Ένας φίλος συχνά λέει πως το ένστικτο είναι κάτι που δεν μπορείς να το ερμηνεύσεις, αλλά σίγουρα ούτε να το αγνοήσεις. Όσο περνάνε τα χρόνια, ωστόσο, κι η ζωή μας αν και συνεχώς γίνεται πιο εύκολη πρακτικά, αποκτά παράλληλα μια περιπλοκότητα συναισθηματική, δεν ξέρω πόσο εφικτό είναι να το ακούσεις, τελικά, αυτό το ένστικτο. Παρόλο που ακόμα δεν έχω πειστεί για την απόλυτη σύνδεσή του με το συναίσθημα και πόσο έμπιστο κι ανεπηρέαστο μπορεί αυτό να παραμείνει.

Ολοένα και περισσότερο τελευταία, όλοι μας, συναναστρεφόμενοι διαφορετικούς ανθρώπους και παρέες, αφουγκραζόμαστε μια ανασφάλεια που αφορά στις ανθρώπινες σχέσεις και δη στις ερωτικές. Ατελείωτες είναι οι ώρες συζήτησης κι ανάλυσης ανθρώπων που προσπαθούν να λύσουν απεγνωσμένα τον συναισθηματικό γρίφο του προσώπου που τους ενδιαφέρει. Λόγια, κινήσεις, πράξεις όλα κάτω απ’ το μικροσκόπιο είναι έτοιμα να λάβουν τόσες διαφορετικές ερμηνείες και χροιές, που το μόνο σίγουρο είναι πως θα ανατρέψουν όσα ήδη γνωρίζουμε και θεωρούμε ίσως δεδομένα.

Το μέγα ερώτημα είναι συνήθως ένα: «Με θέλει ή μήπως όχι;». Και φυσικά δεν αφήνουμε έξω απ’ τον χορό τη δική μας μπερδεμένη επιθυμία: «Τον/την θέλω τελικά;». Κι εδώ είναι ακόμα πιο δύσκολη η αποδοχή της απουσίας απάντησης.

Απ’ την άλλη, βέβαια, όλα αυτά δείχνουν έτσι κάτω από ένα πρίσμα γενικής απαισιοδοξίας κι απογοήτευσης ή ακόμα κι άρνησης αποδοχής μιας πραγματικότητας που, όσες φορές βγαίνει στην επιφάνεια, είναι ξεκάθαρη…

Όταν ο άλλος σε θέλει το ξέρεις. Μέσα σου έχεις την ικανότητα να το διακρίνεις. Ίσως γιατί όσες αναλύσεις κι αν κουραστείς να κάνεις, όποια πτυχή της κατάστασης κι αν ακουμπήσεις, όσες ανύποπτες στιγμές κι αν ψάξεις στο βλέμμα του αυτήν την αλήθεια, θα λάμπει πάντα ολοκάθαρη μπροστά σου σε ένα πελώριο «ναι».

Κι όταν όμως εσύ θέλεις, διόλου δε θα αναρωτιέσαι. Δε θα προκύπτει χώρος και περιθώρια για αμφιβολίες. Δε θα υπάρχουν ακάλυπτα χαρακτηριστικά, που έχουν ήδη προσδιοριστεί, γιατί σε εκείνον τον άνθρωπο έχεις ανακαλύψει καινούρια, που κουμπώνουν πάνω σου τέλεια. Και δεν πρόκειται για το τετριμμένο «ο έρωτας είναι τυφλός» αλλά για το αληθινό, πως στα βέβαια συναισθήματα δεν υπάρχουν δεύτερες σκέψεις.

«Για σένα στις επιθυμίες μου λόγος δε γίνεται ποτέ. Δε σε προέβλεψαν ποτέ τα όνειρά μου. Οι προαισθήσεις μου ποτέ δε σε συνάντησαν. Ούτε η φαντασία μου. Κι όμως, μια ανεξακρίβωτη στιγμή σ’ εξακριβώνω μέσα μου, ένα έτοιμο κιόλας αίσθημα …»

Αυτοί οι στίχοι της Κικής Δημουλά, απ’ το ποίημα «Για σένα στις επιθυμίες μου», κρύβουν μέσα τους και παράλληλα αναδεικνύουν με λέξεις όλη αυτή τη μαγική ιεροτελεστία που συντελείται μέσα μας όταν αναγνωρίσουμε εκείνον ή εκείνη που θέλουμε. Κι ίσως σήμερα να ακούγονται παράταιροι και βαρύγδουποι ή πιθανότατα πολύ ρομαντικοί, η ουσία τους όμως παραμένει αληθινή και διαχρονική.

Και φυσικά όσο κρυφή, αναπάντεχη κι εσωτερική είναι όλη αυτή η διαδικασία , άλλο τόσο εύκολα κι αβίαστα αναδύεται το αποτέλεσμά της όταν ολοκληρωθεί. Για να ‘ναι εμφανές και δυνατό να ανατρέψει καθετί διαφορετικό που θα τολμήσει να το αμφισβητήσει μέσα μας.

Πέρα από μας, όμως, καθίσταται ορατό και στον εξωγενή δημιουργό του, αυτόν ή αυτήν που το προκάλεσε.  Είναι κάτι σαν δώρο ευγνωμοσύνης που συναινεί σιωπηλά κι ανεπαίσθητα στην ένωση και δεν αφήνει περιθώρια να μην το ξεχωρίσει.

Παρόλο, όμως, που δε γνωρίζω πώς ο καθένας μας αυτό θα το ονοματίσει όταν το συναντήσει,  αν θα ‘ναι ντυμένο σε ένστικτο ή προαίσθημα για κάτι καλό ή απλά ανερμήνευτο και μαγικό, και σε αυτήν την περίπτωση,  το αποτέλεσμα είναι που μετράει.

 

Συντάκτης: Ράνια Ρέτζου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη