“Court is adjourned”
Μετά από έξι εβδομάδες, εκατοντάδες μαρτυρίες, ηχογραφημένες συνομιλίες, φωτογραφίες, μετά από χίλια μηνύματα κι άλλες τόσες ερωτήσεις, στις 23:00 χτες βράδυ ώρα Ελλάδος έληξε η δίκη Depp vs Heard. Σε απευθείας μετάδοση, σχεδόν καθημερινά παρακολουθήσαμε με το στόμα ανοιχτό, με δάκρυα στα μάτια σε κάποιες στιγμές, τρομοκρατημένοι σε άλλες, και με απόλυτη ντροπή που γινόμασταν μάρτυρες τέτοιας ξεφτίλας σε πολλές περισσότερες.
Η κατηγορία; Συκοφαντική δυσφήμιση. Ο Johnny Depp μήνυσε την πρώην γυναίκα του Amber Heard για δυσφήμιση μετά από άρθρο που η ίδια υπέγραψε τον Οκτώβριο του 2018, υπονοώντας ότι έπεσε θύμα ενδοοικογενειακής βίας κι ότι δύο χρόνια νωρίτερα (χρονικό διάστημα που συνέπιπτε με το διαζύγιό της με τον πρώην άντρα της) ήταν στο κέντρο των γεγονότων αυτών.
Ένα “op-ed”, λοιπόν, στο Washington Post έγινε το μήλον της έριδος και η αρχή όλου αυτού του τσίρκου media, social κι ειδησεογραφίας. Και γιατί τόσος ντόρος για ένα άρθρο; Ελάτε να σας βάλω λίγο στο backstage να γίνει απόλυτα κατανοητό. Τι είναι το “op-ed”; Είναι το άρθρο που τυπώνεται και δημοσιεύεται στο πιο σημαντικό και περίοπτο σημείο της εφημερίδας: “Opposite the Editorial page”, δίπλα στη σελίδα των εκδοτών, στη σελίδα όπου δημοσιεύονται άρθρα προσωπικής άποψης που ίσως και να μη συνάδουν με την άποψη της εφημερίδας που όμως τους δίνεται ισάξια βαρύτητα. Το αντίστοιχο δηλαδή δικό μας «πρωτοσέλιδο». Ένα op-ed άρθρο που σκιαγραφούσε τον Depp ως θύτη οικογενειακής βίας που είχε υποστεί η Heard και για την οποία έγινε «η εθνική φωνή για τα θύματα ενδοοικογενειακής βίας», «βίωσε το θυμό της κοινωνίας μας» (της Αμερικής δηλαδή) κατά την καταγγελία της και που δήλωνε ότι «είναι ώρα ν’ αλλάξει αυτό». Κι όλα αυτά με τη στήριξη (και τις επιμέλειες κειμένου) από το ΑCLU, “American Civil Liberties Union”, που χρονολογείται από το 1920 και που δραστηριοποιείται σε όλα τα κινήματα ενάντια στις κοινωνικές διακρίσεις, σεξουαλικές, φυλετικές, και κυρίως υπέρ του κινήματος #metoo – έναν από τους μεγαλύτερους ΜΚΟ της Αμερικής με έντονη κοινωνική δραστηριότητα και φωνή.
Το συγκεκριμένο άρθρο -το οποίο ναι μεν δεν κατονομάζει, αλλά δε χρειάζεται κιόλας για οποιον το διάβασε- έγινε η σπίθα για την αγανάκτηση του Johnny Depp κι ο λόγος της μήνυσης γιατί ήταν εξιστόρηση α’ προσώπου, δηλαδή μιας προσωπικής εμπειρίας του συντάκτη του άρθρου, σε μια από τις μεγαλύτερες και πιο αξιόπιστες εφημερίδες, με έντυπη κι ηλεκτρονική έκδοση, στην Αμερική. Μια εφημερίδα με έντονη παρουσία στα social media, διεθνώς, η οποία απαιτεί συνδρομή μηνιαία ώστε να διαβάσει κανείς πάνω από τρία άρθρα τον μήνα. Όλα τα παραπάνω με τη στήριξη της ACLU, που σφράγισε εν ολίγοις τη (φαινομενική) αξιοπιστία του κειμένου. Άρθρο το όποιο τιτλοφορήθηκε διαφορετικά στην έντυπη έκδοση και διαφορετικά στην ηλεκτρονική. Μέγα foul της εφημερίδας, που πήγαινε για κλικ ξεκάθαρα, κάνοντας ένα σφάλμα πρωτάρη στο οποίο εκ των υστέρων πάτησε πάνω η ομάδα των δικηγόρων του Depp για να πατήσει μηνυσάρα για συκοφαντική δυσφήμιση στη Heard.
Άρα συνοπτικά, με τη δημοσίευση του άρθρου της Amber Heard στο Washington Post το 2018 έχουμε στη μια πλευρά γυναίκα που συμβάλλει στο #metoo εξιστορώντας την εμπειρία της σε άρθρο με τη στήριξη της ACLU, από τις μεγαλύτερες ενώσεις στήριξης του κινήματος #metoo, μέσω μιας εφημερίδας τιτανοτεράστιας αναγνωσιμότητας παγκοσμίως, της Washington Post. Δεν υπήρχε εφημερίδα σοβαρή ή και φυλλάδα της πλάκας που δεν αναδημοσίευσε ή δε «φούσκωσε» την είδηση. Kι απέναντι ο Depp: γνωστός πότης και χρήστης, παντελώς τρελάρας με τις κιθάρες και τα ροκ του, τα τατού, τα δαχτυλίδια και τα σκουλαρίκια του, ως Edward Scissorhands, Jack Sparrow, Willie Wonka, Mad Hatter, που μόνο βλέποντάς τον στους ρόλους αυτούς, είσαι λες κι εσύ ο ίδιος κάνεις τριπάκι με psychedelics.
Αμφιβάλλω πολύ ότι υπάρχει άνθρωπος σ’ αυτόν τον κόσμο που να μην ξέρει τον Johnny Depp, αν όχι με το όνομά του, ως χαρακτήρα σε κάποιον από τους εκατοντάδες ρόλους που έχει παίξει. Κι ας δηλώνει και πάντα δήλωνε, πρώτα μουσικός. Οι γονείς μου έβλεπαν 21 Jump Street, εγώ από Edward Scissorhands, “What’s eating Gilbert Grape?”, τα ανίψια μου λατρεύουν Willie Wanka κι αντιγράφουν το περπάτημα του Jack Sparrow. Τρεις γενιές. Τρεις.
Μπορεί να δηλώνει μουσικός αλλά ποτέ δε δήλωσε άγιος. Ο ίδιος έχει δηλώσει ότι σχεδόν όλη του τη ζωή παλεύει με πρόβλημα εθισμού στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά- μάλιστα λέγοντας ότι ξεκίνησε στα 11 με τα “nerve pills” (aka ηρεμιστικά) της μάνας του, στα 12 ξεκίνησε να καπνίζει κι ως τα 14 «είχα δοκιμάσει όλα τα ναρκωτικά που υπήρχαν». Στα 16 παράτησε το σχολείο για να γίνει μουσικός, στα 18 μετακόμισε στο Los Angeles κυνηγώντας το όνειρο. Στα 20 γνώρισε τον Nicholas Cage, εξίσου τρελάρα, που έγινε φιλαράκι του στα binges με τα ποτά και τα ναρκωτικά, ο οποίος τον παρότρυνε να δοκιμάσει την ηθοποιία. Η καριέρα του στο Hollywood ξεκίνησε περίπου το 1984, όταν βρέθηκε να παίζει στο “Nightmare on Elm’s Street” ως θύμα του Freddy Kruger. Η αρχή μιας απίστευτης κι ασύγκριτης ως σήμερα καριέρας.
Κάπου δε σοκαρίστηκα αρχικά όταν κατηγορήθηκε ο Depp σαν θύτης και κακοποιητής. Μου κακοφάνηκε αλλά δε με εξέπληξε. Χέρι-χέρι δεν πάνε άλλωστε οι εξαρτήσεις με τη βία; Όποιος έχει ζήσει άνθρωπο κοντινό με εξαρτήσεις ή που κάνει κατάχρηση κάποιας ουσίας, είτε αυτό λέγεται αλκοόλ, είτε είναι κάποια ναρκωτική ουσία, είτε ακόμη και τζόγος, ξέρει καλά ότι όταν κάποιος έχει βυθιστεί στην εξάρτησή του, δεν είναι ο εαυτός του κι η βία είναι ένα μέσο να συνεχίσει να ταΐζει το «τέρας»- όπως το είπε ο Depp.
Όλοι όσοι μεγαλώσαμε στα ‘90s και ξέραμε τον ηθοποιό, γνωρίζαμε καλά για τις εξαρτήσεις του. Οι εμφανίσεις του στο “Viper Room” το οποίο είχε συνεταιρικά με τον συμπρωταγωνιστή του από το “21 Jump Street” και “Donnie Brasco” Sal Jenco, και που ήταν γνωστό in στέκι των αστέρων του Hollywood, το επιβεβαίωσαν. Τη δεκαετία αυτή γνώριζαν όλοι ότι εκεί γίνονται χρήση κοκαΐνης, μιας και μέσα στις τουαλέτες του Viper Room έκανε overdose ο River Phoenix παραμονή του Halloween του ’93. Γεγονός το οποίο θυμάμαι προσωπικά, ως εμπειρία, στις ειδήσεις, ζώντας στην Αμερική ακόμη τότε. Όλη η χώρα, μικροί και μεγάλοι συντετριμμένοι με τον χαμό ενός νέου με τόσο potential. Εννέα χρονών, κολλημένη στην τηλεόραση γιατί πρώτη φορά άκουγα για θάνατο από ναρκωτικά, ενός ηθοποιού που μάλιστα γνώριζα από την ταινία που λάτρευα: “Stand by me”.
To background λοιπόν γνωστό. Είναι γνωστό επίσης ότι τα ποτά και τα ναρκωτικά ακολουθούσαν δεκαετίες τον Depp κι ότι πάλευε μ’ αυτά – ή κι ότι πολλές φορές τον ήλεγχαν τελείως. Ναι, ήταν ο bad boy των ’90s, δερμάτινα, τσιγάρο στο χέρι, τατού κι αλητεία. Κι όσα αγόρια τότε, το ’90-’00 είχαν αυτο το ύφος, έπαιζαν κιθάρα κι ήταν λίγο φευγάτοι με τη φράντζα και το λευκο φανελάκι, είχαν σουξέ. Κι όσες πούμε ότι δεν είχαμε έρωτα με το σκοτεινό του βλέμμα, ψέματα θα πούμε. Καμία ηλικίας 30-40 σήμερα, δεν μπορεί να πει ότι δεν πέρασε “Depp phase”.
Ξέρουμε όμως και τον Depp που ήταν ανοιχτοχέρης, που ήταν εκεί για αγνώστους κι αδύναμους, για όποιον είχε ανάγκη με τις φιλανθρωπίες του και τις δωρεές του, που to 1988 είχε εμφανιστεί στο Λευκό Οίκο με τον πρόεδρο τότε Ronald Reagan, στην καμπάνια της Πρώτης Κυρίας για την πρόληψη κι ενημέρωση κατά των Ναρκωτικών για εφήβους, κάνοντας γενναιόδωρη δωρεά στο “Nancy Reagan Drug Abuse Fund”, που ντυνόταν αργότερα Jack Sparrow για την πλάκα του και πήγαινε σε νοσοκομεία με παιδάκια με καρκίνο κι άλλες ασθένειες και τους έκανε να γελούν. Που σου κοβόταν η καρδιά όταν έβλεπες τα παιδάκια να τον αγκαλιάζουν και να κάνει αυτός τα δικά του ως Jack για να βάλει ένα μικρό λιθαράκι χαράς στη μέρα τους. Και ναι, είναι τρομερά σημαντικό αυτό.
Δεν ήξερα ποια ήταν η Amber Heard (ίσως βέβαια φταίει το γεγονός ότι είμαστε συνομήλικες οπότε δεν είχε το «προβάδισμα» του Johnny) δεν είχα ιδέα για την καριέρα της κι ακριβώς επειδή δεν παρακολουθώ τα celebrity news δεν είχα ιδέα καν ότι ήταν παντρεμένη με τον Depp, ότι είχαν χωρίσει και μάλιστα δεν είχα ιδέα ότι είχε γράψει κι άρθρο στο οποίο σκιαγραφούσε την εμπειρία της με την ενδοοικογενειακή βία στα χέρια του. Ό,τι έμαθα γι’ αυτήν, το έμαθα παρακολουθώντας τη δίκη. Κι αυτή από ταπεινή καταγωγή με γονείς εξαρτημένους σε συνταγογραφούμενες φαρμακευτικές αγωγές και κακοποιητικούς. Σε μια ζωή από την οποία «δραπέτευσε» στα 17, φεύγοντας για Hollywood για να βρει μια νέα ζωή και να κάνει καριέρα ως μοντέλο ή ηθοποιός. Δεν πέρασε εύκολη παιδική ηλικία, δεν είχε εύκολη ζωή και σε καμία, μα καμία, περίπτωση δεν της άξιζε οποιαδήποτε μορφή κακοποίησης ή βίας.
Είναι γυναίκα που ύψωσε φωνή ενάντια στην ενδοοικογενειακή βία· Μεγαλοβδομάδα όταν είδα το πρώτο δικαστικό Live· μόλις είχαμε ολοκληρώσει εδώ στο Pillowfights την καμπάνιά μας #είναι_βία και το πρώτο ένστικτό μου ως γυναίκα, ως υπέρμαχος των θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, ως κάποια που πραγματικά έχει φτάσει στο σημείο enough is enough, δεν πάει άλλο να σιωπούμε, ήθελα να πιστέψω ότι βγήκε κι ότι μίλησε ανοιχτά για τη δική της εμπειρία για να βοηθήσει όντως όσες έχουν υποστεί βία στα χέρια ερωτικού συντρόφου.
Όμως θα πω και το εξής: όταν έχεις ζήσει από κοντά εξαρτήσεις, βία και λεκτική ή μη λεκτική κακοποίηση, όταν γνωρίσεις κάποιον οποίος έχει κάποια εξάρτηση, ενεργοποιούνται μηχανισμοί fight or flight- ένστικτα καλά ακονισμένα από τις περασμένες σου εμπειρίες. Δεν είναι κάτι για το οποίο μπορείς να ισχυριστείς άγνοια ή ότι «δεν το κατάλαβα ότι είχε εξάρτηση στο αλκοόλ και στα ναρκωτικά». Αυτό σε συνάρτηση του ότι μιλάμε για τον Depp, αφαιρεί από την αξιοπιστία σου όταν λες ότι «δεν το ήξερα, δεν το είχα καταλάβει». Και σίγουρα δε θα είναι καμία εμπειρία κακοποίησης μετέπειτα κάτι που θα σε κάνει να γελάσεις ή να ειρωνευτείς. Έτσι δεν είναι; Ειδικά αν σε κατηγορούν ότι ψεύδεσαι για τόσο τραυματικές εμπειρίες, όσος καιρός κι αν περάσει.
Άρα, έχουμε τον Depp να προσπαθεί να αποδείξει ότι έχει γίνει συκοφαντική δυσφήμιση, ότι ποτέ δεν κακοποίησε σωματικά ή σεξουαλικά τη Heard κι ότι το op-ed που είχε γράψει ήταν καθαρά για να τον βλάψει ηθικά και την Heard να προσπαθεί να αποδείξει ότι όντως την είχε κακοποιήσει κι ότι η ίδια δικαίως έγραψε πώς ήταν θύμα κι όλα όσα μαρτυρούσε δεν ήταν ούτε ψέματα ούτε προσπάθεια να βλάψει ηθικά κι επαγγελματικά τον πρώην σύζυγό της. Και κάπως, έτσι όλη η δίκη στράφηκε στην ενδοοικογενειακή βία και στη σωματική και σεξουαλική κακοποίηση, με την κάθε πλευρά να προσπαθεί να αποδείξει από πλευράς τους ότι δεν είναι ελέφαντας.
Έμαθα κατά τη διάρκεια του δικαστηρίου ότι αλτρουιστικά η Heard δώρησε σε δύο ιδρύματα -το ένα εκ των οποίων το ίδιο το ACLU που υποστήριξε το op-ed της, και το άλλο ένα παιδικό νοσοκομείο- ολοκληρο το ποσό των 7 εκατομμυρίων που κέρδισε στο δικαστήριο του διαζυγίου της με τον Depp. 3,5 εκατομμύρια στο κάθε ίδρυμα. Και 18 μήνες μετά την οριστικοποίηση κι αποπληρωμή του ποσού αποζημίωσης του διαζυγίου, ακόμα δεν έχουν καταβληθεί σε οποιοδήποτε από τα δύο Ιδρύματα. Καπου έπαιξαν με τις λέξεις, “pledge” (τάζω υπερ σκοπού) και “donate” (δωρίζω) αλλά όπως κι αν εχει, κανένα από τα δύο ιδρύματα δεν έχουν δει τα λεφτά που τους υποσχέθηκε. Αλλά οκ, αλλο να ντύνεσαι Jack Sparrow για μια μέρα και να κάνεις βόλτες μέσα σε παιδικά νοσοκομεία, άλλο να πετάς εκατομμύρια σε ιδρύματα, ε;
Είδαμε φωτογραφίες κι ακούσαμε ηχογραφήσεις, παρακολουθήσαμε βίντεο και διαβάσαμε μηνύματα που υπήρξαν από την αρχή της σχέσης τους, από το 2012-2013 ακόμα. Πολύ πριν την αίτηση διαζυγίου το 2016. Πράγμα το οποίο με τσίγκλησε αρκετά. Γιατί υπήρχαν αυτά; Κρατάς «ντοκουμέντα» από τις αρχές της σχέσης σου που να ενοχοποιούν τον σύντροφό σου; Τόσο πολύ φοβάσαι τι μπορεί να συμβεί; Κι έστω ότι τον αγαπάς και μένεις μαζί του, καταγράφεις όμως και την κακοποίηση; Και για να μην μπουμε στο τριπάκι του «γιατί έμεινες μαζί του;» (όπως κι αν το κάνουμε ξέρουμε ο έρωτας δεν είναι λογικός και πολλές φορές κάποιος μένει με σύντροφο που είναι κακοποιητικός γιατί τον αγαπά) θα ρωτήσω μόνο αυτό –ρητορικά-. Δίνεις μαχαίρι στον άνθρωπο που σε έχει κακοποιήσει, σε έχει δείρει, που σε κάνει να φοβάσαι για τη ζωή σου; Μια χατζάρα με σκαλισμένη επιγραφή «ως τον θάνατο»; Ρωτάω εγώ τώρα και το αφήνουμε εδώ αυτό.
Αυτό που με έκανε εν τέλει να κολλήσω, σε σημείο που περίμενα πώς και πώς κάθε βράδυ να τελειώσω από τη δουλειά για να μπω και να δω το πιο πρόσφατο «επεισόδιο» της δίκης, ήταν μια εξιστόρηση της Amber, για την πρώτη φορά που τη χτύπησε ο Johnny. Συνοπτικά, μια μέρα ενώ κάθονταν αγκαλιά τον ρώτησε τι έλεγε το τατού –ναι, ξέρετε ποιο, εκείνο που κάποτε έγραφε “Winona forever” και μετά από τον επίπονο χωρισμό τους έγινε “Wino (πότης) forever”. Εξιστορεί το γεγονός με μια έκφραση πόνου στο πρόσωπό της, λέει πώς όταν τον ρώτησε τι έλεγε το τατού που έχει ξεθωριάσει και φαίνεται απλώς σαν ένα μεγάλο μαύρο τίποτα στο μπράτσο του, μιας κι έγινε πριν 30+ χρόνια. Της απάντησε “Wino forever” αυτή έβαλε τα γέλια κι αυτός τη χαστούκισε. Μια φορά, μετά ξανά και ξανά και ξανά. Κι έπεσε στο πάτωμα κι όσο τη χαστούκιζε σκεφτόταν πόσο βρώμικο ήταν το χαλί στο πάτωμα.
Κι όσο και να ήθελα να τη δικαιολογήσω, όσο και να έδινα αρχικά αυτό το benefit of a doubt, ν’ ακούσω τη δική της πλευρά κι ας απομυθοποιούσε έναν ηθοποιό που θαύμαζα για τη δουλειά και το φιλανθρωπικό του έργο, μετά από αυτό, ό,τι κι αν έλεγε, έψαχνα να βρω εκείνο το tell που θα μαρτυρούσε το ψέμα της. Γιατί το ότι ισχυρίστηκε ότι δε γνώριζε τι ήταν αυτό το τατού, ότι δεν ήξερε τι έλεγε, δεν μπορώ να το πιστέψω. Όλη η υφήλιος, όποιος γνωρίζει ποιος είναι ο Johnny Depp, ξέρει την ιστορία του τατού αυτού. Πώς μπορεί μια, επίσης ηθοποιός, συνάδελφος δηλαδή, που τόσο τον θαύμαζε, που ήταν σε σχέση μαζί του, που ήταν ερωτευμένη, να μην ξέρει την ιστορία πίσω από το “Wino(na) forever”; Που εδώ ξέρουμε ως και την πρώτη χυλόπιτα του Γιαννάκη από τα Άνω Τζουμέρκα που μας την πέφτει στο ίνστα γιατί γουστάρουμε κι εμείς ολίγον τι κι αναλαμβάνουμε το ρόλο του ντετέκτιβ, να μάθουμε ό,τι μπορούμε από σόσιαλ.
Μετά από εκεί πήραν τα πάντα όλα μια κατρακύλα. Ηχογραφήσεις που αυτός ήταν τελειωμένος από ποτά και ναρκωτικά κι ούρλιαζε σαν το ζώο αλλά κι αντίστοιχες ηχογραφήσεις που κι η ίδια ήταν υπό την επήρεια και γελούσε σαν μανιακή. Το σκυλί που αφόδευσε στο μαξιλάρι του, το κομμένο δάχτυλο, η φωτογραφία ενός καθρέφτη, μουτζουρωμένο με μαύρη μπογιά να γράφει ασυναρτησίες ότι «της αρέσει να φωτογραφίζεται γυμνή» που ίσα που διαβάζονταν τα λόγια κι η μαρτυρία ότι τα έκανε όλα αυτά ο Depp εφόσον είχε κοπεί η άκρη του δακτύλου του από ιπτάμενο μπουκάλι που του πέταξε η Heard. Και μετά, άλλη μια φωτογραφία με νέα φράση στο κάτω μέρος με κεφαλαία ευανάγνωστα γράμματα, τέλεια γραμμένα με κόκκινη μπογιά, που ισχυριζόταν η ίδια ότι τα έγραψε αυτός σε διάλογο με τον εαυτό του. Είδαμε έπειτα ότι την εξέταζε η δικηγόρος του Depp κι επέμενε να φέρουν έναν γραφολόγο, να συγκρίνουν τα γράμματα που είναι με κόκκινο στον καθρέφτη με αυτά στο “Love diary” που έγραφαν ο ένας στον άλλον, να αποδείξει ότι η φράση με την κόκκινη μπογιά είχε γραφεί όχι από τη Heard ως προκλητική απάντηση.
Όταν η κοινή γνώμη αισθάνεται ότι κάπου πας να τους δουλέψεις, εκεί είναι που το χάνεις το παιχνίδι. Γιατί εκεί στήνεται το λαϊκό δικαστήριο. Εκεί πέφτουν όλα τα μάτια και τα φώτα πάνω σου, και τίποτα δεν ξεφεύγει. Κάπως έτσι βλέπουμε τώρα παντού hashtags #JusticeforJohnny #AmberTurd #JusticeforAmber #WifebeaterJD (χαρακτηρισμός που προήλθε από την εφημερίδα “The sun” της Αγγλίας, δυο χρόνια μετά από το op-ed, το 2020 κι αφού είχε «κρυώσει» πια η είδηση) κι άλλα πολλά που έχουν χωρίσει όλο το ίντερνετ σε δύο στρατόπεδα: Αυτό υπέρ του Johnny κι αυτό υπέρ της Amber.
