Δεν υπάρχει καλύτερη ξεκούραση απ’ τις ώρες που περνάς μακριά απ’ τη δουλειά σου. Ακόμη κι αν το επάγγελμά σου το αγαπάς και σε ολοκληρώνει –ακόμη κι αν είσαι, δηλαδή, ένας απ’ τους τυχερούς–, η μέρα του ρεπό σου είναι κάθε φορά το ίδιο πολύτιμη και δε θα την άλλαζες για τίποτα. Σίγουρα όχι για μια έξτρα μέρα στο άγχος και την πίεση της δουλειάς, σωστά;
Όλο το εβδομαδιαίο πρόγραμμά σου βασίζεται σε αυτήν τη μία ελεύθερη μέρα, ακόμη κι αν δεν προλαβαίνεις, τελικά, να φέρεις εις πέρας τις υποχρεώσεις που ήλπιζες πως θα είχες την ευκαιρία να εκπληρώσεις. Δε σου δίνεται η δυνατότητα, με λίγα λόγια, να κάνεις τα πάντα, στριμώχνοντας αγγαρείες κι επιθυμίες μέσα στις λίγες ώρες που έχεις εκτός δουλειάς, παρ’ όλο που σε κάθε επόμενο ρεπό προσπαθείς να διαψεύσεις τον ίδιο σου τον εαυτό και ν’ αποδείξεις το αντίθετο.
Για να λέμε και τα πράγματα με τ’ όνομά τους, στην πραγματικότητα απολαμβάνεις την ιδέα του day-off πολύ περισσότερο απ’ ό,τι απολαμβάνεις την ίδια τη μέρα όταν φτάνει. Μαζί με τη σκέψη του ρεπό έρχεται ένα έξτρα κίνητρο, λίγη παραπάνω ενέργεια και μια ανεξήγητη αίσθηση ανακούφισης, κάθε φορά που φέρνεις στο μυαλό σου τους διάφορους τρόπους αξιοποίησής του. Κι αν αυτό είναι σταθερό ή έστω ξέρεις από καιρό πριν πότε θα πάρεις το πολυπόθητο ρεπό για κάθε εβδομάδα του μήνα, γίνεται ακόμη πιο απολαυστική η διαδικασία αναμονής του. Αυτή η μονοήμερη άδεια, λοιπόν, είναι πιο σημαντική απ’ όσο φαντάζεσαι, αφού αποτελεί το παυσίπονό σου στον εργασιακό σου πονοκέφαλο.
Μπορείς να ξεφύγεις για λίγο απ’ τη μιζέρια της δουλειάς, ακόμη κι αν αυτή σου λείπει με το που την αποχωρίζεσαι. Τελειώνει η βάρδιά σου, ανυπομονείς να περάσεις μια ολόκληρη μέρα μακριά από χαρτούρα κι επαγγελματικές ευθύνες, ξημεροβραδιάζεσαι απολαμβάνοντας την προσωρινή ελευθερία σου κι ανυπομονείς να επιστρέψεις στη ρουτίνα με το που σε βρίσκει το ξημέρωμα. Γι’ αυτό και προσπαθείς απεγνωσμένα να εκμεταλλευτείς κάθε λεπτό που ‘χεις διαθέσιμο στο ρεπό σου, αλλά συνειδητοποιείς ότι δεν είναι καθόλου εύκολη η διαχείριση του χρόνου σου κι ίσως και καθόλου εφικτή η διαίρεσή του ώστε να καταπιαστείς με όλα όσα απαιτούν την προσοχή σου, σε μόλις ένα εικοσιτετράωρο.
Κάπου χάνεις την μπάλα κι ούτε οι ατζέντες ούτε τα χρονοδιαγράμματα κι υπολογισμοί σου δε σε βγάζουν απ’ τη δύσκολη θέση, αφού δεν ξέρεις από πού να ξεκινήσεις και πού να τελειώσεις. Προφανώς και κάποια στιγμή το χωνεύεις πως δε γίνεται να τα κάνεις όλα, αλλά και πάλι δεν είναι καθόλου εύκολο να επιλέξεις σε ποιο κομμάτι της ζωής σου θέλεις να αφιερώσεις τον –λιγοστό– ελεύθερο χρόνο σου.
Απ’ τη μία ονειρεύεσαι την άνεση του σπιτιού σου και τη ζεστασιά του κρεβατιού σου, που πάνε πακέτο με τον έξτρα ύπνο, το νόστιμο –πιθανότατα ανθυγιεινό κι έτοιμο– φαγητό και την πολυπόθητη ξεκούραση που ‘χεις ανάγκη να νιώσεις, αν επιλέξεις να υποκύψεις στη χουχουλιάρικη διάθεση. Κι απ’ την άλλη, θες τόσο πολύ να περάσεις χρόνο με τους φίλους και την οικογένειά σου, να βγεις, να δεις κόσμο αγαπημένο, να κάνεις βόλτες. Μετά από πολλή σκέψη, προσθέτεις και τον ίδιο σου τον εαυτό σ’ αυτήν την πολύπλευρη εξίσωση, που χρειάζεται λίγο ποιοτικό χρόνο κι επαναφόρτιση μπαταριών αλλά εξίσου και κοινωνικοποίηση, και το δίλημμα παραμένει.
Αν κοιμηθείς για να ξεκουραστείς και να ανασυγκροτήσεις δυνάμεις, θα περάσει η μέρα χωρίς να το καταλάβεις και θα χαθούν πολύτιμες στιγμές που θα μπορούσες να τις μοιραστείς με τους ανθρώπους σου, χτίζοντας αναμνήσεις. Αν αποφασίσεις πως αξίζεις κι εσύ λίγο χρόνο για τον εαυτό σου, μ’ ένα βιβλίο ή μια ταινία, θα νιώσεις ενοχές γιατί δεν τον αφιέρωσες στους άλλους. Κι έτσι, θα σαμποτάρεις την ηρεμία σου, σε μια επίμονη προσπάθεια να ευχαριστήσεις τους πάντες, παραμελώντας εσένα, ακόμη κι αν αργήσεις να το συνειδητοποιήσεις.
Μέχρι ν’ αποφασίσεις τι θα κάνεις, τελικά, κατά τη διάρκεια του ρεπό σου, η μέρα θα φτάσει στο τέλος της κι η αξιοποίησή του θα πάρει μια μικρή παράταση, επιστρέφοντας στην αφετηρία κι επαναλαμβάνοντας τα ίδια βήματα κάθε επόμενη φορά. Γι’ αυτό κι η ολοκλήρωση των υποχρεώσεών σου θα πρέπει να περιμένει, αφού προηγείσαι εσύ κι όλοι όσοι μπορούν να σε κάνουν να νιώσεις καλύτερα με την παρουσία τους. Φίλοι, οικογένεια ή σύντροφος, δεν έχει σημασία.
Οι άνθρωποι που αγαπάς αποτελούν κομμάτι της ζωής σου κι αφιερώνοντας χρόνο σ’ αυτούς, αφιερώνεις συνειδητά και στον εαυτό σου, αφού ζωγραφίζουν μόνιμα χαμόγελα στο πρόσωπό σου με την τρέλα τους και την αυθεντικότητά τους, γεμίζοντας τα κενά σου. Ακόμη κι αν πρέπει να ταλαιπωρηθείς αρκετά για να φτάσεις σ’ αυτήν την πληρότητα.
Τα ρεπό φτάνουν στο τέλος τους χωρίς καν να το αντιληφθείς, αλλά οι αναμνήσεις που δημιουργείς κατά τη διάρκειά τους είναι πολύτιμες κι ανταμείβουν την επιμονή σου, γιατί, στο σπίτι ή κάπου έξω, ο χρόνος αξίζει όταν ξοδεύεται με πρόσωπα αγαπημένα -κι ένα απ’ αυτά είναι, φυσικά, κι ο εαυτός μας!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη