Μερικούς ορισμούς δεν μπορούμε πάντα να τους διακρίνουμε με μεγάλη άνεση κι ευκολία. Τις περισσότερες φορές υπάρχει μια σύγχυση στο μυαλό μας και γίνονται όλες οι έννοιες ένα. Είναι όμως πράγματι τόσο κοντά μεταξύ τους; Τρεις κατηγορίες, το ερωτικό, το αισθησιακό και το χυδαίο. Μπορούμε με άνεση να κάνουμε αυτό το διαχωρισμό και να ορίσουμε επακριβώς τα όρια και τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα σε αυτές τις τρεις κατηγορίες;

Ο καθένας από εμάς μπορεί σίγουρα ν’ αντιληφθεί με άλλο τρόπο τη διαφορά ανάμεσά τους. Το βέβαιο είναι ότι μια πράξη ή μια κίνηση για τον κάθε άνθρωπο, μεταφράζεται διαφορετικά. Με ποιον τρόπο, όμως, καθορίζει κάποιος σε ποια από τις παραπάνω κατηγορίες ανήκει μια πράξη; Οι σκέψεις και οι απόψεις του εκάστοτε ανθρώπου είναι αυτές που θα την κατατάξουν- το πιο πιθανό. Βασικοί παράγοντες η συγκατάθεση, η ορθότητα και η αμοιβαιότητα.

Το αισθησιακό μπορεί να είναι μια κίνηση, ένα άγγιγμα ή ένα βλέμμα, το οποίο θα διεγείρει τον σύντροφό μας και θα δημιουργήσει μια ερωτική ατμόσφαιρα. Το ερωτικό αφορά κυρίως την επαφή των συντρόφων, δηλαδή το πάθος που υπάρχει και που μπορεί να προξενηθεί μέσα από διάφορες καταστάσεις. Αντιθέτως, το χυδαίο είναι αυτό που γεννά ένα αρνητικού πρόσημου συναίσθημα σ’ ένα μέλος της σχέσης και τείνει να ξεπερνά τα όρια του ενός.

 

 

Ένα από αυτά, είναι η οικειότητα που υπάρχει στο ζευγάρι καθώς και η οριοθέτηση που ξεκινά από τα πρώτα κιόλας στάδια μιας σχέσης. Μέσω της συζήτησης το ζευγάρι θα αποκτήσει τη χαλαρότητα ή μη που χρειάζεται για να επικοινωνήσει τα ερωτικά του όρια αλλά και να νιώσει άνετα μέσα στη σχέση. Συζητώντας μεταξύ τους για την ερωτική πράξη και τις προτιμήσεις που ο καθένας έχει, πέφτουν οι άμυνές τους κι έρχονται πιο κοντά. Έτσι, μπορούν και οι δύο να γνωρίζουν μέχρι ποιο σημείο τους παίρνει να φτάσουν σ’ αυτό το κομμάτι, για να το απολύσουν εξίσου.

Στο βωμό της σχέσης, τα μέλη ενίοτε θεωρούν ότι έχουν κάθε δικαίωμα πάνω στον σύντροφό τους. Όμως, σαφώς και δεν είναι έτσι. Κανένας δεν μπορεί να πάρει ως δεδομένη τη συγκατάθεση του άλλου σχετικά με οτιδήποτε. Γι’ αυτό ακριβώς, οφείλει να συζητήσει πρώτα και να πάρει το ελεύθερο. Αν ξέρει τα όρια του συντρόφου του, δε θα υπάρχει ο κίνδυνος να αγγίξει τα πλαίσια του χυδαίου και της προσβολής.

Για παράδειγμα, ένας απ’ τους δυο μπορεί να θέλει να στείλει μηνύματα με ερωτικό περιεχόμενο· πρώτα πρέπει να βεβαιωθεί ότι ο άλλος νιώθει ασφαλής κι άνετος, ώστε να προχωρήσει σ’ αυτή την κίνηση. Η εκδήλωση της ερωτικής διάθεσης σε δημόσιο χώρο μπορεί να θεωρηθεί τόσο ερωτική όσο και χυδαία. Ένα φιλί επίσης. Μια στάση, το dirty talking, ακόμη κι ένα βλέμμα μπορούν αναλόγως της περίστασης να θεωρηθούν και τα τρία ανάμεσα στο ζευγάρι.

Όλα καθορίζονται από τη φάση που βρίσκονται και κατά πόσο δεμένοι κι ασφαλείς νιώθουν μέσα στη σχέση τους. Σε κάποια ζευγάρια μπορεί αυτό να συμβεί με φυσικό τρόπο και να μην είναι αναγκαία μια συζήτηση περί οριοθέτησης. Όμως ακόμη κι αν δε συμπίπτουν τα όρια του ζευγαριού από φυσικού τους -που ίσως και να αποτελεί δείγμα για το αν ταιριάζουν μα είναι άλλη συζήτηση αυτή- οι κόκκινες γραμμές και οι εξηγήσεις είναι πραγματικά αναγκαίο να υπάρχουν έτσι ώστε κανείς να μη νιώσει ότι ξεπερνιούνται.

Πρέπει, δηλαδή, να μιλάμε ανοιχτά μέσα στη σχέση μας, εάν θέλουμε να έχει μια καλή ερωτική υγεία. Αν θέλουμε να δοκιμάσουμε νέα πράγματα στο ερωτικό κομμάτι, οφείλουμε να γνωρίζουμε τι λειτουργεί για το ταίρι μας. Όταν κάτι μας ενοχλεί και μας κάνει να αισθανόμαστε άβολα, σε σημείο που αγγίζει το χυδαίο, δεν είναι συγκατάβαση ή υποχώρηση να το δεχτούμε, είναι υποτίμηση. Κι αυτή τη λέξη κανένας έρωτας ποτέ δεν αξίζει να τη φοράει.

Συντάκτης: Μελίνα Κοσμίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου