Κοινωνικά σχόλια, παπαρατσίστικοι ψίθυροι, ατέλειωτες ώρες με ιδρωμένα ακουστικά, τηλέφωνα και καφέδες χωρίς το κατακάθι να αγγίζει τα χείλη απ’ το πολύ μπλα-μπλα. Ανθρώπινα ραντάρ με σηκωμένες τις κεραίες συνεχώς να βρίσκονται σε τέτοια εγρήγορση που θα τη ζήλευαν τα καλύτερα πρακτορεία ειδήσεων του κόσμου.Όλοι κρύβουμε έναν «μεγάλο αδερφό» μέσα μας, τον λεγόμενο «big brother». Μια κλεφτή ματιά μέσα απ’ την κλειδαρότρυπα για να πάρουμε μια μικρή γεύση απ’ τη ζωή των άλλων, γνωστών ή αγνώστων.

Ακόμη κι όσοι ξορκίζουμε το κουτσομπολιό, κάποια στιγμή μπήκαμε στη λογική του και πιαστήκαμε στα δίχτυα του. Είναι τόσο απλό να σχολιάζεις τη ζωή κάποιου άλλου και τόσο περίπλοκο να ασχολείσαι με τη δική σου. Έμπειρο το μάτι του σχολιαστή σε αντίθεση μ’ εκείνο του «αυτοψυχαναλυτή». Σχόλια κάνουμε όλοι με τους φίλους μας, το πράγμα αρχίζει, όμως, να ξεφεύγει όταν γίνεται κακοπροαίρετα και με συμμετοχή μυθοπλασίας και με μοναδικό σκοπό την αναπαραγωγή και την αναμετάδοση. Βρίσκεις  απίστευτο ενδιαφέρον στην ανασκαφή και στην αναπαραγωγή των ευρημάτων σου, λες και θα σου δώσουν κάποιο έπαθλο ή παράσημο για την τόσο άμεση ανταπόκρισή σου.

Συλλέγεις τα νέα κι έπειτα παίρνεις τη ζωή του άλλου, τη βάζεις σε δίσκο κοπής και την τεμαχίζεις σε τόσο μικρά κομματάκια που μοιάζει με κόκκους τριμμένης φρυγανιάς. Αυτό, βλέπεις, σε διευκολύνει στην ανάλυση της συμπεριφοράς του, την οποία όταν δυσκολεύεσαι να την καταλάβεις, μπορείς απλώς να την κρίνεις και να την κατακρίνεις -σύμφωνα με τα δικά σου πιστεύω πάντα.

Ειλικρινά, θέλει πολύ μεγάλη προσπάθεια να κατανοήσει κάποιος την ψυχοσύνθεση αυτών των αγγελιοφόρων. Ένα γρήγορο συμπέρασμα λέει πως απλώς δεν τους ικανοποιεί η δική τους ζωή κι η καθημερινότητά τους, οπότε ασχολούνται μ’εκείνη των άλλων, για να μη θυμούνται και να μη σκέφτονται τα δικά τους θέματα. Μια άλλη εκδοχή, αποδίδει το κουτσομπολιό στην κληρονομικότητα. Αυτό το προσόν, μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά γιατί αν δε διαιωνιστεί τούτο το είδος κι εκλείψει, τι θα γίνει η κοινωνία μας; Πού θα καταντήσουμε;

Καμιά φορά, βέβαια, οι άνθρωποι κουτσομπολεύουν απλώς από ανία ή βαρεμάρα. Δεν έχουν τι να κάνουν κι αρχίζουν να αναμεταδίδουν όσα γνωρίζουν κι άλλα τόσα, που κατασκευάζουν με τη φαντασία τους που οργιάζει. Γιατί εδώ που τα λέμε είναι λίγο δύσκολο κάθε ώρα και στιγμή να προκύπτουν νεότερα ανακοινωθέντα. Οπότε τι πιο εύκολο απ’ το να δημιουργούν τα δικά τους, βάζοντας και λίγη σάλτσα και να τα προσφέρουν ως λουκούλλειο γεύμα στους ομοίους τους.

Γιατί φυσικά τα πηγαδάκια δε γίνονται μόνο από ένα μέλος. Η παρεούλα είναι από εκείνες που οι συμμετέχοντες αυξάνονται συνεχώς, με μόνη υποχρέωση-συνδρομή την καθημερινή αναφορά των όποιων δρώμενων. Κακία βγαίνει, ε; Κι όμως. Αυτό που είναι απαράδεκτα κακό είναι ο ζήλος με τον οποίο κάποιοι ασχολούνται με τη ζωή των διπλανών τους κι όχι με τη δική τους, θεωρώντας πως είναι σε πλεονεκτική θέση κι έχουν το δικαίωμα να εισχωρούν στα σπίτια των άλλων, να τους πιάνουν στο στόμα τους και να τους «θάβουν», χωρίς ίχνος συστολής ή ενδοιασμού.

Τι σε νοιάζει, μάτια μου, με ποιον τα έχει το παιδί της γειτόνισσας, ή αν η άλλη φορούσε μαύρο ή μπεζ βρακί; Ποια η ομορφιά στο να θάψεις τον άνθρωπο που κερατώνει το σύντροφό του, τη στιγμή που δεν ελέγχεις τη δική σου κρεβατοκάμαρα; Ποιος ο λόγος να κοιτάζεις απ’ το παράθυρο τι ώρα γύρισε ο απέναντι; Τι θα κερδίσεις σε γνώση και σε εξέλιξη ως άνθρωπος, όταν φορτώσεις τον άλλον με συμπεράσματα που αφορούν την οικονομική ή την οικογενειακή του κατάσταση;

Ποιος σου έδωσε το δικαίωμα να φυτρώνεις εκεί που δε σε σπέρνουν, ν’ανακατεύεσαι και να σχολιάζεις πριν να βουτάς τη γλώσσα στο μυαλό σου; Σε όρισε κανένας τροχονόμο ή παρατηρητή στις επιλογές και στα βιώματα του καθενός; Κι αν είσαι τόσο ειδικός και μπορείς να εκφέρεις άποψη τόσο απροβλημάτιστα, είσαι σίγουρος πως είσαι τόσο αψεγάδιαστος ή τόσο έτοιμος στο να δεχτείς να κάνουν κι οι άλλοι κάτι παρόμοιο σε σένα;

Κι άντε πες, να δείξουμε μια κατανόηση και να παραβλέψουμε και λίγο όλα εκείνα τα κουτσομπολίστικα περιοδικά και sites των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία δίνουν ψωμάκι σε τόσους ανθρώπους αφιερώνοντας χώρο, χρόνο και κόπο στη συλλογή πληροφοριών. Κι αυτό γιατί πίσω τους υπάρχει ένα ολόκληρο σύστημα κι ένας κόσμος που θέλει πολλή ανάλυση, χωρίς αυτό βέβαια να σημαίνει πως μπορεί ο καθένας να παρεμβαίνει αδιάκριτα, απροκάλυπτα και χωρίς άδεια στα προσωπικά δεδομένα του άλλου. Αλλά το να θεωρείς πως συσφίγγουν οι σχέσεις των ανθρώπων παίζοντας χαλασμένο τηλέφωνο με πληροφορίες που αφορούν στην ζωή του καθενός, ενώ παράλληλα κάνεις ό,τι μπορείς για να κρύψεις και να κουκουλώσεις όπως-όπως τις δικές σου «παρασπονδίες», κάθε άλλο παρά λογικό είναι.

Ίσως αν σπαταλούσες όλη αυτή την ενέργεια και το χρόνο, στην επίλυση των δικών σου προβλημάτων ή σε γνώσεις που θα σε πάνε ένα βήμα παραπέρα απ’ το μικρόκοσμό σου, να ένιωθες τόσο γεμάτος ώστε να μην έβρισκες κανένα ενδιαφέρον στο κουτσομπολιό. Άλλωστε, μην ξεχνάς πως όσοι καλοπροαίρετοι κουτσομπολεύουν τους άλλους μαζί σου, κάποια στιγμή θα το κάνουν και για σένα. Γιατί διακρίσεις στο συγκεκριμένο χόμπι δεν υπάρχουν.

 

Συντάκτης: Μελίνα Αγγελάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη