Τελικά ξέρεις κάτι; Δεν έπρεπε να εμπιστευτείς τον εαυτό σου στην αγκαλιά εκείνου λες και ήταν η αγκαλιά της μητέρας σου. Σε άφησε να γκρεμοτσακιστείς από εκεί πάνω και δεν μπήκε καν στον κόπο να σου βάλει λίγο μπεταντίν. Όχι ότι θα το δεχόσουν, άλλωστε ξέρεις ότι αν σε πιάσει το πείσμα σου δεν κάνεις πίσω ο κόσμος να χαλάσει, αλλά να θα ήταν μια ανακούφιση για εσένα και εκείνος θα είχε ένα ελαφρυντικό λίγο πριν βγει εντελώς σκάρτος στην ετυμηγορία σου.
Περίεργο αλλά δεν μετάνιωσες για τον χρόνο που αφιέρωσες, τον χρόνο που σε κέρδιζε. Αρχικά μέσα από κάποιες φαινομενικά ασήμαντες κινήσεις του. Από εκείνες τις μικρές λεπτομέρειες που προσπερνάς συνήθως στην συναναστροφή σου με τους ανθρώπους αλλά κάνουν την διαφορά. Έτσι όπως έπρεπε. Όχι βιαστικά, κραυγαλέα και επιδεικτικά, αλλά σιωπηλά και σεμνότυφα. Ακριβώς όπως πρέπει να χτίζεται η εμπιστοσύνη. Αργά και σταθερά. Χρόνο με το χρόνο.
Αργότερα ερχόταν να σε επιβεβαιώσουν για αυτή σου την επιλογή, γεγονότα που έφερνε η καθημερινότητά σας. Μέσα από τις καλές, κακές και ανάποδες στιγμές σας, έβρισκε πάντα τον τρόπο να σου υπενθυμίζει ότι μπορείς να υπολογίζεις σ’ αυτόν τον άνθρωπο. Χωρίς μεγάλα λόγια και τυμπανοκρουσίες. Μέχρι που έφτασες σε εκείνο το trust – level που πλέον έβαζες και το χέρι σου στη φωτιά για εκείνον. Και το έκαψες. Για την ακρίβεια το απανθράκωσες.
Ό,τι χτιζόταν χρόνια γκρεμίστηκε σε μια γαμημένη στιγμή.
O άνθρωπος που σε πρόδωσε, στεκόταν εκεί αγέρωχος κι εσύ άκουγες όλες τις μπαρούφες μαζεμένες. Μπροστά σου διαδραματιζόταν μια φαρσοκωμωδία με πρωταγωνιστή εκείνον και τις γελοίες χιλιοκλισέ ατάκες του. Μα για τόσο μαλάκα σε είχε; Όσο περνούσε η ώρα το έκανε χειρότερο και εσύ σιγουρευόσουν πως πλέον ήταν χάσιμο χρόνου. Η μάσκα έπεσε σε χρόνο dt όπως κι ο έρωτάς σας από το θρόνο που τον είχες ανεβάσει με δόξα και τιμές. Η εικόνα που είχες κατέρρευσε σαν πύργος από τραπουλόχαρτα. Έγινε για εσένα πλέον ένας άγνωστος. Ένας ξένος.
Ποιος σου φταίει; Με ποιον θα τα βάλεις;
Με εκείνον που σε πρόδωσε ή με εσένα τον ίδιο που εμπιστεύτηκες το λάθος άνθρωπο;
Δεν έχεις άλλη επιλογή. Απομακρύνεσαι και δε δίνεις περιθώρια στον εαυτό σου να αναπολήσει έστω και το παραμικρό που έζησε.
Αυτό το είδος απογοήτευσης σε αφήνει απογυμνωμένο, άδειο, στη μέση μιας αρένας με μοναδικούς θεατές τα τόσα γιατί. Ξαφνικά νιώθεις λεηλατημένος, λες και σου κλέψανε ένα κομμάτι του εαυτού σου. Θέλεις να απλώσεις το χέρι σου και να αρπάξεις από μέσα του, όλα όσα προσέφερες. Όσα πήρε από εσένα στο όνομα της εμπιστοσύνης.
Να σου πώ κάτι; Χάρισέ τα.
Εστίασε στο θετικό του πράγματος. Ποιο; Μπορείς πλέον να ξεσκαρτάρεις λίγο πιο εύκολα τους ανθρώπους στη ζωή σου. Θα ξέρεις ότι οι ανάξιοι εμπιστοσύνης βρωμάνε εγωπάθεια και σταρχιδισμό από χιλιόμετρα μακριά και δε θα πλησιάζεις ούτε στο μέτρο.
Κι αυτό είναι αρκετά σπουδαίο.
Επιμέλεια Κειμένου Ειρήνης Τρίγκα: Κατερίνα Κεχαγιά.