Η ατάκα «Σουηδία γίναμε» –αναφερόμενοι στον κυνισμό και την ψυχρή λογική των Σκανδιναβών, εν αντιθέσει με το μεσογειακό μας ταμπεραμέντο– δίνει και παίρνει τελευταία, επειδή σε κοινές παρέες υπάρχει ο “I know a guy who knows a guy” ο οποίος κρατάει επαφή με πρώην και μπορεί κι η νυν σχέση να μην έχει κανένα θέμα με αυτή τη φάση. Κάτι τέτοιο φαίνεται σε αρκετό κόσμο περίεργο. Απορούμε πραγματικά πώς καταφέρνουν και μένουν φίλοι με τους πρώην τους, χωρίς να επιδιώκουν κάποια επανασύνδεση ή να τους έρχονται διαρκώς αναμνήσεις απ’ τα παλιά.

Κι είναι το εν λόγω θέμα μια συζήτηση που όταν ανοίγεται σε παρέες μπορεί να διχάσει και να προκαλέσει από εντάσεις μέχρι και γέλια. Εφόσον αποκλείεται για ορισμένους να μένουν μόνο στο φιλικό, ενώ έχουν περάσει την πόρτα του ερωτικού και μάλιστα της σχέσης και του συντρόφου με τη βούλα, τους μοιάζει τραγελαφικό και τους δίνει τροφή για δούλεμα και πείραγμα. Γιατί όμως;

Μας φαίνεται δύσκολο να κατανοήσουμε ότι υπάρχουν άνθρωποι που εκτιμούν πραγματικά τους πρώην τους ως χαρακτήρες και το εννοούσαν όταν έλεγαν ότι δε θέλουν να τους χάσουν απ’ τη ζωή τους. Πέρα απ’ το ερωτικό, που δεν τους βγήκε, μπορεί να θαύμαζαν τον πρώην σύντροφό τους σ’ άλλους τομείς της ζωής του κι όντως να χαίρονται να τον συναναστρέφονται για ορισμένα στοιχεία της προσωπικότητάς του.

Μπορεί αυτός που ανήκει στο ερωτικό παρελθόν κάποιου να ‘ναι καλός ακροατής, εξαιρετικά οργανωτικός ή να δίνει πάντα εύστοχες συμβουλές, στοιχεία που μπορούν να βοηθήσουν το πρώην ταίρι να εξελιχθεί, εφόσον εξακολουθεί να υπάρχει μεταξύ τους αμοιβαία αγάπη κι εκτίμηση σε ανθρώπινο επίπεδο.

Και γιατί, ρε μαν, να σου μοιάζει τόσο περίεργο όλο αυτό το σκηνικό; Είναι, δηλαδή, πιο ειλικρινές το να θες τον άλλον για φίλο σου, το να αισθάνεσαι πως τον χρειάζεσαι στη ζωή σου και να μην το παραδέχεσαι ούτε στον εαυτό σου από φόβο για το πώς θα κριθείς και τι θα σκεφτούν οι άλλοι;

Μας φαίνεται αδιανόητο δυο άνθρωποι που ήρθαν κοντά σεξουαλικά να γίνουν φίλοι, ισχυριζόμενοι πως το σώμα θυμάται κι η ερωτική έλξη δεν μπορεί να σβήσει, αν προλάβει να γεννηθεί. Άρα το να κρατάνε κάποιοι τους πρώην ως φίλους τους, περνάει στον υπόλοιπο κόσμο –στην πλειοψηφία, δηλαδή– σαν κάτι άβολο, ακαταλαβίστικο κι ίσως λιγάκι ψεύτικο. Κι αυτό γιατί μπαίνουμε σε δεύτερες σκέψεις, αναλογιζόμενοι ότι ίσως να μην έχουν ξεπεράσει εντελώς ο ένας τον άλλον, πως το πάνε φιλικά γιατί ενδόμυχα ευελπιστούν ότι κάποια στιγμή θα ‘ρθει η πολυπόθητη επανασύνδεση, ή πως έστω έτσι σκέφτεσαι τουλάχιστον ο ένας απ’ τους δύο. Το ενδεχόμενο να θέλουν τους πρώην για φίλους επειδή δέθηκαν με μια αγάπη αληθινή, πάνω από εγωιστικούς έρωτες, κι επειδή θεωρούν το πρώην ταίρι τους έναν έμπιστο άνθρωπο, το σκέφτηκε ποτέ κανείς;

Απ’ ό,τι φαίνεται όχι. Επειδή έχουμε πάντα αυτή την καχύποπτη τάση, να σκεφτόμαστε το πιο περίπλοκο και να φτιάχνουμε σενάρια με τον πρωταγωνιστή να παθαίνει τα χειρότερα και ποτέ τα καλύτερα. Γιατί το να μπορέσεις να ισορροπήσεις τα συναισθήματά σου και να κρατήσεις έναν πρώην στη ζωή σου, ναι, είναι το πιο ιδανικό σενάριο.

Αυτός ο άνθρωπος σε ξέρει πολύ καλά, σε αγαπάει, σε έχει δει σε πολλές φάσεις και για κάποιον καιρό ήταν δίπλα σου σε όλα. Χώρισες, ήσυχα και συναινετικά, οπότε γιατί να μη θες να συνεχίσεις να ‘χεις ένα τέτοιο άτομο στον κύκλο σου;

Δεν είμαστε όλοι τόσο ανοιχτοί σε αλλαγές και σε νέα δεδομένα που παρεκκλίνουν απ’ τα κοινωνικά στερεότυπα μέσα στα οποία μεγαλώσαμε και συνηθίσαμε να υιοθετούμε. Έτσι, μια τέτοια φιλική σχέση αδυνατεί να χωρέσει στα δικά μας μυαλά, μέχρι να αποφανθούμε, αφού περάσει καιρός, ότι αυτοί οι δυο φίλοι, πλέον, δεν αλληλογουσταρίζονται, γιατί δεν τους κάνει πια «κλικ» το μεταξύ τους και γιατί έχουν ξεκινήσει νέα κεφάλαια στη ζωή τους.

Είναι μέχρι να το δεις να συμβαίνει στον εαυτό σου, στην παρέα σου ή σε κάποιον γνωστό σου. Μετά καταλαβαίνεις πως το να αγαπάς κάποιον πρώην σαν φίλο σου και να χαίρεσαι με τις χαρές του, δεν είναι τόσο τραγικό αλλά περισσότερο κάτι υπέροχο, κι ίσως και να ζηλέψεις λιγάκι μια τέτοια επαφή, βασισμένη σε ειλικρινή εκτίμηση.

Γιατί, όπου υπάρχει αμοιβαία κι ανιδιοτελής αγάπη, τίποτα δεν μπορεί να πάει λάθος.

 

Συντάκτης: Ευτυχία Συντυχάκη
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη