Η οικογένεια ανέκαθεν αποτελούσε -κι εξακολουθεί μέχρι και σήμερα να αποτελεί- τον πιο ισχυρό κοινωνικό δεσμό ενώ έχουν δοθεί αρκετοί ορισμοί για τη σημασία της. Πέρα όμως από κάθε άψυχο κι αυστηρά διατυπωμένο όρο, που κατά καιρούς έχουν αποδοθεί στην παραπάνω λέξη, υπάρχει κι η συναισθηματική διατύπωση, αυτή που δεν είναι ικανή να ορισθεί ακριβώς με λέξεις, παρά μόνο με βάση όσα σου δημιουργεί εντός σου η έννοιά της.
Οικογένεια, λοιπόν σημαίνει -ή τουλάχιστον οφείλει- προέλευση, ρίζες, ιστορία, θαλπωρή, ασφάλεια, αποδοχή, κατανόηση, συναισθηματικό δέσιμο, επικοινωνία, αμοιβαία εκτίμηση και σεβασμός, καταφύγιο, γαλήνη, ευτυχία, εμπιστοσύνη, υποστήριξη και πάνω απ’ όλα αγάπη. Επιπλέον, καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τον χαρακτήρα μας, τη συμπεριφορά μας και την εξέλιξή μας. Όλα τα παραπάνω λοιπόν κι ακόμα περισσότερα, είναι αρκετά κι ικανά να δημιουργήσουν ανάμεσα στα μέλη της, παρά τις όποιες διαφωνίες κι αντιπαραθέσεις, άρρηκτους δεσμούς που οδηγούν στην τάση να προστατεύουν και να στηρίζουν ο ένας τον άλλον, ολοκληρώνοντας έτσι τον ανθρώπινο ορισμό της.
Έτσι λοιπόν, καθ’ ένας από εμάς νιώθει έντονη την ανάγκη και την ευθύνη να προστατεύει τα μέλη της οικογένειάς του όταν κι όποτε μας χρειάζονται. Είτε πρόκειται για κάποιο πρόβλημα υγείας, είτε για ψυχολογικό πρόβλημα, είτε απλώς για μία όχι και τόσο καλή επιλογή κάποιου μέλους, η οποία οδηγεί σε μια προβληματική κατάσταση -όπως κάποιος εθισμός- καλούνται τα υπόλοιπα μέλη να σταθούν βράχοι, έτοιμοι να θυσιάσουν προσωπικό χρόνο κι ενέργεια, αφήνοντας στην άκρη και τη ζωή τους καμιά φορά, για να ξεπεραστεί, όσο περνάει από το χέρι τους, η δυσκολία.
Η παραπάνω τάση, αιτιολογείται από την ανθρώπινη φύση μας, η οποία προστάζει τον καθένα μας να οριοθετεί, να διεκδικεί, να προστατεύει και να στηρίζει οτιδήποτε θεωρεί ότι του ανήκει ή την ομάδα στην οποία νιώθει ότι ανήκει ο ίδιος. Μια ακόμη αιτία της εν λόγω συμπεριφοράς, είναι αυτή που επαρκώς μετουσιώνεται με την ελληνική φράση «είναι αίμα μου και τον πονάω». Αυτή η φράση περιλαμβάνει όλη την ουσία και το νόημα αυτής της τάσης, αφού ουσιαστικά μοιραζόμαστε, με τα μέλη της οικογένειάς μας, αυτό που αποκαλούμε κοινό DNA και συνεπώς κοινή προέλευση, ιστορία και πορεία. Αυτό είναι το ένα κομμάτι αυτής της έκφρασης κι όχι το κυριότερο.
Το δεύτερο και πιο ουσιαστικό είναι το συναισθηματικό, το οποίο ξεπερνάει κάθε ορισμό της όποιας επιστήμης και δεν είναι άλλο από την αγάπη. Αγάπη για τη μητέρα και τον πατέρα που μας γέννησε ή μας μεγάλωσε, αγάπη για τ’ αδέρφια μας που είναι κομμάτι -όπως κι εμείς- των γονιών μας και κατ’ επέκταση δικό μας, αγάπη για τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας, που συνετέλεσαν στην ύπαρξή μας. Δε σταματούν όμως εκεί οι αιτίες, αφού σημαντικό ρόλο σ’ αυτή την προστατευτική συμπεριφορά μας, παίζουν όλα τα βιώματά μας κι οι αναμνήσεις μας που αποκτήσαμε μέσα σ’ αυτήν την κοινωνική ομάδα που ονομάζεται οικογένεια. Χαρές, λύπες, αγωνίες, στιγμές συγκίνησης, δυσκολίες, αναποδιές είναι όλα όσα μας δένουν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη σχέση αποκτήσουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας και καθιστούν αδύνατον να μην παρέχουμε τη βοήθειά μας, όποτε αυτή χρειάζεται.
Αυτό το υπέρμετρο συναισθηματικό δέσιμο βέβαια κι όπως είναι φυσιολογικό καθιστά αδύνατη τη συναισθηματική απεμπλοκή μας από μια τέτοια κατάσταση. Συνδέοντας όλα τα παραπάνω, είναι ανέφικτο κι ουτοπικό να συνεχίζουμε ανέμελοι τη ζωούλα μας, όταν, πιθανόν κάποιος από την οικογένειά μας υποφέρει σωματικά ή ψυχικά, από τη στιγμή μάλιστα που οι ζωές μας περιπλέκονται τόσο έντεχνα. Κι αυτός, είναι ο λόγος που παίρνουμε προσωπικά κάθε πρόβλημα που προκύπτει και συμπάσχουμε σε τέτοιο βαθμό σαν να είναι δικό μας πρόβλημα κι όχι σαν παρατηρητές και συμβουλάτορες. Νιώθουμε μαζί τους τον πόνο και τον υιοθετούμε, πιστεύοντας έτσι ότι θα πετύχουμε να κλέψουμε ένα μέρος του και θα το κουβαλήσουμε εμείς αντί για εκείνο το μέλος που τον υφίσταται.
Κι όσο πιο δύσκολη η όποια συγκυρία, τόσο περισσότερο παλεύουμε κι υποφέρουμε, για να καλύψουμε το κενό που δημιουργεί η αίσθηση ότι δεν μπορούμε να ελέγξουμε, όσα θα θέλαμε, για να είναι η οικογένειά μας καλά, με όλη τη σημασία της λέξης. Αυτό λοιπόν είναι ένα μικρό μέρος του ορισμού της.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου