Πριν λίγο καιρό βρέθηκα σε μια παρέα, την οποία είχα πολύ καιρό να δω και πραγματικά είχα επιθυμήσει. Δε βρισκόμαστε συχνά, αλλά η σχέση μας είναι βαθιά και ουσιαστική, ανάγεται στα βάθη των χρόνων και όσο πίσω πάω στις αναμνήσεις μου, είμαι κι αυτοί μέσα. Κάποιοι παντρεμένοι, κάποιοι ελεύθεροι, κανένας χωρισμένος, οι μισοί με παιδιά. Στη συζήτηση που προέκυψε, ένα από τα θέματα που αναπόφευκτα θίξαμε ήταν και οι σχέσεις και μια νέα τάση που ξεκίνησε, όπως πάντα άλλωστε, από το εξωτερικό, το quiet quitting.
Αν πήγε το μυαλό σου σε παραίτηση από τη δουλειά, δεν έχεις και εντελώς άδικο, διότι ο όρος από ‘κει ξεκίνησε. Από πολυεθνικές, μεγάλες εταιρίες που απομυζούν τον εργαζόμενο, τον πληρώνουν ψίχουλα, απαιτούν από αυτόν τα μέγιστα και τον ευχαριστούν με thank you letters στο τέλος της χρονιάς. Ο υπάλληλος, νιώθοντας δικαίως υποτιμημένος, ξεκινά σταδιακά να αποτραβιέται και να αδιαφορεί για την εργασία του, να «παραιτείται» και να κάνει μόνο τα απολύτως απαραίτητα για να μην τον απολύσουν. Η τάση αυτή, λοιπόν, βαθμιαία επεκτάθηκε και στις σχέσεις, ερωτικές και φιλικές.
Ο χωρισμός από μια σχέση είναι επώδυνος και τις πιο πολλές φορές δύσκολος. Δεν το παίρνουμε εύκολα απόφαση και οι παράγοντες είναι πολλοί. Φυσικά, εξίσου δύσκολο είναι και το να μείνουμε σε μια σχέση που έχει τελειώσει προ πολλού. Αρχικά, πρέπει να αναζητηθούν οι λόγοι για τους οποίους κάποιος καταφεύγει σ΄αυτήν την τακτική ενώ θα μπορούσε να λήξει τη σχέση. Να παραδεχτεί έντιμα και ειλικρινά ότι του τέλειωσε. Θεωρώ πως ο πρωταρχικός λόγος είναι ο φόβος μη μείνουμε μόνοι. Λανθασμένη σκέψη, εννοείται, αλλά πόσες φορές δεν έχουμε ακούσει ότι η μοναξιά είναι χειρότερη από μια κακιά σχέση; Έπειτα, είναι και ο χαρακτήρας του ατόμου, αν είναι αναβλητικός, παθητικός ή ακόμα αν προσπάθησε στο παρελθόν να συζητήσει προβλήματα και ανησυχίες αλλά η προσπάθεια έπεσε στο κενό. Ίσως, είναι και η ανασφάλεια που νιώθουμε, όταν δεν είμαστε σίγουροι ότι θέλουμε να τερματίσουμε τη σχέση ακόμα ή το αντίθετο, όταν είμαστε σίγουροι και με αυτό τον τρόπο προλειαίνουμε το έδαφος. Υπάρχει, βέβαια, και ένα μικρό ποσοστό που καταφεύγει σ΄αυτή την τεχνική ασυνείδητα εντελώς.
Είναι το quiet quitting μια άτυπη μορφή ghosting; Πραγματικά, πιστεύω πως αυτό δεν έχει και τόση σημασία, όση το να αντιληφθούμε τα σημάδια και τις ενδείξεις, αν αυτό γίνεται. Το quiet quitting έχει να κάνει με την απουσία πρωτοβουλίας για οτιδήποτε θα σας φέρει πιο κοντά. Δεν κανονίζετε ρομαντικά δείπνα, εξόδους για τους δύο σας, δε γίνεται καμιά προσπάθεια για τη σχέση, σχέδια, συζητήσεις για το μέλλον, πλάνα για κοινές διακοπές. Δεν επιδιώκεται ποιοτικός χρόνος μαζί και το χειρότερο, δεν επιδιώκεται σ3ξουαλική επαφή. Οι κουβέντες σας είναι απλώς διεκπεραιωτές και έχουν να κάνουν με τα καθημερινά σας θέματα, όπως το ποιος θα πετάξει τα σκουπίδια ή το αν πληρώθηκε η ΔΕΗ.
Κάνετε μόνο τα απαραίτητα στη σχέση σας, απουσιάζει η οικειότητα, η ρομαντική διάθεση- άρα και το σ3ξ- τα γλυκόλογα και οι μικρές εκείνες χειρονομίες που έσπαγαν τη μονοτονία της σχέσης: τα λουλούδια, τα μικρά, αναπάντεχα δώρα, οι εκπλήξεις εκατέρωθεν, εκείνα τα τηλεφωνήματα χωρίς λόγο στο μέσο της ημέρας γιατί κάτι θυμηθήκατε. Το πρωινό φιλί πριν τη δουλειά, η αγκαλιά στον καναπέ όταν βλέπατε ταινία, το ανεπαίσθητο άγγιγμα όταν περνούσε από πίσω σου στην κουζίνα. Σαφώς, όλα αυτά είναι φυσιολογικά σε μια σχέση μακροχρόνια, με συγκατοίκηση κιόλας αλλά το quiet quitting έχει να κάνει με απόσυρση, μια διαδικασία παραίτησης, μια μεταβολή της σχέσης σας από ερωτική σε φιλική. Πλέον νιώθετε ότι είστε δύο πολύ καλοί συγκάτοικοι που φέρνετε εις πέρας όλες σας τις υποχρεώσεις με επιτυχία.
Λένε, ότι το αντίθετο της αγάπης δεν είναι το μίσος αλλά η αδιαφορία. Και σε αυτή την περίπτωση, η αδιαφορία εκδηλώνεται με διάφορους τρόπους. Δεν υπάρχει ενδιαφέρον για το πώς πέρασες τη μέρα σου, για το ποιους συνάντησες, αν έγινε κάτι ενδιαφέρον στη δουλειά. Οι διαφορές λύνονται, όχι με επιχειρήματα, αλλά με το αίσθημα της παραίτησης, της απουσίας ενέργειας, απλώς για να ολοκληρωθεί η συζήτηση και να πάμε παρακάτω.
Δε γίνεται καμιά αναδρομή η αναπόληση των ευτυχισμένων στιγμών του παρελθόντος. Του πρώτου ραντεβού, του πρώτου φιλιού, της πρώτης ερωτικής εξομολόγησης, του πρώτου ταξιδιού. Και, συνεπακόλουθα, δε γίνεται και καμία αναφορά στα συναισθήματα. Ίσως είναι από ενοχή, διότι υπάρχει ως σκέψη ο τερματισμός της σχέσης αλλά ταυτόχρονα και η δειλία.
Η απόκρυψη των πραγματικών συναισθημάτων, επακόλουθα, φέρνει κούραση και νεύρα. Στα μικρά, εκείνα που κανονικά δε θα έδινες σημασία, πλέον συλλαμβάνεις τον εαυτό σου να αντιδρά με εκνευρισμό, απότομα και χωρίς υπομονή. Ίσως και αυτό να είναι συγκεκαλυμμένη ενοχή ή τύψεις, που δειλιάζεις να αντιμετωπίσεις την αλήθεια.
Η Άννα Βίσση το έχει πει πάρα πολύ παραστατικά σε ένα από τα πρώτα της τραγούδια, τις Αποδείξεις. Σε ένα ζευγάρι που ξενυχτά και κοιμάται χώρια, δεν αγκαλιάζεται, δεν κάνει ο ένας πειράγματα του άλλου, δε συζητά και δε γελά, χρειάζονται κι άλλες αποδείξεις για να παραδεχτούν επιτέλους πως τους τελείωσε; Η δε αξεπέραστη Μπάρμπαρα Στρέιζαντ, με το υπέροχο τραγούδι της You don’t bring me flowers anymore, σε ντουέτο με τον Neil Diamond, παρουσιάζει με παράπονο και νοσταλγία την παραίτηση, την απομάκρυνση από τη σχέση. Βάλτε το αγαπημένο σας ποτό και ακούστε το. Αν ταυτιστείτε, μην ντραπείτε να αφήσετε ένα δάκρυ να κυλήσει αλλά και να πάρετε και τις ανάλογες, τολμηρές, αποφάσεις.
You don’t bring me flowers
You don’t sing me love songs
You hardly talk to me anymore
When you come thru the door
At the end of the day
I remember when you couldn’t wait to love me
Used to hate to leave me
Now after lovin’ me late at night
When it’s good for you, babe
And you’re feelin’ alright
Well you just roll over and turn out the light
And you don’t bring me flowers anymore