Πόσο δύσκολο είναι τελικά να διατηρεί κανείς την ταμπέλα του καλού παιδιού; Αποτελεί μάστιγα στις μέρες μας, έναν τρόπο ζωής που μας καταπιέζει και μας χειραγωγεί. Κι όσο τον συνηθίζουμε, τόσο μας αρέσει. Τόσο εθιζόμαστε και πολύ δύσκολα ξεφεύγουμε απ’ αυτήν την κατάσταση. Το κακό με τους ανθρώπους που έχουν υιοθετήσει αυτήν την ταμπέλα, είναι ότι την αποχωρίζονται πολύ δύσκολα. Το πιο δύσκολο κομμάτι είναι να παραδεχθούν στον ίδιο τους τον εαυτό πόσο πολύ τους απασχολεί η εικόνα τους.
Είναι εξαιρετικά οδυνηρό γι’ αυτούς να φανερώσουν τον πραγματικό τους εαυτό. Όχι πως υποκρίνονται, μα κάθε τους κίνηση και κάθε κουβέντα ακολουθεί πάντα μια δεύτερη σκέψη. Αυτή που τους εγκλωβίζει στο κλουβί που μόνοι τους δημιούργησαν. Μια όμορφη, καλοφτιαγμένη γυάλινη βιτρίνα, που πάντα λάμπει, μα απαιτεί τόσο κόπο για να φαίνεται γυαλιστερή καθημερινά.
Η ταμπέλα αυτή αποκαλύπτεται σε κάθε έκφανση της ζωής των ανθρώπων που επιθυμούν να είναι πάντα πρόσχαροι, ευχάριστοι και κυρίως αποδεκτοί από το ευρύτερο, κοινωνικό σύνολο. Διστάζουν να πουν «όχι», δεν τολμούν να φέρουν αντιρρήσεις. Κι αν φέρουν, μετά τους κατακλύζουν οι τύψεις. Δυσκολεύονται εξαιρετικά να προτάξουν τον εαυτό τους και να βάλουν σε προτεραιότητα τα δικά τους θέλω και τις δικές τους ανάγκες. Πάντα είναι πάνω απ’ όλα οι άλλοι.
Γιατί αν οι άλλοι επιδεικνύουν θαυμασμό απέναντί τους και αποδοχή, αυτοί νιώθουν πως ανήκουν σε κάποια ομάδα, σε μια παρέα και πως αν σταματήσουν να φέρονται όμορφα και να σκύβουν σε όλα το κεφάλι, θα σταματήσουν να είναι και αρεστοί. Κι έτσι ο φαύλος κύκλος συνεχίζεται αδιάκοπα κι η κατηφόρα τούς παίρνει για τα καλά. Άπαξ και μπεις σε αυτό το λούκι, είναι τρομερά δύσκολο να ανακτήσεις τις ψυχικές αντοχές που χρειάζονται για να σπάσεις τα δεσμά σου και να είσαι ξανά ο εαυτός σου.
Ναι ο εαυτός σου, αυτός ο κακότροπος και αγενής εαυτός. Που γκρινιάζει, μουρμουράει, κουράζεται μετά τη δουλειά και δε θέλει να βγει. Θυμώνει όταν τον προσβάλλουν, φουντώνει όταν τον αδικούν και θέλει να φωνάξει, να βρει το δίκιο του, να βάλει τα όριά του, να απομακρυνθεί από τοξικούς ανθρώπους και καταστάσεις.
Ο εαυτός σου που απλώς βαριέται να πραγματοποιεί χάρες και επιθυμίες του κάθε ξιπασμένου, ο εαυτός σου που θέλει να πάει βόλτα σήμερα και όχι αύριο, που θέλει να βροντοφωνάξει «όχι» και να χαλάσει χατίρια. Θέλει να κάτσει στο κρεβάτι όλη μέρα κι όχι να εκτελεί διαταγές. Θέλει να δείχνει σκυθρωπός και κακόκεφος γιατί έχει τις μαύρες του. Θέλει να ξεσπάσει τα νεύρα του και ας θυμώσουν οι γύρω του.
Κι όλα αυτά τα καταπιέζουμε τελικά, για να γίνουμε οι ευχάριστοι, συμπονετικοί τύποι, που οι γύρω μας μάς θαυμάζουν. Τα καλά παιδιά της παρέας, που όλοι θα μας θυμηθούν το σαββατόβραδο κι όλοι μας θέλουν στην παρέα τους.
Λίγο-πολύ όλοι έχουμε βρεθεί σ’ αυτή τη φάση κι όλοι μας έχουμε υπάρξει καλά παιδιά. Βάλαμε τη φανταχτερή ταμπέλα, ένα τεράστιο χαμόγελο κι αρχίσαμε να εκτελούμε ευχές και χατίρια σαν ένα μαγικό τζίνι. Κι ας μην ξεγελιόμαστε. Είναι δύσκολο ν’ απαλλαχτούμε απ’ αυτό. Να το αποδεχθούμε και ν’ αποτινάξουμε από πάνω μας αυτήν την «αρρώστια» που μας καταπιέζει. Η όμορφη εικόνα δε φέρνει την ευτυχία.
Μόνο καταπίεση δημιουργεί, αποξένωση απ’ τον εαυτό μας κι αλλοίωση του χαρακτήρα μας. Η επιλογή είναι δική μας, αν τελικά θα είμαστε δυστυχισμένες μαριονέτες ή χαρούμενες, σκυθρωπές φάτσες.
Επιμέλεια κειμένου: Αναστασία Νάννου