Μάθαμε ν’ αναλώνουμε τους εαυτούς μας σε ψευδό-εγωισμούς, πείσματα κι αρνήσεις και βαλθήκαμε να παλεύουμε με νύχια και με δόντια για λάθος καταστάσεις και λάθος ανθρώπους. Φανταστείτε, όλη αυτή την επένδυση να την κάναμε σ’ εμάς, να δίναμε τον ίδιο αγώνα, κάθε λεπτό της ημέρας μόνο και μόνο για τη δική μας ευτυχία, πόσο διαφορετική θα ήταν η ζωή μας. Αντ’ αυτού, δυστυχούμε κι υπεύθυνοι είμαστε εμείς και κανείς άλλος. Ο βασικότερος λόγος γι’ αυτό είναι ότι αρνούμαστε ή φοβόμαστε να παραδεχτούμε τις όποιες ήττες μας, σε καθημερινό επίπεδο και σ’ όλους τους τομείς της ζωής μας.
Παλεύουμε, παραδείγματος χάριν, στον εργασιακό μας χώρο, ν’ αποδείξουμε ότι μας αξίζει μια προαγωγή κι αύξηση ή να είμαστε αποδεκτοί από τον εργοδότη μας. Κι όσο δε συμβαίνει κάτι από τα δύο, τόσο περισσότερη ενέργεια καταναλώνουμε, η οποία μεταφράζεται σε περισσότερες ώρες εργασίας αλλά και σε θυμό, επειδή δεν έχουμε κερδίσει αυτό που θεωρούμε δεδομένο.
Το αποτέλεσμα; Μένουμε πιθανόν σ’ ένα περιβάλλον όπου δεν αναγνωρίζεται η αξία μας, όπου έχουμε μετατραπεί σε θύματα κι έχει χαθεί κάθε ίχνος παραγωγικότητας, στοιχείο σημαντικό για να μας κάνει να νιώθουμε ζωντανοί. Η υπέρ-προσπάθεια από πλευράς μας λοιπόν, μένει ίδια, με την ψυχολογία μας όμως ν’ ακολουθεί την ακριβώς αντίστροφη πορεία και να καταρρέει.
Το μεγαλύτερο πάρτι βέβαια, όπως πάντα, γίνεται στις διαπροσωπικές σχέσεις. Πόσες φορές δε μετρήσαμε ήττες από ανθρώπους- φίλους, ενεργούς ή δυνητικούς συντρόφους; Πόσες φορές δε διεκδικήσαμε μέχρι τελικής πτώσης άτομα, με τα οποία δεν έπρεπε καν ν’ ασχοληθούμε; Μηνύματα αδιάβαστα, κλήσεις αναπάντητες κι η κλασική φράση «Εγώ θα αλλάξω τον χαρακτήρα που έχει». Πόσες φορές δεν παλέψαμε, φτάνοντας στα άκρα, για μια σχέση που είχε ήδη τελειώσει κι ας το ξέραμε μέσα μας; Κάποιοι έρωτες, βλέπεις, δε μας ανήκουν.
Δίνουμε μάχες που έχουν ήδη λήξει και χαθεί από μέρους μας κι εμείς εκεί, αρνούμαστε να δούμε την αλήθεια κατάματα. Πέφτουμε συνεχώς σε μια λούπα, παγιδευόμαστε μέσα στον ίδιο μας τον εγωισμό και ρίχνουμε ξανά και ξανά χωρίς έλεος και χωρίς να το αντιλαμβανόμαστε, την αξιοπρέπειά μας.
Όταν όμως έχεις τη μαγκιά να αναγνωρίσεις και να παραδεχτείς την όποια ήττα σου, να κάνεις τον απολογισμό σου και να δηλώσεις ντόμπρα στον εαυτό σου «έχασα», αυτόματα δίνεις μέσα σου το τέλος. Απευθείας κι ας μην το κάνεις συνειδητά, καταλαβαίνεις, ότι δεν υπάρχει κάτι άλλο για να παλέψεις «εδώ» κι έτσι όλες αυτές οι σκέψεις καταλήγουν να γίνουν λυτρωτικές.
Αποδεχόμενος την ήττα σου, αργά ή γρήγορα θα βρεις τη δύναμη, τον τρόπο και τον λόγο να πας παρακάτω στη ζωή σου, όσο δύσκολο ή οδυνηρό κι αν σου φαντάζει αρχικά. Μόνο τότε θα βρεθείς αντιμέτωπος με τον εαυτό σου και τις πραγματικές επιθυμίες σου, ώστε ν’ αναγκαστείς να πάρεις αποφάσεις για τη δική σου ευτυχία. Αποκλειστικά και μόνο τότε θ’ αποζητήσεις την αλλαγή κι έτσι θα εξελιχθείς, θα βελτιωθείς και θα καταφέρεις να εστιάσεις στην επόμενη μάχη σου, όποια και να ‘ναι αυτή. Μ’ αυτόν τον τρόπο, θα επιτύχεις να πας μπροστά, σε νέες μάχες που ίσως πρέπει να δώσεις, αντί να μείνεις σ’ αυτές, που λανθασμένα, σε κρατάνε πίσω.
Δε μιλάω ασφαλώς για ανούσιες παραιτήσεις με το παραμικρό, ούτε για φυγόπονους ανθρώπους. Να τις δώσεις τις μάχες σου, όλες, αλλά όταν χάνεις να μάθεις να το δέχεσαι με θάρρος κι ειλικρίνεια. Τις ήττες σου να μην τις φοβάσαι και να μη λυπάσαι γι’ αυτές. Να τις παραδέχεσαι μία προς μία χωρίς φόβο κι εγωισμούς. Να τις αγαπάς, να τις σέβεσαι και να τις έχεις ψηλά.
«Λίγο ακόμα να σηκωθούμε, λίγο ψηλότερα.»
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου