Όλα μπορείς να τα ξεχάσεις. Όλα μπορείς να τα διαγράψεις. Αποφάσισες να προχωρήσεις, να χαράξεις καινούρια ευθεία χωρίς σκαμπανεβάσματα και να διαγράψεις τη δική σας πορεία. Πορεία γεμάτη πόνο και στροφές που οδηγούσαν σε αδιέξοδα. Κι έτσι απλά πατάς «delete» κι αρχίζεις να σβήνεις. Σβήνεις τα «σ’αγαπώ» σας, σβήνεις στιγμές, αναμνήσεις, υποσχέσεις, εικόνες, συναισθήματα. Κι εκεί που νομίζεις ότι έκλεισες τους λογαριασμούς σου με το παρελθόν, μια μέρα ανακαλύπτεις πως έχει ακόμα ξεχασμένη την κολόνια του στο συρτάρι σου.
Όλα μπορείς να τα ξεχάσεις. Μα όχι την κολόνια του. Τη λάτρευες την κολόνια του. Όταν σε πλησίαζε για να σε φιλήσει απαλά στον λαιμό, όταν σε αγκάλιαζε και κολλούσε πάνω σου, όταν ξάπλωνε δίπλα σου στο κρεβάτι. Η κολόνια του ήταν κομμάτι του. Μύριζες το άρωμά του και ταξίδευες. Ήξερες πως αυτό το άρωμα είναι το δικό του. Κι ας το είχαν τόσοι άλλοι, ας το μύριζες παντού. Εσύ το είχες συνδέσει στο μυαλό σου με τον άνθρωπό σου. Κάθε φορά που τσακωνόσασταν και το μύριζες κάπου έξω, κάπου σε κάποιον βιαστικό περαστικό που σε προσπερνούσε, ξαφνικά σου έλειπε και ξαφνικά ξεχνούσες όλους τους λόγους που σε κρατούσαν μακριά του. Αρκούσε αυτός ο ένας που σε ήθελε δίπλα στον άνθρωπό σου. Αρκούσε αυτός για να τρέξεις δίπλα του.
Αχ αυτή η κολόνια. Τι να πρωτοθυμηθείς. Επανασύνδεση με το άρωμά του να σαγηνεύει όλες τις αισθήσεις σου, να «λιποθυμάς» στην αγκαλιά του και να αφήνεσαι έρμαιο του έρωτά του. Καυτές βραδιές με μυρωδιές από σφηνάκια, υποβρύχια, τσιγάρα και το άρωμά του. Κάθε φιλί, κάθε άγγιγμα, κάθε αγκαλιά, όλα συνδεδεμένα με αυτήν την κολόνια. Ακόμα μυρίζει στα σεντόνια. Τόσες φορές τα έπλυνες, τόσες φορές έκλαψες πάνω σε αυτά, τόσες φορές φιλοξένησες άλλα κορμιά, μήπως και ξεχάσεις. Και λες και το κάνει επίτηδες, λες και τα έχει ποτίσει με μια μυρωδιά που δεν εξατμίζεται ποτέ. Είναι εκεί να σου θυμίζει το χαμόγελό του. Είναι εκεί να σε κάνει να πονάς.
Και τι γίνεται αν ο επόμενος σύντροφός σου έχει επιλέξει το ίδιο άρωμα; Με ποιο δικαίωμα; Με ποιο δικαίωμα φοράει αυτός την κολόνια που σε σημάδεψε έτσι αυθαίρετα; Με ποιο δικαίωμα σου καίει πάλι την καρδιά και σου γεμίζει τα μάτια με δάκρυα;
Οι περισσότεροι άνθρωποι συνδέουμε μυρωδιές με ανθρώπους, γεγονότα, εικόνες και στιγμές. Μία κολόνια είναι κάτι πολύ προσωπικό, ένα στοιχείο της προσωπικότητάς ενός ατόμου. Μυρίζεις την κολόνια του και ξέρεις ότι είναι κάπου εκεί κοντά. Ακόμα και αν αυτό το «κοντά» είναι μια γωνιά του μυαλού σου. Μύρισες την κολόνια του ανθρώπου σου κάπου εκεί έξω και όλα πάλι θόλωσαν. Εκεί που είχαν ξεκαθαρίσει.
Ανάθεμα το άρωμά του. Έφυγε. Ξέχασε. Σε κομμάτιασε. Και φρόντισε να αφήσει τα σημάδια του πίσω; Για να σε κρατάει στα δεσμά του και να μην ξεφεύγεις; Για να θυμάσαι όποτε πας να ξεχάσεις. Για να λυγίζεις όποτε θυμώνεις. Για να χαμογελάς όποτε σου έρχονται στο μυαλό τα δροσερά φιλιά που του έδινες στο λαιμό και τράβαγες μια τζούρα απ’ το άρωμά του.
Ήρθε η ώρα να κλείσεις πάλι την κολόνια στο συρτάρι, να το κλειδώσεις και να πετάξεις το κλειδί στο διάολο. Αφού έφυγε, ας μην ξαναγυρίσει. Οι αναμνήσεις, όμως, θα μένουν εκεί. Κάθε φορά που θα μαγνητίζεσαι απ’ το άρωμά του, θα χαμογελάς πονηρά αφού θα θυμάσαι τον άνθρωπο αυτόν.
Μα όπως αυτό θα εξατμίζεται και θα μπερδεύεται με άλλες μυρωδιές στην ατμόσφαιρα, έτσι κι οι αναμνήσεις κι ο πόνος θα απαλύνει σιγά-σιγά. Όλα μπορείς να τα ξεχάσεις. Μα όχι το άρωμά του.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη