Δεν είναι θυμός ή απογοήτευση. Είναι διαπίστωση ότι τα πραγματικά βράδια που η μοναξιά χτυπά κόκκινο κι ουρλιάζει σαν λύκος μέσα μου, τα περνώ σε ένα δωμάτιο συντροφιά με τις σκέψεις. Κι ακούω λόγια να περνούν, πότε φωναχτά, πότε ψιθυριστά και πότε βλέπω σαν θεατής στιγμές που πέρασαν κι όσο κι αν θέλω να τις αγγίξω, να τις νιώσω και να τις ξαναζήσω απλά δεν μπορώ. Τα ήσυχα θλιβερά αυτά βράδια που, ναι όλοι τα περνάμε, δε χτυπά το τηλέφωνο. Δε θες κανένα να είναι μαζί σου κι ας φωνάζει ψυχή για συμπόνια.
Δεν είδα ποτέ όμορφο άνθρωπο χωρίς σημάδια, χωρίς πληγές. Χωρίς όνειρα σπασμένα και θρύψαλα στη ματιά. ‘Εχουν μια ομορφιά αυτοί οι άνθρωποι. Έχουν το σημάδι της μοναξιάς. Το γνώριμο αυτό σημάδι της μοναξιάς που όσο κι αν τη μισείς, άλλο τόσο την αγαπάς. Κι ας παραμονεύει ο κίνδυνος να τη συνηθίσεις σαν ναρκωτικό.
Ακούς γύρω σου ανθρώπους να σου λένε πόσο σε αγαπούν, πόσο σε χρειάζονται. Αν είσαι ακόμα πιο τυχερός σε κάνουν να το νιώθεις κάθε φορά που αναζητάς το «μαζί» μέσα σου. Ακόμα, όμως κι όταν έχεις ξεχάσει τη γεύση του, ποτέ δε θα πεις «πεθαίνω μέσα μου σιγά-σιγά και φοβάμαι». Κι ας φοβάσαι κι ας τρέμεις την κατάρα μιας διαρκούς μοναξιάς. Γιατί μεγαλύτερη κατάρα απ’ αυτή δεν υπάρχει.
Όμως ο άνθρωπος, φουρτούνες που δεν έζησε δεν τις φοβάται. Δεν καταλαβαίνει φωτιά και συντρίμμια που δεν είδε και σκόρπισαν μ’ αυτόν πρωταγωνιστή. Κανείς δεν μπορεί κι ούτε θα καταλάβει το σταυρό που κουβαλά ο διπλανός του. Κανείς. Ο καθένας στο άκουσμα κακών γεγονότων θα νιώσει απλά τυχερός γι’ αυτά που έχει, θα δείξει την εκτίμηση του σ’ αυτά για λίγες μέρες και μετά θα συνεχίσει τη ζωή του. Αυτός που τα έχασε όμως, δεν ξεχνάει στη μέρα επάνω. Ούτε στο μήνα. Γιατί το βάθος κάποιων πληγών δεν κλείνει ποτέ.
Κι έτσι όπως κάθομαι και φεύγει το μυαλό μου, τους ψάχνω όλους έναν-έναν. Τους ζυγίζω στα δύσκολα και κρατώ πάντα αυτούς που δεν ήθελαν αυτό το μήνυμα που έλεγε «σε χρειάζομαι». Γιατί ο άνθρωπος φτιάχτηκε για να μην είναι μόνος.
Λυπάμαι, αλλά το ξέρω ότι η φιλία αν και είδος προς εξαφάνιση στις μέρες μας, υπάρχει. Δε θα τη βρεις στα μάτια των πολλών. Δε θα τη βρεις στα μάτια αυτών που στα δύσκολα σε άφησαν γιατί θίχτηκε το εγώ τους και η δική τους καλοπέραση. Θα τη βρεις σε πρόσωπα που δεν περίμενες. Θα δεις γνωστούς να γίνονται οικογένεια. Γιατί το να πεις μια καλή κουβέντα σε κάποιον δεν παίρνει παρά μόνο ένα λεπτάκι από το χρόνο σου. Και δεν ξέρεις πόσα σημαίνει αυτό το λεπτάκι που θα αφιερώσεις σ’ αυτόν που το έχει ανάγκη. Σ’ αυτόν που ψάχνει το νόημα ξανά απ’ την αρχή.
Δεν ξέρω αν το έχεις νιώσει αυτό. Για τη μοναξιά αυτήν που έρχεται και σε κλείνει μαζί της. Ξέρω πως αυτοί που την ένιωσαν, αυτοί που την έβαλαν κάτω και πάλεψαν μαζί της. δεν βγήκαν ποτέ οι ίδιοι. Γιατί όσο ήταν πιασμένοι στα χέρια μαζί της και έβλεπαν άλλους να φεύγουν, άλλους να πολεμάνε μαζί τους κι άλλους να τη βοηθάνε, δεν ξέχασαν.
Κι όταν σήκωσαν το κεφάλι ξανά να δούνε τον ήλιο, τον είδαν πρώτα με τη καρδιά τους. Δεν ξέχασαν ποτέ. Οι μάχες είναι σημάδια που μας ξαναβάζουν στο δρόμο που πρέπει για να βρούμε ξανά την ευτυχία μας. Κι όλα κάποια στιγμή θα πάνε όπως πρέπει να πάνε. Κατ’ ευχήν.Τ
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου