Το 1998 ήταν η χρόνια όπου έμελλε να αλλάξει για πάντα τον τρόπο με τον οποίο θα λειτουργούσε πια η καθημερινότητα του ανθρώπου. Ήταν η χρονιά που δυο φοιτητές σε ένα γκαράζ έλαβαν την πρώτη τους επιταγή για να υλοποιήσουν ένα όραμά τους, που σήμερα έχει γίνει απαραίτητο στον καθένα μας. Μια μηχανή αναζήτησης, που χειρίζεται περίπου τρία δισεκατομμύρια αναζητήσεις τη μέρα, κατηγοριοποιώντας την πιο σχετική απάντηση στην ερώτηση που δέχεται. Όμως αλήθεια, πώς ήταν η ζωή μας πριν από αυτό; Γιατί έχουμε πλέον εξαρτηθεί τόσο πολύ από μια οθόνη για το καθετί που ψάχνει μια απάντηση στη ζωή μας;

Πριν απ’ το 1998 οι άνθρωποι αγαπούσαν περισσότερο τη λήψη πληροφοριών μέσα από βιβλία κι εγκυκλοπαίδειες. Ήταν αυτές οι αγαπημένες βιβλιοθήκες η σύνδεσή μας με τον άγνωστο κόσμο που δεν είδαν τα μάτια μας. Κι όλα τα σπίτια τότε είχαν μια γεμάτη βιβλιοθήκη και τόμους εγκυκλοπαιδειών –ιστορίας, ιατρικής κι ό,τι άλλο μπορείς να φανταστείς– παράθυρο στον κόσμο της γνώσης.

Όταν ,δε, ξεκίνησε η εικονογράφηση, τα μάτια μας χόρταιναν ακόμα περισσότερο κι ο εγκέφαλός μας αποθήκευε κάθε εικόνα και πληροφορία. Έφηβοι μαθαίναμε μέσω των σχολικών βιβλίων να εξερευνάμε τις αλλαγές που δεχόταν το σώμα μας κι η συμπεριφορά μας, καθώς δεν έλειπε η καζούρα στις αίθουσες, κάθε που το μάθημα μας έδινε μια αφορμή.

Νοσταλγώ κι εγώ, όπως πολλοί από εμάς σήμερα, αυτήν την αθωότητα που έκρυβε η απλότητα του τρόπου που μαθαίναμε. Που δεν υπήρχε αυτή η έκθεση σε τόσες, σκληρές πολλές φορές, πληροφορίες που μπορούν να τραυματίσουν μια αθώα παιδική ψυχή. Κι έπειτα, ήταν κι συζήτηση με τις παρέες, με την οικογένεια. Ήταν αυτή η αμηχανία που έκρυβε κάθε μικρή ή μεγάλη απορία σε κάποιον που σίγουρα θα μας έδινε τη σωστή απάντηση. Η αξία της συζήτησης ήταν διαφορετική τότε ανάμεσα στους ανθρώπους.

Ανάμεσα σ’ αυτά τα ιδανικά που πλέον κλονίστηκαν ανήκει κι η υγεία μας. Σήμερα για καθετί που νιώθουμε, ψάχνουμε αγωνιωδώς τα συμπτώματα με τις ώρες στην google και καταλήγουμε πολλές φορές στο συμπέρασμα πως μας απομένουν λίγοι μήνες ζωής, επειδή το λέει ένα άρθρο στο ίντερνετ που περιγράφει ακριβώς ό,τι –νομίζουμε πως– έχουμε κι η διάγνωση που κάναμε μέσω αυτού. Λες κι η πρόσβαση σε μια μηχανή αναζήτησης, μας δίνει αυτόματα και πτυχίο ιατρικής.

Άνθρωποι, σήμερα, εμπιστεύονται φαρμακευτικές αγωγές επειδή διάβασαν πως μόνο έτσι μπορούν να γιατρέψουν αυτό που έχουν. Θεωρούν την επίσκεψη σε ένα γιατρό για εξέταση χάσιμο χρόνου και χρημάτων. Η google τα ξέρει όλα κι είναι δωρεάν, έτσι με μια αναζήτηση ξέρουν τι πρέπει να κάνουν. Θλιβερό αν αναλογιστεί κανείς πόσο ευκολόπιστοι, μα παράλληλα και παντογνώστες, έχουμε καταντήσει.

Η υγεία δυστυχώς δεν είναι το μόνο θύμα. Στην ίδια παγίδα πέφτουν κι οι ανθρώπινες σχέσεις. Παίρνουν κινητό ή υπολογιστή και ξεκινούν αστείες αναζητήσεις –με σοβαρές προθέσεις– του τύπου: «Άλλαξε κολόνια, μήπως με απατά;», «Τι να κάνω για να τον ξεπεράσω;», «Πώς θα καταλάβω τη γυναίκα της ζωής μου;». Τι να απαντήσει η έρημη η google. Να μας πει πώς πάνω σε έναν αλγόριθμο μπορούμε να γκρεμίσουμε ή να φτιάξουμε τη ζωή μας; Επειδή βάσει αυτού του αλγόριθμου θα έρθει η πιο σχετική αριθμητικά απάντηση;

Έχουμε πια χάσει την εμπιστοσύνη στον άνθρωπο και τη βασίζουμε στην τεχνολογία. Έχουμε πια τόσο κρατήσει ό,τι μας τρώει μέσα μας ούτως ώστε να περιμένουμε λύση από μια μηχανή παρά απ’ τη συζήτηση με τους φίλους και την οικογένειά μας; Ξεχάσαμε πώς είναι ανθρώπινες, οι αδυναμίες κι οι φόβοι. Μα ποτέ δεν είναι αργά να τα ξανακτίσουμε.

Καμιά φορά η ευκολία στο να βρούμε μια άμεση λύση σε οτιδήποτε αντιμετωπίζουμε είναι δελεαστική. Δεν είναι, όμως, πάντα πραγματική. Αν δε νιώθουμε καλά σωματικά, αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να επισκεφτούμε ένα γιατρό. Αν νιώθουμε μοναξιά, ας βρούμε τις μούρες που αγαπάμε να πάμε για ένα καφεδάκι. Ας βγούμε έξω, ας χαζέψουμε τον ήλιο κι όχι τις οθόνες. Ας μη χτίσουμε άλλο τη ζωή μας γύρω από έναν αλγόριθμο. Γιατί φεύγοντας, καμιά αναζήτηση δε θα μας ψάξει. Ας μάθουμε, λοιπόν, να διαχωρίζουμε τη σωστή χρήση απ’ την κατάχρηση.

Συντάκτης: Χριστιάνα Παν
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη