Συχνά έχουμε την πεποίθηση ότι η ευτυχία αποτελεί έναν ανώτερο σκοπό που μπορούμε να εκπληρώσουμε για το υπόλοιπο της ζωής μας. Η έννοια που έχουμε δώσει σ’ αυτή τη λέξη δημιουργεί αρκετούς προβληματισμούς, ώστε να χάσουμε την αληθινή και ουσιαστική της πτυχή. Οι περισσότερες προσδοκίες που αποκτούμε είναι ανέφικτες και πολλές φορές μη ρεαλιστικές. Μήπως ακριβώς αυτή είναι η αιτία που μας ωθεί προς τη μελαγχολία;
Η ευτυχία είναι μια μεταβαλλόμενη κατάσταση και κάνεις ποτέ δεν μπορεί να την έχει. Έχουμε παρανοήσει σε σχέση με την υπόστασή της, αφού κατά βάση πιστεύουμε ότι η ευτυχία θα έρθει μέσω της απόκτησης ή και της κτήσης. Να κατέχουμε δηλαδή κάτι, μια κατάσταση, μια ποιότητα, έναν άνθρωπο, ένα στάτους. Έχουμε αναρωτηθεί ποτέ ποιες και πόσες είναι οι φορές που νιώσαμε πραγματικά ευτυχισμένοι; Ίσως μόνο έτσι μπορούμε ν’ αντιληφθούμε την ουσία του πράγματος. Διότι, θα συνειδητοποιήσουμε ότι οι φορές που αισθανθήκαμε ευτυχισμένοι, ήταν όλες εκείνες οι μικρές στιγμές στο πέρασμα του χρόνου, που τότε φάνταζαν ασήμαντες.
Από την άλλη, οι λιγότερες ή έως και καθόλου προσδοκίες, αλλά και η αποστασιοποίησή μας απ’ αυτές, θα μας διευκολύνουν. Ως γνωστόν τις προσδοκίες που έχουμε, τις δικαιολογούμε στ’ όνομα της επιθυμίας μας. Έχει διαφορά το να επιθυμούμε πράγματα, βέβαια, απ’ το να προσδοκούμε συνεχώς κάτι από κάποιον άλλο. Δεν είναι παρά μια αναμονή, ελπίζοντας για κάτι καλό. Όμως, αυτή ακριβώς η προσμονή είναι που δημιουργεί την ανυπομονησία και συνήθως καταλήγει σε απογοήτευση.
Δημιουργούμε έτσι κάτι νέο που δεν υφίσταται κι ενώ το γνωρίζουμε, απαιτούμε να γίνει αυτό που έχουμε φανταστεί. Το μόνο που καταφέρνουμε είναι να αισθάνεται ο απέναντι πως δεν είναι αρκετός για να ικανοποιήσει τα θέλω και τις προσωπικές μας ανάγκες. Και κατ’ επέκταση, φθείρει και τις δυο πλευρές. Επομένως, οι προσδοκίες αντί για να μας οδηγούν προς την ευτυχία, μονάχα μας απομακρύνουν.
Πέρα από τα προφανή, είναι το τι ορίζουμε ως ευτυχία που μας απομακρύνει από αυτή. Γιατί αυτόματα θέτουμε ένα ταβάνι, μια μύτη στο ουράνιο τόξο που ποτέ δε θα φτάσουμε. Έτσι, είναι σαν να τοποθετούμε τους εαυτούς μας σε ένα αέναο παιχνίδι κρυφτού και κυνηγητού χωρίς καν να περνάμε καλά παίζοντάς το.
Η ευτυχία μας μπορεί να επέλθει μόνο μέσω της προσωπικής κι εσωτερικής μας εργασίας. Υπάρχει μέσα μας καλά κρυμμένη, απλώς πρέπει να βρούμε τον τρόπο για να τη φέρουμε στην επιφάνεια, χωρίς όμως να πάθουμε τρέλα να την ορίσουμε. Πρέπει ωστόσο, να εστιάσουμε στο γεγονός πως κανένας άλλος άνθρωπος δεν έχει τη δυνατότητα να μας κάνει ευτυχισμένους. Όπως και κανένας δεν μπορεί να γνωρίζει το καλύτερο, αφού αυτό διαρκώς αλλάζει.
Είναι η στιγμή που πρέπει να αποβάλλουμε αυτές τις λανθασμένες αντιλήψεις και ν’ απελευθερωθούμε από τις σκέψεις που μας περιορίζουν. Με μεγάλη άνεση ρίχνουμε την ευθύνη για τις ενδεχόμενες αποτυχίες μας, που υπήρξαν εξαρχής σε μη ρεαλιστικές βάσεις. Κι είναι εύκολο να πιστέψουμε ότι η δική μας ευτυχία καθορίζεται από τις πράξεις των άλλων κι εμείς ορθά θέσαμε τα στάνταρτς μας, γιατί έχουμε μεγαλώσει με την ιδεολογία αυτή. Αυτό βέβαια είναι το χειρότερό μας λάθος. Το ότι τελικά μείναμε σε αυτή τη σκέψη, ενώ μας δόθηκαν πολλές ευκαιρίες να ελιχθούμε.
Μέσα από τη δική μας προσπάθεια κι εσωτερική αναζήτηση θα οδηγηθούμε προς κάτι που για χάρη ευκολίας και κατανόησης ας το πούμε ευτυχία. Στην ουσία όμως, δεν είναι τίποτα άλλο από την πλήρωση που νιώθει κανείς όταν απλώς αξιοποιεί τη ζωή του. Και το πρώτο βήμα που μπορούμε να κάνουμε, είναι να αναγνωρίσουμε τις στιγμές και τις αληθινές αιτίες της χαράς. Διότι η ευτυχία δε βρίσκεται σε τίποτα τέλειο κι ιδανικό. Αντιθέτως, υπάρχει και μπορεί εν μέρει να αποκτηθεί κατά τη διάρκεια της προσωπικής μας αναζήτησης. Κι αν όχι, τουλάχιστον θα διασκεδάσουμε στην πορεία.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου