Χίλιες και μία ευκαιρίες. Χίλιες και μία νύχτες. Κάθε νύχτα κι ευκαιρία. Άπαξ και πέρασες το όριο, έχασες. Ποιο είναι το όριο; Κάθε άνθρωπος έχει τα δικά του. Μα υπάρχει αι αυτό το απαράβατο όριο, των χιλίων ευκαιριών. Χίλιες ευκαιρίες, χίλια «σ’ αγαπώ», χίλιες συγγνώμες, χιλιοειπωμένα «θα αλλάξω» και χίλιες φορές απογοήτευση, χίλιες φορές βουτιά στο σκοτάδι της.
Κάθε νύχτα κι ευκαιρία. Και τόσες νύχτες να περνάνε χωρίς να αλλάζει, χωρίς να σου δίνει ένα σημάδι ότι από εδώ και πέρα θα μάθει να σε σέβεται, θα σου δίνει αυτό που αξίζεις, θα σε αγαπάει όπως πρέπει κι όχι όπως εκείνος νομίζει ότι πρέπει. Γιατί εδώ που τα λέμε υπάρχουν και κάποια «πρέπει» στην αγάπη. Πρέπει να σέβεσαι τον άνθρωπό σου, πρέπει να νοιάζεσαι, πρέπει να τον φροντίζεις, να τον ανεβάζεις, να τον κάνεις ευτυχισμένο, πρέπει να είσαι εσύ αυτός που θα τον κάνεις να χαμογελάει. Κι όλα αυτά τα πρέπει, πρέπει να γίνονται μόνο επειδή τελικά θέλεις.
Είναι «πρέπει» γιατί αποτελούν άγραφους κανόνες κι όταν γίνονται «θέλω» και πραγματοποιούνται αβίαστα, τότε έχεις κερδίσει το παιχνίδι. Αν όμως φτάσεις στο όριο και περάσεις τις χίλιες ευκαιρίες, έκοψες την κλωστή και τότε θα μας χωρίζουν πια τα πάντα.
Τότε θα ξεχάσω πως υπάρχεις, θα είσαι μια ανάμνηση, μια άσχημη, τρομακτική ανάμνηση, ένα κακό όνειρο που θέλω να μη θυμάμαι γιατί με πληγώνει, γιατί μου θυμίζει τις χίλιες γαμημένες ευκαιρίες που σου έδωσα. Και τις χαράμισες όλες.
Νόμιζες, μάτια μου, ότι μπορούσες να ρίχνεις τα ζάρια όσες φορές θες, να κλέβεις τους κανόνες του παιχνιδιού, να βρίσκεσαι δύο βήματα μπροστά και να με αφήνεις πίσω να σε χαζεύω. Έφτασες τελικά στη γραμμή τερματισμού; Κι εγώ έμεινα στην αφετηρία να σε κοιτάζω; Έτσι νόμιζες… Σε πέρασα πολλά βήματα. Με δυο-τρεις καλές ζαριές, σε πέρασα, σε ξεπέρασα και τερμάτισα.
Τερμάτισα κι έπιασα το όριό μου, αυτό που ούτε εγώ δε γνώριζα, αυτό που με άλλαξε κι εσύ έχασες πια οριστικά τις ευκαιρίες σου. Φωνάζεις τώρα, ικετεύεις, θες τη ζωή μας πίσω, θες εμένα πίσω. Τα κομμάτια μου μείνανε, τίποτα άλλο, δεν υπάρχει αυτό που πλέον επιζητάς. Εσύ το διέλυσες, εσύ το έχασες, εσύ το θεώρησες δεδομένο.
Σε είχα προειδοποιήσει πως σου δίνω ευκαιρίες για να αλλάξεις, για να μάθεις να αγαπάς, για να μάθεις να μην πληγώνεις τους ανθρώπους που σου δίνουν τη ζωή τους. Και εσύ τι έκανες; Έκοβες μία-μία τις κλωστές λες και πάλευες να φύγεις μακριά μου, λες κι ήθελες να δεις τα όριά μου, λες κι ήθελες να παίξεις με την υπομονή μου και τα συναισθήματά μου.
Χάσαμε κι οι δυο, έχασα μαζί σου χίλιες φορές. Και εσύ έχασες, μία φορά μόνο, αυτή τη μία που αποφάσισες να αλλάξεις, που είδες την πραγματικότητα κατάματα, που ένιωσες πως ο κόσμος σου είμαι εγώ και πως τόσο καιρό κατέστρεφες τον ίδιο σου τον εαυτό μαζί με εμένα, μαζί με εμάς.
Και το ερώτημα είναι: Είναι τελικά οι ευκαιρίες χίλιες και κάπου εδώ οι δρόμοι μας χωρίζουν και στο χίλια ένα όλα παγώνουν; Ή μήπως οι ευκαιρίες είναι χίλια μισό; Χίλια και κάτι; Μήπως όταν αγαπάς δε φτάνεις ποτέ στο χίλια ένα; Θα φανεί στην επόμενη ζαριά…
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη