Αγαπημένη τσαμπουκαλού-σουσού μου,

Σου γράφω και εγώ λοιπόν στις 4:30 το χάραμα για να σου πω την δακρύβρεχτη ιστορία μου και να ακούσω το χώσιμό σου…

Γνωριστήκαμε με τον Χ στο club που δούλευα και η ιστορία ξεκινά ως εξής: Τον κοίταξα, ανατρίχιασα και έτσι φόρεσα το πιο λαμπρό χαμόγελο και τη γοητεία μου και φρόντισα διακριτικά να βρω μια θέση βρε αδερφέ, να τον βολέψω στο πόστο μου.

Ξεκίνησαν τα βλέμματα, τα κεράσματα και η ψιλή κουβεντούλα. Η κουβεντούλα κατέληξε σε πρωινό και πρόταση για έξοδο. Η έξοδος κατέληξε σε χαμόγελα, πειράγματα και αγκαλιά σε ένα καναπέ βλέποντας παλιές ελληνικές σειρές, με τα καυστικά μας σχόλια να μας προκαλούν δάκρυα -γέλιων ακόμα-.

Στη πάροδο των ημερών, το ενδιαφέρον του χτυπούσε κόκκινο όπως, ασφαλώς, χρωματίστηκε και ο ενθουσιασμός μου. Το σεξ μαζί του ανεπανάληπτο και απερίγραπτο, η καύλα που μου προκαλούσε; Σενάρια κολασμένης τσόντας.. Η συμπεριφορά του σχεδόν ιπποτική και τα μηνύματα βροχή.

Και βρίσκομαι ξάφνου εγώ, το δήθεν μαγκάκι και η δήθεν «ψυχρή εκτελεστρια» να στάζω σαν λιωμένο παγωτό (και να κολλάω όχι μόνο στο χέρι….) για τη πάρτη του.

Έπειτα σκέφτομαι….. Βρε μπας και ήρθε ο καιρός να σοβαρευτώ, που λέει και η μάνα μου; Και την ίδια στιγμή συνειδητοποιώ πως δε μου χει μιλήσει λεπτό για τη ζωή του ενώ της δικής μου έχουμε αναλύσει κάααααθε πτυχή, ώρες λεπτά και δευτερόλεπτα, ξαπλωμένοι σε ένα παγκάκι στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης.

Και φυσικό μαντάμ μου, δεν είναι να αρχίσω να αναρωτιέμαι και να ρωτώ; Η αντίδραση του στην αρχή, πλακιτσα. Η δικιά μου, νεύρα. Η αντίδρασή του μετά από μέρες; Πολύ νωρίς για να μάθω είπε. Εγώ εκεί, επιμονή και τσαμπουκά.

Μέχρι που μετά από τον πρώτο μεγάλο καβγά, μου αποκαλύπτει πως είναι αρραβωνιασμένος. Παγωτό η χαζοβιόλα. Τι να απαντήσω; Να του έσπαγα το αμάξι, τα μούτρα ή να έφευγα κύρια; Ε, και επέλεξα μια φορά, να μαι και γω κύρια. Η τελευταίες μου κουβέντες ήταν:«μη με ξανά ενοχλήσεις ποτέ.»

Και τα μηνύματα του πιο παθιάρικα από ποτέ…. Το πόσο πολύ του έλειψε η μυρωδιά μου, η φωνή μου και οι μπατσες μου… Αλλά ρε αλάνι μου, ούτε κανένα βόδι είμαι, ούτε καμιά κακομοίρα…. το κινητό του δε χτυπούσε ποτέ και οοοολη μέρα ήμασταν μαζί. Τον κόσμο στο πιάτο μου έφερνε αν το ζητούσα. Η γυναίκα του σε φάση, τι; Κομπάρσος; Δεν κατάλαβα ποτέ….

Τέλος πάντων, το ‘πα και το ‘κάνα. Δεν απάντησα ούτε σε ένα μήνυμα, ούτε σε ένα τηλέφωνο. Μέχρι σήμερα που έμαθα πως η μόνη αλήθεια που μου είπε τους σχεδόν δυο μήνες που ήμασταν μαζί, ήταν το όνομά του.

Έσπευσα να τον πάρω τηλέφωνο, ξηγηθηκα ο,τι καντήλια, ευαγγέλια και αποστόλους ήξερα και ύστερα το έκλεισα. Δε δέχτηκα εξήγηση, γιατί φοβάμαι πως θα τον πιστέψω μόνο και μόνο γιατί είμαι καψούρα Σουσουυυυυυυ μου. Πρώτη φορά. Ερωτευμένη κάργα. Κόκκαλο, τι να σε λέω…. Δώσε μου μια συμβουλή και μια λογική εξήγηση γιατί έχω χάσει τον ύπνο μου η καρμίρισσα.

Η άγνωστη – χαροκαμένη – θαυμάστρια σου.

 

Αγαπημενότατη χαροκαμένη μου Άγνωστη,

Δεν έχει αποφανθεί ακόμα η ανθρωπότητα για τον πυθμένα της ανθρώπινης ψευτιάς, και η ταλαίπωρη η Σουσού σου είναι μέρος της ανθρωπότητας. Το μόνο που έχω να σου πω είναι ότι όσο ζούμε, μαθαίνουμε. Και όσο μαθαίνουμε, γινόμαστε πιο καχύποπτοι, και όσο γινόμαστε καχύποπτοι ερωτευόμαστε και πιο δύσκολα, και όσο ερωτευόμαστε πιο δύσκολα, ερωτευόμαστε λιγότερο.

Τι δε σου αξίζει; Ένας άντρας-λιγότερο άντρας από σένα.

Τι σου αξίζει; Ένα μεγάλο μπράβο, γιατί ελάχιστες επιλέγουν τη μοναξιά από τον έρωτα, όταν ο τελευταίος θέλει σε αντάλλαγμα την αξιοπρέπεια.

Η μόνη συμβουλή που έχω να σου δώσω, είναι να μη βλασφημείς τα Θεία. Δε φταίει η κακομοίρα η Βρεφοκρατούσα που έμπλεξες με μαλάκα καρδιά μου, αυτή το γιόκα της μια χαρά παιδί τον έκανε, Θεό κυριολεκτικά!

Φιλιά στα μούτρα,

Η Σουσού σου.

 

Συντάκτης: Μαντάμ Σουσού