Η συγγνώμη είναι μια λέξη πολύ δυνατή. Μπορεί να κάνει θαύματα- φτάνει μόνο να χρησιμοποιηθεί σωστά. Όμως, η καθημερινή της χρήση και η τριβή που προκαλείται, χωρίς να της δίνεται η απαραίτητη προσοχή, πολλές φορές, της αφαιρεί την πραγματική της αξία. Χρειάζεται μέτρο και προσοχή για να διατηρηθεί η ουσία της.
Τη συγγνώμη έχουμε μάθει να την περιμένουμε -ειδικά στις ερωτικές μας σχέσεις είναι κάτι σαν τσιρότο αν πληγωθούμε- μια αναγνώριση του άλλου και δικαίωση δική μας ότι καταλαβαίνει πως μας αδίκησε. Ακόμα κι αν είμαστε εμείς αυτοί που πληγώσαμε κάποιον όμως, αισθανόμαστε την ανάγκη να ζητήσουμε συγγνώμη. Ο λόγος που χρησιμοποιείται θα λέγαμε πως είναι είναι η αναγνώριση της εκάστοτε κατάστασης κι απ’ τις δυο πλευρές.
Μπορεί σαφώς βέβαια να ειπωθεί χωρίς να την εννοεί αυτός που τη λέει καθώς αποτελεί κοινωνική σύμβαση η συγγνώμη. Και γι’ αυτό δε θα έπρεπε να χρησιμοποιείται κατ’ αυτόν τον τρόπο, δε θα έπρεπε δηλαδή ούτε να την περιμένει κανείς, ούτε να είναι μια σφραγίδα. Παρ’ όλ’ αυτά, η συγγνώμη λειτουργεί κι ως μηχανισμός ανακούφισης δίχως να είναι αναγκαία η ανάληψη ευθύνης πρακτικά. Άρα χρειάζεται να την εννοεί κανείς αν είναι έτσι κι αλλιώς να κάνει τη δουλειά της;
Ενδεχομένως, ο λόγος που κάποιος δε ζητάει μια ειλικρινή συγγνώμη σε μια σχέση, να οφείλεται στο γεγονός ότι δε θέλει ή δε μπορεί ν’ αναλάβει τις ευθύνες που του αναλογούν. Πιστεύει ότι δεν είναι σε θέση ν’ ανατρέψει τις συνθήκες και γι’ αυτό ακριβώς δεν μπαίνει καν στη διαδικασία να το κάνει, καθώς στο μυαλό του είναι ανώφελο, μάταιο. Αντιθέτως, μπορεί να θεωρεί πως δε φέρει καμία ευθύνη, ώστε να ζητήσει συγγνώμη. Ενδεχομένως να αρκεστεί σ’ ένα «δεν το ήθελα» για να ξεμπερδέψει πιο σύντομα.
Κι επειδή για κανέναν δεν είναι ευχάριστο να κάνει λάθη ή να πληγώνει τον άνθρωπό του, κάνεις δε θέλει και να δώσει την προσοχή του εκεί, ακόμη κι αν τα λάθη αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής όλων. Ζητώντας μια συγγνώμη, δίχως ουσία, απομακρύνει την προσοχή και ξεφεύγει μιας άβολης συζήτησης. Δε θέλει ή δεν μπορεί να νιώσει τι έχει φέρει στον άνθρωπό του, συνεπώς, δεν μπορεί να κατανοήσει τα συναισθήματά του ώστε να είναι σε θέση να τα διαχειριστεί ορθά. Απ’ την άλλη, υπάρχει κι αυτός που απλώς θέλει να χειριστεί τον άλλον, ζητώντας του μια τυπική συγγνώμη για να τον κρατήσει ήρεμο και διαχειρίσιμο προς όφελος του.
Η αξία της συγγνώμης είναι τόσο μεγάλη, αφού αποτελεί από τα σημαντικότερα σημάδια δύναμης. Κι αυτό ισχύει και για τους δύο. Όταν κάποιος πληγωθεί αποφασίζει, αν αξίζει να δώσει ακόμη μια ευκαιρία σ’ αυτόν που τον πλήγωσε. Κι αντιστρόφως, εκείνος που πληγώνει, θα προσπαθήσει να διορθώσει το λάθος του αναλαμβάνοντας τις ευθύνες του. Μια συγγνώμη που ακούγεται, λέγεται κι εννοείται, σημαίνει ότι είναι σε θέση κάνεις ν’ αναλάβει το ποσοστό ευθύνης που του αντιστοιχεί εντός της σχέσης που υπάρχει. Σκοπός είναι κανένας να μην υποβιβάζει αυτή τη λέξη και κανένας να μην την έχει για εργαλείο.
Δεν υπάρχει κανόνας που να ορίζει πότε μια συγγνώμη είναι όντως ειλικρινής, αυτό είναι κάτι που αισθάνεσαι αλλά και βλέπεις στην πορεία. Ειδικά εντός της συνθήκης του έρωτα αν λέγεται πάνω σε πανικό είναι πολύ εύκολο να το δεις, έστω κι αργά. Μα σκέψου αλήθεια, αν εγώ κι εσύ κι ο απέναντι αρχίσαμε να εννοούμε τις απολογίες μας, ποιος τελικά δε θα το έκανε; Ξεκινά έτσι, απλά. Και φτάνει να γίνεται κάτι σπουδαίο. Όπως μια συγγνώμη που λες κι εννοείς, γιατί μόνο αυτόν τον τρόπο ξέρεις.
Θέλουμε και τη δική σου άποψη!
Στείλε το άρθρο σου στο info@pillowfights.gr και μπες στη μεγαλύτερη αρθρογραφική ομάδα!
Μάθε περισσότερα ΕΔΩ!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου