Είναι γεγονός. Εσύ και το έτερον ήμισυ το διαλύσατε. Άλλος για Χίο τράβηξε που λένε κι άλλος για Μυτιλήνη. Κι έβαλες τη γάτα σου να κλαίει. Μαζί με εσένα.

Σου λείπει το σπινθηροβόλο βλέμμα, οι αστείες γκριμάτσες, ο τρόπος που άναβε τσιγάρο και τύλιγε το κασκόλ γύρω απο το λαιμό. Μα περισσότερο εκείνο το διακριτικό λακκάκι στο μάγουλο κάθε φορά που έσκαγε χαμόγελο. Κι οι σκηνές σας ξαναπαίζονται καρέ- καρέ στο μυαλό σου, από την πρώτη μέχρι και την τελευταία. Σαν κινηματογραφική ταινία. Χωρίς πασατέμπο και διάλειμμα. Όπως αντιλαμβάνεσαι, οι αναιδέστατες οι αναμνήσεις χωρίς να σε ρωτήσουν σκάνε μύτη από το πουθενά.

Κι αναρωτιέσαι. Δεν μπορούν να κάτσουν στα αβγά τους, εκεί στο χρονοντούλαπο που τις έχωσες παρέα με τη ναφθαλίνη βγάζοντας το σκασμό;

Δε σε επισκέπτονται συγκεκριμένες ώρες, μα η αλήθεια είναι ότι δείχνουν μια ιδιαίτερη προτίμηση στις βραδινές. Έρχονται σαν κυρίες, στρογγυλοκάθονται στο μυαλό σου και ξεκινάει το πάρτι. Αφού εκτονωθούν, αφήνουν πίσω τους ένα βομβαρδισμένο τοπίο που έχει τον ασυμάζευτο. Δε φτάνει αυτό, χτυπάνε και επιδεικτικά την πόρτα φεύγοντας.

Και δεν το αντέχεις. Δε γουστάρεις να ξανάρθουν γιατί πονάς ρε γαμώτο. Λες δεν μπορεί, κάποιος τρόπος θα υπάρχει για να πάρουν το δρόμο τον αγύριστο. Εύχεσαι να είχε ήδη ξεκινήσει η επίσημη κυκλοφορία ενός μαγικού κουμπιού – σβήστρας αναμνήσεων. Του delete της μνήμης.

Και για να είσαι σίγουρος ότι θα έχει αποτελέσματα θα πρόσθετες στο καλάθι αγορών σου, ακόμη κάτι. Το shift. Το delete μόνο του είναι ρίσκο. Μην ξεχνάς ότι ο κάδος ανακύκλωσης απέχει ένα κλικ δρόμο από την επαναφορά. Γι’ αυτό τo shift – delete είναι αχτύπητο δίδυμο. Ξεμπερδεύεις μια και έξω από το γαμημένο το παρελθόν σου.

Τόσο απλά, ακαριαία και προπαντός αναίμακτα. Δυο πλήκτρα λοιπόν. Αυτά σου χρειάζονται. Να τα πατήσεις με όλη τη δύναμή σου. Να ξαποστείλεις όλο το πακέτο. Τα γέλια, τα κλάματα, τα μεθυσμένα σαββατόβραδα, τις βόλτες, τις αγκαλιές, το ενδιαφέρον, την καζούρα, τον καβγά, την προσμονή, τη χαρά, τη λύπη, το θυμό, την απογοήτευση. Στάχτη και μπούρμπερη ρε, μονολογείς πιέζοντάς τα.

Κι αφού γίνει η πολυπόθητη εκκαθάριση και δε θυμάσαι τίποτα πλέον, συνεχίζεις από το σημείο ακριβώς πριν μπει στη ζωή σου. Κι αυτή τη φορά δε θα σου πέσει εκείνος ο καφές πάνω του. Θα περάσει από δίπλα σου και θα χαθεί στο πλήθος.

Και κάπου παρακάτω θα σκοντάψεις πάνω σε έναν καινούριο έρωτα που θα γεμίσει με νέες αναμνήσεις την κενή μνήμη σου. Και αν δεις ξανά τα σκούρα, ξέρεις τη λύση. Και πάει λέγοντας. Ιδανικό δεν ακούγεται; Είναι, όμως, πράγματι; Τι, μήπως το ξανασκέφτηκες;

Μήπως οι αναμνήσεις όσο άσχημες κι αν είναι, είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής σου; Μήπως χάρη σε αυτές είσαι αυτός που είσαι σήμερα κι όχι κάποιος άλλος; Μήπως κι ο πόνος καμιά φορά είναι αναγκαίος για να σε κάνει να σκύψεις πάνω από τα λάθη σου και να μάθεις μέσα από αυτά; Μήπως θα πρέπει να βιώσεις αυτά τα αρνητικά συναισθήματα για να επαναξιολογήσεις πρόσωπα και καταστάσεις; Σκέψου πόση εμπειρία κι εφόδια σου δίνουν για να μην την ξαναπατήσεις.

Γι’ αυτό το λόγο και μόνο πρέπει να ευγνωμονείς αυτές τις ανεπιθύμητες κυρίες κι ας κάνουν το μέσα σου ρημαδιό. Και ας χτυπάνε με φόρα την πόρτα φεύγοντας. Το καλό σου θέλουν. Επίτηδες προκαλούν αυτό τον εκκωφαντικό θόρυβο. Για να σε ξυπνήσουν απ’ το λήθαργο που βυθίστηκες. Να σταματήσεις να στέκεσαι στο προφανές και να δεις την ουσία. Να πάρεις το μάθημά σου. Φτάνει να μην είσαι ανεπίδεκτος μαθήσεως.

Άλλωστε ξέρεις ότι για να κριθείς επιτυχών στις εξετάσεις της ζωής, πρέπει να αφομοιώσεις την ύλη που σου δίνει. Η λευκή κόλλα θα σε αφήσει μετεξεταστέο. Κι επαναληπτική δεν έχει.

Μπούρδες, θα μου πες και εγώ κάνοντας πως δεν άκουσα θα ρωτήσω: To delete or not to delete?

 

Επιμέλεια Κειμένου Ειρήνης Τρίγκα: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Ειρήνη Τρίγκα