Γιατί πλέον το δικαστήριο αυτό δεν είχε θέμα μια κατηγορία συκοφαντικής δυσφήμισης. Κάπως είχε μεταφερθεί στο πλάνο του γενικότερου και παγκόσμιου αγώνα ενάντια στην κακοποίηση. Και να ήθελε κανείς να συγκεντρωθεί στο ζητούμενο, όλο και περισσότερο βρισκόταν κάποιος που παρακολουθούσε στο δικαστήριο, να διχάζεται για τι πράγμα εν τέλει μιλούσαμε. Μετά από ένα σημείο έπαψε να είναι για τον Depp και τη Heard κι έγινε θύτης ενάντια στο θύμα. Μόνο που δεν ξέραμε ποιος είναι ποιος.
Δεν είναι εύκολο κανείς να παραδεχθεί τα λάθη και τα πάθη του. Συμφωνούμε εκεί. Και θέλει δύναμη ψυχής ή απάνθρωπη αναισθησία να τα παραδεχτείς, να πεις «ναι, το έκανα, τη χτύπησα. Και; Μου έσπασε τα νεύρα, έπινα, μαστούρωνα, έπαιρνα χάπια, ήμουν εκτός τόπου και χρόνου. Εδώ έδωσα ναρκωτικά στον Marilyn Manson γιατί μου την έσπαγε η φωνή του κι ήθελα να σκάσει. Τι να κάνω; Δεν ήμουν στα καλά μου, οπότε την κοπάνησα». Όταν όμως παραδέχεσαι ό,τι κακό σου έχουν προσάψει, ποτό, ναρκωτικά κατάχρηση συνταγογραφούμενων φαρμάκων, νόμιμα και παράνομα, πράγματα μεμπτά και κολάσιμα, όλα, εκτός από ένα, μήπως, λέω μήπως, είναι γιατί γι’ αυτό το ένα είσαι όντως αθώος;
Κι όσο περνούσαν οι μέρες και προχωρούσε η δίκη, όσες φορές ανέβαιναν στο εδώλιο Depp και Ηeard, παρακολουθώντας τις καταθέσεις και τις μαρτυρίες όλων όσων είχαν καλέσει έκαστος προς υπεράσπισή τους και προς κατηγορία του άλλου, όσα άκουγα από τα ηχητικά κλιπ, από τα βίντεο κι από τους ίδιους, μία ήταν η σκέψη μου, μία η πραγματική μου ανησυχία κι ο ηθικός διχασμός: Αχ, Θεέ μου μακάρι να λέει αλήθεια η Heard, μακάρι όντως να καταφέρει να αποδείξει και να μας πείσει ότι ήταν μόνο θύμα Intimate Partner Violence, γιατί αν δεν τα καταφέρει, αυτή η δίκη, αυτή η γυναίκα, θα είναι ο θάνατος του κινήματος #metoo.
Πόσο άρρωστο και πόσο πραγματικά διχαστικό, πόσες ενοχές σου δημιουργούνται, να σκέφτεσαι ότι να, μακάρι να είναι όντως κάποια γυναίκα θύμα ενδοοικογενειακής βίας, να λέει την αλήθεια κι ας αμαυρώνεται η εικόνα που είχες για έναν άλλο άνθρωπο, για το καλό όλων των γυναικών που έχουν υποστεί ενδοοικογενειακή βία. Να μη βγει ότι λέει ψέματα κι εν τέλει καταλήξουμε εκεί που ξεκινήσαμε: κανείς να μην πιστεύει τα θύματα, να τους ζητούν αποδείξεις για ό,τι πέρασαν και να αμφιβάλλουν για όσα μαρτυρούν για τις εμπειρίες τους. Γιατί υπάρχουν γυναίκες που έχουν υποφέρει, που υποφέρουν και δεν τολμούν να βγουν να πουν τίποτα, που δε μαρτυρούν τη δική τους αλήθεια.
“Tell the world Johnny, tell them Johnny Depp… I, Johnny Depp, a man… I’m a victim, too, of domestic violence. Let’s see who believes you. Let’s see how many people believe your side…” Του είπε. «Πες στον κόσμο Τζόνι, πες τους Τζόνι Ντεπ. Εγώ, ο Τζόνι Ντεπ, ένας άντρας, είμαι θύμα επίσης ενδοοικογενειακής βίας. Ας δούμε ποιος θα σε πιστέψει. Ας δούμε ποιος θα σε πιστέψει και θα πάρει το μέρος σου.» Κι εκεί, έκλεισε για μένα. Γιατί αν οι φωνές και τα λόγια ήταν αντίθετα, αν έλεγε ο Depp αυτά σε μια γυναίκα, θα ήμουν η πρώτη που θα έλεγε ότι πρέπει να κρεμαστεί σε πλατεία προς παραδειγματισμό.
Well, τα είπε ο Johnny. Βγήκε με το κεφάλι σκυμμένο και ζήτησε τη ζωή του πίσω. Ζήτησε δικαίωση. Ζήτησε να αναγνωρίσει το δικαστήριο ότι όσο κι αν έφταιξε, την ευθύνη όλων όσων έγιναν τη μοιραζόταν. Ζήτησε το δικαστήριο να βγει, να αποφανθεί και να πει ότι δεν ήταν αυτό το καθίκι που απεικονίζει η πρώην του. Αν μη τι άλλο, για να μπορεί να έχει μούτρα να δει στα μάτια τα παιδιά του.
Γιατί, ναι, και οι άντρες, οι Alpha Males, οι βαρβάτοι «αλήτες» με τα τατού και τα chunky δαχτυλίδια, οι άντρες των «τα τσιγάρα τα ποτά και τα ξενύχτια», μπορούν να είναι θύματα ενδοοικογενειακής βίας. Μπορούν κι αυτοί να έχουν φωνή και να ζητούν δικαίωση. Μπορούν να καταγγείλουν και να δείξουν σε όλο τον κόσμο, να παραδεχτούν ότι, ναι, έχω φταίξει, έχω σφάλλει, αλλά έχω υποστεί κι εγώ κακοποίηση. Μπορούν να έχουν τραβήξει τη γραμμή στη λεκτική και μη λεκτική βία, να μην έχουν ασκήσει σωματική, αλλά να την έχουν υποστεί. Που έχουν το δικαίωμα να «καθαρίσουν» το όνομά τους από μια τέτοια κατηγορία, κι ας μην μπορέσουν ποτέ πραγματικά να την αφήσουν πίσω τους. Γιατί άπαξ και ρίξει κάποιος εκείνη την κόκκινη μπογιά του θύτη και σε φωτογραφίσει ως θύτη βίας, οποιασδήποτε μορφής, δε θα μπορέσεις πραγματικά ποτέ να καθαρίσεις από αυτήν.
Τελικά μάθαμε ότι δικαιώθηκε ο Depp, το δικαστήριο αποφάσισε ότι κι οι δύο ήταν υπόλογοι για δυσφήμιση, αλλά ότι η Heard είχε σκοπό να βλάψει το όνομά του κι ότι έγινε με δόλο η υπογραφή του op-ed άρθρου, καθώς κι όσα για τα οποία την κατηγόρησε ο Depp. Μάθαμε ότι ουσιαστικά έχασε η Heard, ότι δεν κατάφερε να αποδείξει ότι δικαίως έγραψε το op-ed υπονοώντας ότι ο Depp ήταν κακοποιητής της.
Αποφάνθηκε το δικαστήριο υπέρ του Depp ότι είχε δεχθεί όντως συκοφαντική δυσφήμιση, όπως το έθεσε το κατηγορητήριο. Δικαιώθηκε, του έδωσε το δικαστήριο τη ζωή του πίσω μετά από έξι μακρά και επίπονα, ντροπιαστικά χρόνια. Τελικά όμως, μετά από όλα αυτά, όλο αυτό το International δημόσιο ρεζιλίκι, το ξεκατίνιασμα, τη φανερή αμφίδρομη κακοποίηση και το δηλητήριο που έσταζε η κάθε απόδειξη κακοποίησης, καθώς και τη δημοσιοποίηση ιδιαίτερων και πολύ κακών στιγμών τους, κέρδισε κανείς;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου