Ξέρεις τι μου έρχεται στο μυαλό όταν χαρακτηρίζεις έμμεσα τον εαυτό σου ως μυστηριώδη τύπο; «Πολύ ντόρος για το τίποτα». Εντυπωσιάζεις τους γύρω σου, τάχα μου δήθεν πως είσαι κάτι το διαφορετικό, το απόμακρο, το ανεξερεύνητο, το μυστήριο. Και τελικά μέχρι να σ’ ανακαλύψει ο άλλος, κουράζεται. Στην αρχή υπάρχει ένας μικρός ενθουσιασμός για το άγνωστο, το άβατο, το απροσπέλαστο, μα στην πορεία αποδεικνύεται άνθρακας ο θησαυρός.

Γίνεσαι λαβύρινθος κι απομακρύνεσαι απ’ τους άλλους αλλά κι απ’ τον ίδιο τον εαυτό σου. Γιατί το κάνεις αυτό; Εξήγησέ μου. Σε μια ζωή γεμάτη βαβούρα και μπερδέματα γιατί να θέλει κάποιος να κουραστεί για ν’ ανακαλύψει εκείνον, που υποτίθεται πως η αγκαλιά του θα είναι καταφύγιο για να ηρεμήσει και να ξεφύγει απ΄όσα τον προβληματίζουν; Νομίζεις πως το να τσιτώσεις τον άλλον και το να μην ενδώσεις στην προσέγγισή του ή το να μην του το κάνεις εύκολο, θα τον κρατήσει σ’ εγρήγορση και θα τον κάνει να κολλήσει μαζί σου; Για λίγο μπορεί.

Κάπου χάνεις το νόημα κι η φιλαρέσκειά σου μετατρέπεται σε ακραίο ναρκισσισμό. Λυπάμαι, αλλά σε μια εποχή που ο καθένας πρέπει να πολεμάει συνεχώς για να επιβιώσει, δε γουστάρει να πολεμάει και για να κερδίσει ή να κρατήσει ανθρώπους. Στο κάτω-κάτω άλλο διεκδικώ, φλερτάρω κι άλλο γίνομαι έρμαιο του απωθημένου μου ή του πόθου κι εμμονικά παραμένω δίπλα σε κάποιον, χορταίνοντας με ψίχουλα ή θεωρώντας πως όλα είναι μέρος ενός μυστηριώδους παιχνιδιού ή ενός σχεδίου. Στην ουσία δεν υπάρχει κανένα σχέδιο.

Πες την αλήθεια. Έλα τώρα εδώ μεταξύ μας. Σαν τη ρηχή θάλασσα είσαι. Σε κοιτάζει ο άλλος απέξω, μαγεύεται απ’ το χρώμα σου και λέει ας μπω να την απολαύσω, να εξερευνήσω το βυθό της. Πέφτει με φόρα για μακροβούτι και σπάει τα μούτρα του γιατί δυστυχώς το βάθος είναι πολύ μικρό. Όμορφη η επιφάνειά σου μα ο βυθός σου σχεδόν την αγγίζει.

Γιατί το κάνεις αυτό;  Και μη μιλήσεις για πληγές κι άμυνες γιατί ειλικρινά δεν υπάρχει άνθρωπος αλώβητος απ’ τα βιώματά του. Αν είναι όντως ο χαρακτήρας σου, κατανοητό και σεβαστό. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν αρχίζεις να ξεπουλιέσαι, βγάζοντας την εικόνα σου σε δημοπρασία, μόνο και μόνο γιατί ξέρεις πως το μαύρο, το σκοτεινό, το ομιχλώδες δημιουργεί μυστήριο κι εξιτάρει τη φαντασία.

Ο άλλος που σε πλησιάζει δεν μπορεί να καταλάβει πού σταματάει το ψέμα σου και πού αρχίζει η αλήθεια. Παραμυθιάζεται, νομίζοντας ότι είσαι έτσι επειδή έχεις πληγωθεί και το μόνο που επιθυμεί είναι να γίνει το γιατρικό σου για να επουλώσει κάθε σου γρατζουνιά. Πιστεύει πως φοβάσαι να δεθείς, να ερωτευτείς, μην τυχόν τον πληγώσεις. Σε θεοποιεί και σ’ εξιδανικεύει μα σιγά-σιγά ανακαλύπτει πως τίποτε απ’ όλα αυτά δε συμβαίνει. Κατά βάση τον εαυτό σου προστατεύεις.

Αρέσκεσαι στην εικόνα σου, την έχεις ερωτευτεί και την πλασάρεις τόσο υπέροχα σε κάθε επίδοξο εθελοντή, ώστε να εισπράττεις προσοχή, έρωτα, συναισθήματα. Αρπάζεις την αφρόκρεμα και την κάνεις δική σου ενέργεια και τροφή και πας παρακάτω. Δικαίωμά σου. Άλλωστε ο καθένας κάνει τις επιλογές του κι ο θύτης και το θύμα.Ποιο είναι όμως το νόημα; Τι ζεις; Το να εκπορνεύεις μια ουτοπική εικόνα σου μόνο και μόνο για να γίνεσαι επιθυμητός ή αρεστός, μάλλον απλώς περαστικό σε κάνει απ’ την ουσία της ζωής.

Απ’ την άλλη ίσως εσύ πιστεύεις ότι το πέρασμα σου απ’ τη ζωή κάποιου, την κάνει πιο ενδιαφέρουσα και της δίνει χρώμα. Αισθάνεσαι σαν το παγωμένο νερό που πέφτει απότομα στο κορμί του και τον ξυπνάει απ’ το λήθαργο και του δημιουργεί εικόνες στην τόσο ομαλή και πεζή πορεία του. Σπας τη ρουτίνα του και του δίνεις το μαγικό καθρέφτη που του λέει πόσο ομορφότερος γίνεται όσο είναι κοντά σου. Κατά τη γνώμη σου, προσφέρεις «έργο». Μπορεί να είναι κι έτσι. Θέμα οπτικής είναι όλα.

Ίσως, επίσης έχεις την εντύπωση, ότι το ν’ απομακρύνεσαι μόλις κάποιος πλησιάζει το νοητό μικρό κύκλο ασφαλείας που έχεις ζωγραφίσει γύρω σου, σε κάνει πιο επιθυμητό και γίνεσαι η φωτιά, που θα σιγοκαίει μέσα του συνεχώς. Σίγουρα είναι πολύ όμορφο να ξέρεις πως ένας άνθρωπος σε λαχταράει, σε περιμένει, σε ψάχνει, σε σκέφτεται. Κι εσύ το εκτιμάς, τόσο ώστε να παίρνεις δύναμη κι ώθηση για να επιδιώξεις και να πετύχεις κι άλλους στόχους.

Μήπως όμως θα πρέπει κάποια στιγμή ν’ αντιληφθείς ότι οι ανθρώπινες ψυχές δεν είναι σκαλοπάτια για να τα πατάς και ν’ ανεβαίνεις; Μήπως θα πρέπει να φοβηθείς λίγο περισσότερο τη ρόδα που γυρίζει, κι όχι το ν’ αναπτυχθεί μέσα σου οποιοδήποτε συναίσθημα;

Μακάρι να καταλάβαινες πως η αμοιβαία έλξη στοχεύει στην ολοκλήρωση. Το να την προκαλείς και μετά να γυρίζεις την πλάτη σου, σου δίνει δύναμη μέσα απ’ την αδυναμία που αισθάνεται ο άλλος μετά την ξαφνική απομάκρυνσή σου. Εσύ νομίζεις πως τον κάνεις ευτυχισμένο έστω και για λίγο, αλλά στην πραγματικότητα είναι σαν να ρουφάς από εκείνον το νέκταρ, να το αφήνεις να ρέει άφθονο στα κύτταρά σου για ν’ ανανεωθείς κι όταν χορτάσεις τον παρατάς άδειο να παλεύει με τις ισορροπίες του και τ’ αποθέματά του. Βέβαια, τι φταις κι εσύ που σ’ εμπιστεύτηκε; Ας πρόσεχε. Εσύ δεν μπορείς να δώσεις παραπάνω. Μέχρι εκεί φτάνεις.

Γιατί όμως δε δίνεις τις οδηγίες χρήσης σου απ’ την αρχή, να ξέρει κι ο άλλος πόσα βήματα θα κάνει μετά, για να συναρμολογήσει τα κομμάτια του; Γιατί δε σκέφτεσαι έστω για μια φορά, ν’ αφήσεις το θρόνο σου και να τραβήξεις τη βελούδινη μαύρη κουρτίνα πίσω από την οποία κρύβεσαι για να δοκιμάσεις λίγη γεύση παραπάνω, ρισκάροντας να βιώσεις τη δύναμη των όποιων συναισθημάτων, ακόμη κι αν χρειαστεί να πονέσεις εξαιτίας τους; Σίγουρα θα ‘χες κάτι πολύ δυνατό για να θυμάσαι. Κάτι που θα σ’ έφερνε πιο κοντά στην ανθρώπινη πλευρά σου.

Δοκίμασέ το, γιατί μυστήριο δεν είναι μόνο να προκαλέσεις κάποιον και να το βάλεις στα πόδια, μυστήριο είναι και το να μοιραστείς στιγμές μαζί του, δημιουργώντας του μια καθημερινότητα γεμάτη εκπλήξεις, εισπράττοντας έτσι το πιο όμορφο χαμόγελό του.

 

Συντάκτης: Μελίνα Αγγελάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη