Είναι κι αυτές οι μέρες, αυτές οι γιορτές, αυτά τα τυπικά μηνύματα. Χτυπάει το τηλέφωνο, μήνυμα. Από εσένα. Από εσένα που λάτρευα, από εσένα που σιχαίνομαι. Από εσένα που λες πως με αγάπησες, από εσένα που με σκότωσες σιγά σιγά. Και μαζί σκότωσες και κάθε συναίσθημα.
Ένα τυπικό μήνυμα. Μία τυπική απάντηση δική μου. Πόσο ψέμα και πόση ειρωνεία χωράει σε δύο μηνύματα; Ξέχασες πως υπάρχω, προχώρησες τη ζωή σου, αφού πρώτα πρόλαβες να με αδειάσεις κι επανέρχεσαι για να μου θυμίσεις την αξιολύπητη παρουσία σου και τον θρασύδειλο εαυτό σου, στέλνοντας ένα μαλακισμένο τυπικό μήνυμα. Νομίζεις είσαι cool. Νομίζεις σε πιστεύω. Νομίζεις ότι τώρα έχεις το πάνω χέρι, έκανες το κομμάτι σου κι ανέβηκες επίπεδο. Νομίζεις, μάτια μου.
Ξεχνάς πώς χωρίσαμε. Ξεχνάς πως με πλήγωσες. Ξεχνάς πόσο σκάρτα μου φέρθηκες. Κι επανέρχεσαι επειδή διαπιστώνεις πως σε ξεπερνάω, πως δε σε έχω ανάγκη πλέον, πως έχασες το δεδομένο κοριτσάκι που έτρεχε από πίσω σου. Αρχίζεις και βλέπεις πιο καθαρά. Αντικρίζεις την πραγματικότητά κατάματα. Και πονάει.
Σου έφυγε ο θυμός. Σου έφυγαν τα νεύρα. Κι άρχισαν να έρχονται οι αναμνήσεις, να σου θολώνουν το μυαλό. Άρχισαν να εμφανίζονται αυτά που κάποτε ένιωθες για εμένα κι όσο και να θες να τα καλύψεις, υπάρχουν και σε βασανίζουν τα βράδια που με «ξεχνάς» σε άλλες αγκαλιές.
Εσύ αποφάσισες. Εσύ επέλεξες. Με έδιωξες γιατί δεν ήμουν αρκετή, γιατί βαριόσουν, γιατί έψαχνες κάτι άλλο. Και τώρα, μετά από όλα αυτά, με πόσο θράσος έρχεσαι και μου παρουσιάζεις τον καινούριο εαυτό σου; Εσύ άραγε αναγνωρίζεις τον εαυτό σου μέσα σε αυτόν τον καινούριο άνθρωπο;
Τυπικά μηνύματα, τυπική «συγγνώμη», τυπικά φιλιά, τυπικά βλέμματα. Τι αξία έχουν όλα αυτά; Για ποιον τελικά τα κάνουμε; Για να νιώσουμε εμείς πιο καλά, πιο δυνατοί και να ξεφύγουμε απ’ την ανασφάλεια και το πληγωμένο «εγώ» μας; Θέλουμε να υποδυθούμε κάποιον και κάτι που δεν είμαστε, μήπως και νιώσουμε για μια στιγμή παντοδύναμοι κι ατσάλινοι;
Ξέρεις κάτι; Εγώ επιλέγω να παραμένω ίδια. Αυτή που γνώρισες, αυτή που ήμουν, αυτή που ερωτεύτηκες, αυτή που παράτησες. Επιλέγω να μη σε γουστάρω. Επιλέγω να μη σε έχω στη ζωή μου και να σε θεωρώ ένα περιττό βάρος, όποτε έρχεσαι για να μείνεις για λίγο. Επιλέγω να μη θέλω να αντικρίζω το ψεύτικο βλέμμα σου, να μην ακούω την ψεύτικη «συγγνώμη» σου, να μη σε νοιάζομαι, να μη σε έχω ανάγκη, να μη σε χρειάζομαι.
Επιλέγω να σου πω πως δε θέλω να μου στείλεις ποτέ ξανά κανένα μήνυμα. Να μη με πάρεις ποτέ ξανά τηλέφωνο. Να μην τολμήσεις να εμφανιστείς ποτέ μπροστά μου. Να στέκεσαι μακριά και να σταματήσεις να καταστρέφεις τον κόσμο μου.
Ζήσε μέσα στο άθλιο ψέμα σου, αυτό που κορόιδευες κι αυτό που τελικά δημιούργησες. Έγινες εσύ ο ίδιος, καρδιά μου, ένα χαζό αστείο, ένα κακό όνειρο, ο χειρότερος εφιάλτης, η μεγαλύτερη ντροπή, η πιο δειλή κι η πιο ψυχρή καρδιά.
Όταν θα έχεις την αξιοπρέπεια να με κοιτάξεις στα μάτια και να μου πεις ποιος είσαι πραγματικά και τι νιώθεις, έλα να με βρεις. Όσο επιλέγεις να ζεις στο γυάλινο κόσμο σου με τα φαντάσματά σου, μείνε μακριά μου. Δεν έχω χρόνο για άλλους κίβδηλους ανθρώπους. Δεν έχω χρόνο για άλλη αναμονή. Δεν έχω χρόνο για το «λίγο» σου.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη