

Εάν έχεις απέναντί σου ένα ποτήρι με νερό (ή αλκοόλ αν το προτιμάτε), οι επιλογές είναι δύο. Το θεωρείς ατυχές που δεν είναι γεμάτο ή ευτυχές που δεν είναι άδειο. Στην πρώτη περίπτωση τείνεις να προσεγγίζεις τις καταστάσεις με απαισιόδοξη διάθεση, στη δεύτερη με αισιόδοξη. Κάτι που χαρακτηρίζει και τη γενικότερη στάση σου απέναντι στη ζωή και στο τι σου φέρνει.
Η ιστορία του Frano Selak, μοιάζει τόσο απίστευτη και τόσο απίθανη που θα μπορούσε να είναι σενάριο μιας πολύ ωραίας ταινίας, σειράς ή βιβλίου. Σενάριο βγαλμένο από τη ζωή και την πραγματικότητα και εμπίπτει στην πιο πάνω κατηγορία: αν θα προσεγγίσεις το ποτήρι ως μισοάδειο ή μισογεμάτο.
Ο Κροάτης μουσικός, ένα επάγγελμα συνηθισμένο και καθημερινό που δεν προμήνυε με το τίποτα το τι θα ακολουθούσε, γεννήθηκε το 1929 και πέθανε το 2016, αφού πρώτα έζησε μια ζωή με τόσες αναποδιές και σκαμπανεβάσματα, που αντιστοιχούν σε δέκα.
Η πρώτη του επαφή με την τύχη, ή την ατυχία, ήταν το 1962, όταν ο Σέλακ ταξίδευε από το Σεράγεβο στο Ντουμπρόβνικ. Ξαφνικά, ο καιρός επιδεινώθηκε και ξεκίνησε μια καταρρακτώδης βροχή. Το τρένο εκτροχιάστηκε από την πορεία του και έπεσε σε ποταμό. Κάποιοι από τους επιβάτες πέθαναν, 17 στο σύνολο, ο ίδιος επέζησε και βοήθησε και αρκετούς να κολυμπήσουν μέχρι τη στεριά και να σωθούν. Ο Σέλακ τη γλίτωσε με ένα σπασμένο χέρι, υποθερμία και πολυήμερη παραμονή στο νοσοκομείο· αλλά το σημαντικό ήταν ότι γλίτωσε.
Πριν προλάβει να συνέλθει, τον επόμενο χρόνο, συνέβη κάτι ακόμα πιο συνταρακτικό. Το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε ενεπλάκη σε σοβαρό ατύχημα όταν μια πόρτα άνοιξε χωρίς προειδοποίηση. Ο Σέλακ πετάχτηκε ενστικτωδώς έξω, μαζί με μια αεροσυνοδό, και προσγειώθηκε σε άχυρα, αποκομίζοντας μόνο κάποια ελαφριά τραύματα. Το αεροπλάνο συνετρίβη τελικά με 19 νεκρούς και ο Σέλακ επέλεξε συνειδητά να μην το χρησιμοποιήσει ξανά σε ταξίδι του.
Οι ατυχίες του δε σταματούν εδώ. Κάποιος ενδεχομένως να πίστευε ότι εξάντλησε όλα τα περιθώρια και θα ξεκινούσε να είναι πιο τυχερός. Αλλά, το 1966, σε μια διαδρομή που έκανε με το λεωφορείο, εκείνο έπεσε σε ποτάμι. Από το ατύχημα πέθαναν 4 επιβάτες και ο Σέλακ επέζησε με τέσσερα τραύματα, κολυμπώντας μέχρι την ακτή. Και βγήκε και το λεωφορείο από τη λίστα με τα πιθανά Μέσα Μεταφοράς που θα χρησιμοποιούσε. Αεροπλάνο και λεωφορείο, πλέον αποφεύγονται.
Διαβάζοντας όλες αυτές τις περιπέτειες, όλες αυτές τις φορές που απέφυγε τον θάνατο, λες αυτό ήταν, πέρασε πολλά, τού αξίζει να ξεκουραστεί. Αλλά η μοίρα είχε άλλα σχέδια.
Κι αφού το περιβάλλον του τον θεωρούσε μαύρη γάτα και πρόξενο καταστροφών, κανένας δεν ταξίδευε μαζί του και κανένας δεν έμπαινε στο αυτοκίνητό του. Το 1970 και το 1973 το αυτοκίνητό που οδηγούσε, διαφορετικό την κάθε φορά, άρπαξε φωτιά και τον ανάγκασε να πηδήξει έξω για να μην καεί. Τη δεύτερη φορά, τα εγκαύματά του ήταν πιο πολλά αλλά ευτυχώς όχι τόσο σοβαρά που να τον οδηγήσουν σε κάτι χειρότερο.
Αν μπορούσα να διαβάσω το μυαλό και τη σκέψη του, είμαι σίγουρη ότι μετά και τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα ο ίδιος θα έλεγε στον εαυτό του: τέρμα και τα ΙΧ, η κακοτυχία που με δέρνει επεκτάθηκε!
Εμ, φυσικά και επεκτάθηκε. 22 χρόνια αργότερα (για τα χρόνια που μεσολάβησαν δεν έχουμε καμία μαρτυρία) χτύπησε ενώ περπατούσε σε δρόμο της Κροατίας από διερχόμενο λεωφορείο (νομοτελειακά θα έλεγα) και τη γλίτωσε με κάποιες εκδορές, αρκετά ελαφριές.
Φαίνεται αυτό το ατύχημα πυροδότησε την προηγούμενη ατυχία του, διότι τον επόμενο χρόνο, τραυματίστηκε σε ατύχημα με το αυτοκίνητο. Καθώς οδηγούσε σε ορεινό δρόμο στην Κροατία και στην προσπάθειά του να αποφύγει όχημα στην αντίθετη λωρίδα, έπεσε με το αμάξι του πάνω στις μεταλλικές πλαϊνές μπάρες. Χτύπησε μεν σοβαρά αλλά συνειδητοποίησε ότι αυτές οι μπάρες τού έσωσαν τη ζωή και απέτρεψαν τα χειρότερα.
Και κάπου εδώ τελειώνουν οι ατυχείς στιγμές του Σέλακ. Ίσως η τύχη τον δοκίμαζε, αγρίως ομολογουμένως, για να δει πόσο και αν θα αντέξει και αναλόγως να τον επιβραβεύσει. Και τον αποζημίωσε και με το παραπάνω. Αντιστράφηκαν τα δεδομένα, τού χαμογέλασε το σύμπαν και κέρδισε 900 χιλιάδες ευρώ στο Λόττο της χώρας του. Ένα τεράστιο ποσό για τα δεδομένα της Κροατίας, στην ηλικία των 73 χρονών. Και τα εκμεταλλεύτηκε με τον καλύτερο τρόπο. Αφού αγόρασε δύο σπίτια και μία βάρκα -που ήταν το όνειρο της ζωής του- το 2010 έδωσε τα περισσότερα χρήματα που περίσσεψαν σε συγγενείς και φίλους. Μετά, επέστρεψε στην προτεραία, ταπεινή, χαμηλών τόνων ζωή του δίπλα στη γυναίκα του, απολαμβάνοντας στο έπακρο τα τελευταία χρόνια μιας πολυτάραχης ζωής για να πεθάνει πλήρης ημερών το 2016.
Με δεδομένο ότι όλα τα γεγονότα έγιναν σε μια εποχή που δεν υπήρχαν ενημερωτικά δίκτυα, γρήγορη ενημέρωση, διαδίκτυο ή άλλου τύπου πληροφόρηση και η διάδοση των ειδήσεων γινόταν και από στόμα σε στόμα, εύλογα εγείρεται το ερώτημα αν όντως συνέβησαν όλα αυτά. Αν προσθέσουμε και το ότι κάποιες φορές δεν υπήρχαν αυτόπτες μάρτυρες, οι υποψίες πολλαπλασιάζονται. Αλλά, συνειδητά επιλέγω να ακολουθώ το ρητό τoυ Mark Twain, never let the truth get in the way of a good story (σ.σ. εάν η ιστορία είναι καλή, μην την καταστρέψεις με την αλήθεια). Άλλωστε, ακόμα και αν δεχτούμε ότι η ιστορία έχει ρωγμές και είναι διάτρητη, ο ίδιος ο Σέλακ, την πίστεψε τόσο πολύ και την πούλησε τόσο καλά που είναι κρίμα να αμφισβητείται, σε οποιαδήποτε σφαίρα, ρεαλιστική ή φανταστική, κι αν ενταχθεί.
Όλων λεχθέντων, ο Σέλακ παραμένει ο πιο άτυχος τυχερός της σύγχρονης ιστορίας. Με το ποτήρι μισογεμάτο είναι τυχερός για όσα απέφυγε, ενώ με το ποτήρι μισοάδειο είναι άτυχος για όσα έζησε. Βέβαια, λίγη σημασία έχουν όλα αυτά. Διότι όπως είπε και ο μεγάλος Σόλων, το τέλος της ζωής του ανθρώπου καθορίζει τον ευτυχή και ανέφελο βίο. Και το τέλος του Σέλακ υπήρξε ευτυχές. Με όλα όσα αγαπούσε και εκτιμούσε. Και αυτό από μόνο του τον κατατάσσει σε ένα απίστευτο τυχερό άνθρωπο. Όχι διότι απέφυγε τον θάνατο, αλλά επειδή νίκησε την ίδια τη ζωή.