Πόσες φορές έχουμε ακούσει ή έχουμε πει τη φράση, «αυτός δεν κάνει για σένα»; Δίπλα σ’ αυτό φυσικά για να χρυσώσουμε το χάπι κολλάμε κι ένα «αξίζεις κάτι καλύτερο», με την ελπίδα πως κάτι θα σώσουμε. Η συγκεκριμένη φράση λέγεται άλλοτε από αγάπη, άλλοτε από υπερπροστατευτικότητα κι άλλοτε από υστεροβουλία. Το πόσο αγνές είναι οι προθέσεις του ατόμου που θα την πει, φαίνεται στην όλη συμπεριφορά του απέναντί μας. Άλλωστε πόσο απόλυτα σίγουροι μπορεί να είμαστε κάθε φορά που με τα λόγια μας γινόμαστε τροχοπέδη στην απόφαση ή στην επιλογή κάποιου;
Τι θα πει δεν κάνει αυτός ο άνθρωπος για σένα; Υπάρχει κανείς που μπορεί να υπογράψει με σιγουριά αν δυο άνθρωποι μπορούν να ταιριάξουν ή να απορριφθούν μεταξύ τους λόγω της διαφορετικότητας ή της ομοιότητά τους; Κάθε νέα σχέση είναι σαν μια μεταμόσχευση. Η πορεία της υγείας αυτής θα δείξει αν το μόσχευμα θα γίνει αποδεκτό ή θα το απορρίψει τελικά ο οργανισμός.
Μπορεί κάποιος από όλους τους απέξω να προδικάσει το αποτέλεσμα όσο έμπειρος κι αν θεωρείται; Στο κάτω-κάτω πού ξέρει ο καθένας ποιος και τι ταιριάζει στον άλλον. Είναι πολύ πιο εύκολο να ασκείς κριτική και να πετάς την μπούρδα σου, απ’ το να βασανίζεις λίγο το μυαλό σου και να βουτάς τη γλώσσα σου σ’ αυτό, πριν ξεστομίσεις την «καλοπροαίρετη» κουβεντούλα σου.
Το αν μας κάνει κι αν μας αξίζει κάποιος δεν είναι σε θέση να το αποφασίσει κανείς άλλος εκτός από εμάς. Μπορεί βέβαια αυτός ο κάποιος, λόγω πείρας, ηλικίας κι εμπειριών να έχει μια εμπεριστατωμένη άποψη και να είναι πολύ πιο έτοιμος να αξιολογήσει τους ανθρώπους, αλλά οφείλει να είναι προσεχτικός στον τρόπο που θα εκφράσει την όποια άποψή του, λαμβάνοντας πάντα υπόψη του πόσο εύκολα μπορεί να διαψευστεί και να εκτεθεί εξαιτίας αυτού.
Το σίγουρο είναι ότι όλοι αξίζουμε το καλύτερο και το θέλουμε για μας αλλά και για τους ανθρώπους που δηλώνουμε πως αγαπάμε. Όμως αυτό είναι τόσο, μα τόσο υποκειμενικό. «Πάρτε τα μάτια μου να δείτε» λέει ο λαός. Απ’ τη στιγμή που επιλέγουμε κάποιον να βρεθεί στο πλευρό μας, δεν πρέπει να μας αφορά αν είναι το ιδανικό ή όχι για τους υπόλοιπους. Εμείς θα είμαστε μαζί του, εμείς θα δημιουργούμε, εξαιτίας του, εικόνες και συναισθήματα στην καθημερινότητά μας και τα δικά μας κριτήρια είναι εκείνα που θα τον κρατήσουν στη ζωή μας ή θα τον αποβάλλουν.
Ακόμη κι αν όλοι μας πούνε μόνο αρνητικά, ακόμη κι αν μας φέρουν χειροπιαστές αποδείξεις, ακόμη κι αν ξέρουμε πως θέλουν το καλό μας, η οριστική απόφαση θα είναι δική μας. Άλλωστε όλοι μας βγάζουμε στοιχεία του χαρακτήρα μας ανάλογα με τα όσα καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε απ’ τον εκάστοτε συνοδοιπόρο μας. Παίζουμε άμυνα κι επίθεση σύμφωνα με τις απαιτήσεις και τους κανόνες του παιχνιδιού στο οποίο συμμετέχουμε κάθε φορά.
Κι αυτό που για κάποιους θεωρείται απορριπτέο και τους χαλάει, για εμάς μπορεί να είναι εκείνο που γουστάρουμε περισσότερο. Αυτό που λένε οι άλλοι πως δε μας κάνει ή δε μας αξίζει, μπορεί να είναι εκείνο το κομμάτι που αναζητούμε για να συμπληρώσει το δικό μας παζλ και να μας ομορφύνει τη ζωή.
Κανείς δεν μπορεί να έχει μια ολοκληρωμένη εικόνα για κανέναν. Ούτε καν η μάνα που μας γέννησε. Όσο καλά κι αν νομίζει πως μας ξέρει κάποιος, ακόμη κι αν λέγεται φίλος ή άνθρωπός μας, ποτέ δεν μπορεί να γνωρίζει τα πάντα για μας.
Κι αυτό δε συμβαίνει απαραίτητα γιατί εκούσια τα κρύβουμε, αλλά γιατί όσο ζούμε και μεγαλώνουμε, ανακαλύπτουμε συνεχώς άγνωστες πτυχές του εαυτού μας. Έχουμε ενδόμυχες επιθυμίες που πολλές φορές δεν τολμάμε να τις αποκαλύψουμε ούτε σ’ εμάς τους ίδιους. Όμως η παρουσία ενός άλλου ανθρώπου στη ζωή μας είναι ικανή να μας εκμαιεύσει εκείνο τον ξεχασμένο ή κρυμμένο κόσμο μας και να μας φέρει πιο κοντά σ’ αυτό που είμαστε κι επιθυμούμε.
Απ’ την άλλη υπάρχουν κι οι περιπτώσεις, όπου προσπερνάμε κάποια πράγματα που μας χαλάνε κι εθελοτυφλούμε λόγω συναισθήματος ή απλώς προσδοκίας κι ελπίδας, αλλά το σίγουρο είναι πως αυτή η φάση νιρβάνα όσο κι αν κρατήσει, δε θα είναι εφ’ όρου ζωής. Οπότε όταν πέσουν οι μάσκες και βγουν στην επιφάνεια οι προθέσεις του καθενός, καθώς και η αλήθεια που θα κριθεί εκ του αποτελέσματος, τότε ο κάθε κατεργάρης θα πάει στον πάγκο του.
Η διάψευση ή η επαλήθευση της συγκεκριμένης ατάκας θα είναι τελικά και η μοναδική απόδειξη πως η ζωή μειδιάζει κάθε φορά που ακούει τις «καλοπροαίρετες κριτικές» των ανθρώπων, γιατί ξέρει πως μόνο εκείνη κρατάει τις αποδείξεις των όποιων ενδείξεων.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη