεις τυχόν αρνητικών επιπτώσεων και συνεπειών. Θέλει κάτι και το θέλει τώρα, τόσο απλά.
Τι είναι αυτό που αλλάζει στην πορεία λοιπόν και παύουμε να δείχνουμε το ίδιο πείσμα, την ίδια αποφασιστικότητα, πυγμή και σθένος για όσα λαχταρούμε; Ασφαλώς ο φόβος. Είναι η έννοια του ρίσκου, των αρνητικών επιπτώσεων και συνεπειών, είναι ο τρόμος να μην ξεβολευτούμε από τη φούσκα ασφαλείας, που νομίζουμε πως έχουμε χτίσει γύρω μας, με αποτέλεσμα να δειλιάζουμε, να μην τολμούμε κι άρα να μη διεκδικούμε πολλές φορές αυτό που ποθήσαμε.
Συμπέρασμα; Αντί να ξεχνάμε την παιδικότητά μας, αντί να την καταστρέφουμε μέσα στον φόβο και την εκλογίκευση των πάντων, ας δοκιμάσουμε να την ανακτήσουμε και να την αξιοποιήσουμε όσο περισσότερο μπορούμε και μάλιστα στο πλαίσιο της εμπειρίας που ήδη έχει ο καθένας. Ας βάλουμε καλά στο μυαλό μας ότι δεν είναι λάθος να μεγαλώνουμε, αλλά να εγκαταλείπουμε πίσω όλα όσα μάθαμε ως παιδιά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου