Σάββατο βράδυ κι η σκηνή εξελίσσεται σε ένα σπίτι, ανάμεσα σε ένα ζευγάρι, ένα ρομαντικό δείπνο κι ένα ποτήρι κρασί στο χέρι, να προμηνύουν μια πολλά υποσχόμενη βραδιά. Το ένα απ’ τα δύο άτομα είσαι εσύ και, όπως ίσως ήδη έχεις αντιληφθεί, σύντομα θα ταράξω την ηρεμία σου. Sorry…
Κάπου εκεί, λοιπόν, τη στιγμή που γεύεσαι μια γουλιά κρασί, σκάει η βόμβα μεγατόνων: «Μωρό μου, νομίζω πως ήρθε η ώρα να συγκατοικήσουμε». Παγώνεις, περνάει η ζωή μπροστά απ’ τα μάτια σου, ξεροκαταπίνεις τη γουλιά σου και καμία λέξη δεν μπορεί να βγει απ’ το στόμα σου χωρίς να ακούγεται σαν άναρχη κραυγή φυλής του Αμαζονίου.
Λογικά θα μοιάζεις σαν να περνάς εγκεφαλικό, οπότε προσπαθείς να το σώσεις με ένα μειδίαμα. Πρέπει κάτι να πεις, γιατί συνειδητοποιείς ότι ο μέχρι πρότινος ενθουσιασμός του συντρόφου σου αρχίζει να μετατρέπεται σε βλέμμα απόγνωσης, σαν τα κουτάβια που σε κοιτούν για να παίξεις μαζί τους. Τον αγαπάς αυτόν τον άνθρωπο και δε θέλεις να τον πληγώσεις, συνεπώς το μόνο που καταφέρνεις να πεις είναι «Ναι, μωρό μου, γιατί όχι;». Έρχεται προς την πλευρά σου, σε κοιτάει τρυφερά λέγοντας ότι θα ‘ναι υπέροχα, σε αγκαλιάζει κι εσύ ξαφνικά απλά δεν ξέρεις πώς να βολέψεις τα χέρια σου.
Η βραδιά τελειώνει με ένα συνονθύλευμα ενθουσιασμού κι αμηχανίας. Παλεύεις να κοιμηθείς, αλλά ένα σωρό σκέψεις κατακλύζουν το μυαλό σου. «Κι αν είναι λάθος;». «Αν απομυθοποιήσουμε ο ένας τον άλλον;». «Θα τσακωνόμαστε πιο συχνά;». «Θα ‘χω την ίδια ανεξαρτησία;».
Ο καιρός περνά και το ταίρι σου κάνει όνειρα για την επερχόμενη συγκατοίκηση, βγάζει ήδη πρόγραμμα για τις εξόδους, τις δουλειές, διαλέγει έπιπλα κι ίσως μάλιστα ήδη να συζείτε. Κι εσύ κάνεις τη στρουθοκάμηλο, βάζοντας το κεφάλι στο χώμα, ελπίζοντας ότι θα φύγει ο κίνδυνος από μόνος του, κάπως μαγικά.
Ζονγκ… Όσο δύσκολη κι αν σου φαίνεται η παραδοχή του ότι δεν είσαι έτοιμος γι’ αυτό το βήμα, άλλο τόσο σκληρό είναι να παίζεις με τα όνειρα των άλλων, πόσο μάλλον όταν αυτός ο άλλος είναι ο σύντροφός σου. Η επικοινωνία είναι παράγοντας που εξελίσσει μία σχέση, δεν την διαλύει. Όποιοι και να ‘ναι οι λόγοι, λοιπόν, που δεν επιθυμείς τη συγκατοίκηση, οφείλεις να ‘σαι ειλικρινής, σεβόμενος τον άνθρωπό σου.
Οργάνωσε αντίστοιχα μια όμορφη βραδιά και μόλις νιώσεις ότι είναι η κατάλληλη στιγμή, ζήτησε να μιλήσετε. Καν’ το σαν αποτρίχωση, τράβα την ταινία γρήγορα, λέγοντας ότι δε νιώθεις ακόμα άνετα γι’ αυτό το βήμα. Δεν υπάρχει, άλλωστε, εύκολος τρόπος να κάνεις κάτι τέτοιο.
Ξεδίπλωσε, όσο πιο αναλυτικά μπορείς, τις σκέψεις, τους φόβους, τις ανησυχίες σου, ώστε να καταλάβει ο άλλος ότι εκείνη τη στιγμή είστε το ίδιο ευάλωτοι. Θα υπάρχει αντίλογος και θα ‘ναι άσχημος, αφού η άλλη πλευρά είχε ήδη γευτεί την ευτυχία του να γίνει πραγματικότητα αυτή η επιθυμία. Πρέπει να ‘χεις σκεφτεί εξαρχής τι θα πεις και να διατηρήσεις την ψυχραιμία σου. Μη διστάσεις να κάνεις μια μικρή εξομολόγηση, όχι για να χρυσώσεις το χάπι του άλλου, απλά για να τον καθησυχάσεις, θα το χρειάζεται.
Μην παραλείψεις ασφαλώς να ζητήσεις συγγνώμη που δεν ξεκαθάρισες τη θέση σου εξαρχής –σε περίπτωση που έτσι έγινε– τονίζοντας ότι ο λόγος που σε οδήγησε σε αυτή τη λάθος απόφαση ήταν ο φόβος σου μην χάσεις τον άνθρωπό σου κι η ανησυχία σου να μην τον πληγώσεις. Παραδέξου ότι στη θέση του θα ‘θελες να γνωρίζεις την αλήθεια απ’ την πρώτη στιγμή και κατάληξε στη συνέχεια ότι αυτή σου η σκέψη σε προέτρεψε στο να κάνεις το σωστό και πρέπον και να μιλήσεις, τελικά, ανοιχτά.
Μην ξεχάσεις, όσο μουδιασμένος και να ‘σαι, ότι απέναντί σου έχεις τον άνθρωπό σου, άρα πλησίασε τον δώσε του μια αγκαλιά, υπενθυμίζοντάς του ότι όλο αυτό αφορά δικούς σου προβληματισμούς, ανασφάλειες και φόβους, ίσως ανούσιους και μάλλον προσωρινούς, κι ότι δεν είναι τα συναισθήματά σου προς εκείνον αυτά που διαπραγματεύεσαι.
Μην ξεχάσεις να κοιτάς τον άλλον στα μάτια. “The eyes chico, the eyes. They never lie…”
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη