Δεν ξεπερνιούνται όλοι οι έρωτες με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχουν οι ανεπαίσθητοι έρωτες που περνούν γρήγορα, σαν το φθινοπωρινό αεράκι που καθαρίζει τη θολή ατμόσφαιρα του καλοκαιριού. Μετά την πρώτη βροχή, όλα φαίνονται πιο καθαρά κι όμορφα.

Υπάρχουν όμως κι αυτοί που σαν κύμα έρχονται και σαρώνουν τη ζωή σου και σε αφήνουν μετά από το χωρισμό σαν ναυαγό σ’ ένα κόσμο ξένο. Βγαίνεις έξω το επόμενο πρωί, κοιτάς το γνώριμο περιβάλλον γύρω σου, αλλά νιώθεις ότι όλα έχουν αλλάξει όψη. Τίποτα πια δε θα είναι το ίδιο από εδώ και πέρα. Ξέρεις ότι αυτός ο έρωτας έχει τελειώσει οριστικά.

Όταν η μοίρα όμως το θέλει και έρχεται εκείνη η μέρα, μετά από δέκα χρόνια απόλυτης σιωπής, που ξανασυναντάς τον μεγάλο σου έρωτα, τότε τι γίνεται;

Η χρονική και φυσική απόσταση έχει εξιδανικεύσει στο μυαλό σου τον άνθρωπο εκείνο που ερωτεύτηκες και αγάπησες στα 19 σου. Κανείς δε συγκρίνεται μαζί του, ειδικά όταν έχεις πάρει από αυτόν πολλά στοιχεία της προσωπικότητας του ατόμου που είσαι σήμερα. Όταν λοιπόν, συναντάς τον άνθρωπο που κάποτε ήταν το κέντρο της ζωής σου, όλα τα ξεχασμένα κουτάκια στο μυαλό ανοίγουν και ξαφνικά γεμίζει το κεφάλι σου με κομφετί και πολύχρωμα χαρτάκια των στιγμών που ζήσατε μαζί. Οργασμός αναμνήσεων.

Πιστεύεις βέβαια ότι μετά από τόσα χρόνια δε θα σημαίνεις τίποτα για εκείνον, ειδικά όταν μαθαίνεις ότι έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει όλα εκείνα που ονειρευόταν, όταν ήσασταν 20 χρονών. Νιώθεις μια ασήμαντη κουκκίδα στο βιβλίο της ζωής του.

Κάθεσαι όμως να πιείτε μία μπίρα και προσπαθείς να χωρέσεις σε δέκα κουβέντες τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής σου. Νιώθεις μέσα σου μια δικαίωση όταν εντυπωσιάζεται από την προσωπική σου εξέλιξη και παραδέχεται ότι ήταν σίγουρος για σένα. Την μπίρα διαδέχεται ένα ποτό και μετά άλλο ένα. Καταλαβαίνεις ότι ούτε εκείνος θέλει να τελειώσει αυτή η συνάντηση.

Δεν μπορείς να πιστέψεις αυτά που ακούς, όταν εξομολογείται ότι σε σκεφτόταν όλα αυτά τα χρόνια, όταν σου θυμίζει λεπτομέρειες από τη σχέση σας, όταν σου λέει ότι πριν από λίγο καιρό διηγήθηκε σ’ ένα φίλο την ιστορία της φοβερής σύμπτωσης που συνέβη την ημέρα που γνωριστήκατε. Κουνάς το κεφάλι και χαμογελάς προσπαθώντας να συνειδητοποιήσεις ότι όσα συμβαίνουν δεν είναι στη φαντασία σου, δεν είναι ένα ακόμα από εκείνα τα όνειρα που έβλεπες τις νύχτες που κοιμόσουν με το μαξιλάρι βρεγμένο από το κλάμα.

Η ώρα έχει πάει  δύο και δε λέτε να ξεκουνηθείτε. Το μαγαζί κλείνει και σε συνοδεύει μέχρι το αυτοκίνητο. Καταλήγετε να κάθεστε στην άκρη του πεζοδρομίου, να σου κρατάει το χέρι και να σου ζητά την άδεια για να σε φιλήσει. Γελάτε βέβαια με τα καμώματά σας, αφού είστε σαν δεκαπεντάχρονα πιτσιρίκια που τα ξανάφτιαξαν μέσα στη μέση του δρόμου.  Όλα είναι σαν να μην πέρασε μια μέρα. Όλα είναι ξανά ζωντανά. Ήταν πάντα εκεί.

Το νήμα που είχε κοπεί τότε, ενώνεται και πάλι και ο δεσμός αυτή τη φορά μπορεί να γίνει πιο ισχυρός. Αυτό συμβαίνει μετά από χρόνια ανάμεσα σε δύο ανθρώπους που παρά το νεαρό της ηλικίας τους (ή μάλλον εξαιτίας αυτού) είχαν νιώσει αληθινή αγάπη ο ένας για τον άλλον, χωρίς εγωισμό, χωρίς μετριότητα στο συναίσθημα.

Και τώρα, μετά από δέκα χρόνια, η συνάντηση αυτή βάζει τα πράγματα στην κανονική τους θέση. Ένας μεγάλος κύκλος κλείνει και η ψυχική ηρεμία μπορεί να επανέλθει. Αυτή η ηρεμία δημιουργεί ένα περίεργο συναίσθημα χαρμολύπης. Χαρά που ξαναείδες τον έρωτά σου πάνω που η εικόνα του άρχισε να ξεθωριάζει, αλλά και μια θλίψη, γιατί ξέρεις ότι σιγά-σιγά θα επέλθει και η απομυθοποίησή του. Δε θα γεμίζουν πια τα μάτια σου με δάκρυα, όταν ακούς ένα τραγούδι ή βλέπεις κάτι που στον θυμίζει. Το είχες συνηθίσει, σ’ έκανε να νιώθεις ζωντανός.

Η ζεστή αγκαλιά του έκλεισε την τρύπα που φώλιαζε για χρόνια στην καρδιά σου. Νιώθεις σαν μην υπήρχε ποτέ. Αισθάνεσαι μια απελευθέρωση που ίσως δεν την θέλεις και τόσο. Επανεκκινείται ένα μέρος της καρδιάς που είχε αδρανήσει και τώρα είναι και πάλι έτοιμη να δεχτεί νέες πληγές.

 

Συντάκτης: Βασιλική Γραμμένου