Μία από τις βασικότερες και πιο σημαντικές ανάγκες της καθημερινότητάς μας είναι η επικοινωνία με τους ανθρώπους γύρω μας. Είτε αυτοί ανήκουν στο οικογενειακό μας περιβάλλον, είτε στο περιβάλλον της δουλειάς μας. Πολλά είναι αυτά που μπορεί να τροφοδοτήσουν το μυαλό μας και να ξεκινήσουμε μια συζήτηση με έναν άνθρωπο. Μπορεί να αφορά το οτιδήποτε. Οι πιο ουσιώδεις συζητήσεις που γίνονται παρ’ όλα αυτά είναι όταν κάτι απασχολεί το μυαλό του ανθρώπου. Μέσα από αυτές τις συζητήσεις δύναται να δημιουργούνται διάφορα συναισθήματα. Χαράς, λύπης, έντασης, απογοήτευσης, ελπίδας.
Κάθε που βρισκόμαστε σε μια δύσκολη κατάσταση στη ζωή μας να έχουμε την ανάγκη να μιλήσουμε σε κάποιο δικό μας άνθρωπο, ή ακόμη και σε έναν ξένο. Αναμένουμε να ακούσουμε μια συμβουλή, μια λύση ή απλώς να ακουστούμε, χωρίς περισσότερα λόγια. Ξεκινώντας μια συζήτηση, πάντα υπάρχει η αγωνία του πώς θα μας αντιμετωπίσει ο συνομιλητής μας. Ποια θα είναι η στάση του και πώς θα του φανούν όσα θα ακούσει ή όσα θα δει από εμάς. Έτσι ερχόμαστε αντιμέτωποι με την εξής αλήθεια: Αναλόγως τον τρόπο που θα αντιμετωπίσουμε μια κατάσταση, θα κριθεί και η συμπεριφορά του άλλου.
Πολλές φορές λοιπόν, ο τρόπος που αντιμετωπίζουμε ένα γεγονός και η στάση μας απέναντι στα πράγματα δίνει μια αίσθηση, ένα έναυσμα στον συνομιλητή μας, προκαλώντας την αντίδρασή του. Αυτό σαφώς προσμετρώντας το κομμάτι μιας επικοινωνίας όσο το δυνατόν πιο ισομοιρασμένης. Αν ακούσουμε κάτι το οποίο θα μας σοκάρει ή θα μας πανικοβάλει κι αντιδράσουμε υπερβολικά, τότε θα αντιμετωπίσουμε μια συμπεριφορά περισσότερο αμυντική και στιβαρή, για να επανέλθει η ισορροπία. Ο άλλος ίσως εκνευριστεί ή ακόμη και να μη θέλει να συνεχίσει τη συζήτησή μαζί μας, σε περίπτωση που υπάρξουμε επικριτικοί κι απόλυτοι, ίσως και λίγο διδακτικοί. Σε αντίθετη περίπτωση, αν καθίσουμε και ακούσουμε προσεκτικά τον συνομιλητή μας, χωρίς έντονες αντιδράσεις και υπερβολές, με ηρεμία και ψυχραιμία, τότε η συζήτηση θα κυλίσει ομαλά σε ήπιους ρυθμούς και θα είναι και πιο εποικοδομητική.
Είναι αρκετά απλό και ξεκάθαρο. Η ανησυχία θα φέρει νευρικότητα ή στακάτες αντιδράσεις, η ηρεμία θα φέρει εμπιστοσύνη κι άνοιγμα, τα νεύρα οργή και πάει λέγοντας. Όπως φαίνεται λοιπόν το πώς αντιμετωπίζουμε εμείς μια συνθήκη, ορίζει, ως ένα βαθμό, τη συμπεριφορά του άλλου. Αν επιθυμούμε να κινούνται οι καταστάσεις σε ήπιους ρυθμούς και οι άνθρωποι γύρω μας να μην απομακρύνονται, να μην εκνευρίζονται μαζί μας ή να μην αντιδρούν υπερβολικά, τότε πρέπει κι εμείς να τους δώσουμε την αντίστοιχη αίσθηση. Δεν μπορούμε να απαιτούμε οι άλλοι να έχουν μια συμπεριφορά την οποία εμείς δεν μπορούμε να υποστηρίξουμε.
Να θυμάσαι λοιπόν ότι ο άλλος θα αντιδράσει ανάλογα με τη δικιά σου στάση, όπως κάνεις κι εσύ. Θα συζητήσει μόνο όταν του δώσεις το πράσινο φως ότι μπορεί να το κάνει. Θα εκνευριστεί όταν του δώσεις το αντίστοιχο ερέθισμα. Λίγες είναι οι φορές που η δικιά μας συμπεριφορά δεν επηρεάζει καθόλου τον άλλον κι αυτές επειδή είτε έχουμε απέναντί μας μια καλοδουλεμένη αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία, ή μια έντονη αδιαφορία. Να συμπεριφέρεσαι λοιπόν, όπως θα ήθελες να σου συμπεριφερθούν, να ακούς όπως θα ήθελες να σε ακούσουν και να δείχνεις την απαραίτητη υπομονή και κατανόηση όπως θα ήθελες να δείξουν και σε σένα.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου