Ο χωρισμός είναι δύσκολος κι ο καθένας από εμάς λειτουργεί διαφορετικά βιώνοντάς τον. Υπάρχουν άνθρωποι που χρειάζονται χρόνο μόνοι τους για να επουλώσουν τις πληγές τους κι άλλοι που μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα ψάχνουν για αντικαταστάτη. Μερικές φορές μάλιστα, ενώ δεν έχουν ξεπεράσει ούτε τον χωρισμό αλλά ούτε και την πρώην σχέση τους. Παρ’ όλα αυτά μπαίνουν σε μια νέα σχέση. Είναι ένα είδος ανασφάλειας και του φόβου που όλοι έχουμε ως προς τη μοναξιά, αποφεύγοντας να αισθανθούμε το κενό που δημιουργήθηκε μετά τον χωρισμό ή απλώς είναι μια κραυγαλέα προσπάθεια ν’ αφήσουμε πίσω μας το παρελθόν; Είμαστε σίγουροι ότι κάτω από αυτές τις συνθήκες θέτουμε τις σωστές βάσεις για μια ουσιαστική σχέση;

Ο κυριότερος λόγος που βιαζόμαστε τόσο να πάμε παρακάτω είναι πως δεν αφήνουμε τον εαυτό μας να συνηθίσει, να μάθει σε νέους κανόνες. Αδυνατούμε να αντιμετωπίσουμε τα γεγονότα που προκύπτουν μετά από έναν χωρισμό κι αποφεύγουμε να νιώσουμε το κενό που έχει δημιουργηθεί μέσα μας. Μερικές φορές, ο φόβος μας οδηγεί στις χειρότερες αποφάσεις. Έχουμε την ανάγκη να ξεφύγουμε από τα συναισθήματα που μας εγκλωβίζουν και δρούμε παρορμητικά κάνοντας τη μια βιαστική κίνηση μετά την άλλη. Κι ίσως, μια νέα σχέση φαντάζει σαν μια σανίδα σωτηρίας για εμάς, που εάν πιαστούμε από αυτή, είμαστε πεπεισμένοι ότι θα μείνουμε στην επιφάνεια και δε θα βυθιστούμε από τα συναισθήματα θυμού ή πένθους που βιώνουμε.

 

 

Μπορεί βέβαια, απλώς προσπαθούμε να προχωρήσουμε και να πάμε τη ζωή μας παρακάτω, διότι δεν τελειώνουν όλα μ’ έναν χωρισμό, σωστά; Αυτή η σχέση μπορεί να μας προσφέρει όλα όσα χρειαζόμαστε, να χαμογελάσουμε ξανά, να εμπιστευτούμε, να ξεφύγουμε και να νιώσουμε ένα θετικό συναίσθημα. Όμως, βαδίζοντας σε μια ολοκαίνουρια σχέση, χωρίς πριν να έχουμε αποχωριστεί εντός μας την προηγούμενη, βαθιά μέσα μας, ξέρουμε από την αρχή την κατάληξή της.

Και μήπως αυτός είναι ακριβώς ο λόγος που μπαίνουμε εξ αρχής σ’ αυτήν; Μήπως θέλουμε εμείς από μόνοι μας να τη σαμποτάρουμε, ώστε να υπάρχει έτοιμη η δικαιολογία που δεν πέτυχε; Υποσυνείδητα δεν ενδιαφερόμαστε για την έκβασή της, αλλά την ξεκινάμε ούτως ή άλλως. Ίσως γιατί μια σχέση σαν κι αυτή γνωρίζουμε ότι δεν μπορεί να μας πληγώσει, οπότε όταν τελειώσει δε θα μας στοιχίσει, με τον τρόπο που μας στοίχισε η προηγούμενη.

Με λίγα λόγια, προσπαθούμε με κάθε μέσο να αποδείξουμε στον εαυτό μας ότι ο πρώην έρωτάς μας δεν έχει θέση ούτε στο μυαλό, ούτε και στη ζωή μας. Είναι ένα πρόχειρο μέσο για να αποφύγουμε την αντιμετώπιση των συναισθημάτων μας. Πρόκειται για ένα τεστ που θέτουμε οι ίδιοι στον εαυτό μας για να δούμε αν θα το περάσουμε και με τι σκορ. Κάνουμε μια σχέση, που για τα δικά μας δεδομένα δεν είναι αντάξια της προηγούμενης, παρ’ όλα αυτά την επιλέγουμε για να δείξουμε στον εαυτό μας ότι εμείς προσπαθήσαμε κι ότι είναι εντάξει που δεν τα καταφέραμε.

Ο σκοπός είναι να δώσουμε λίγο χρόνο στον εαυτό μας και μετά ν’ αποφασίσουμε ότι πρέπει να προχωρήσουμε. Όταν μόνο πραγματικά θα έχουμε βγάλει την πρώην μας σχέση από το μυαλό μας, θα μπορέσουμε να επενδύσουμε σε μια νέα, η οποία θα είναι ικανή να γεμίσει τα συναισθηματικά κενά μας. Χωρίς κανένα αυτοσαμποτάζ, χωρίς να γνωρίζουμε την έκβασή της προτού ξεκινήσει. Οφείλουμε στον εαυτό μας μια νέα αρχή χτισμένη σε σταθερά θεμέλια.

Συντάκτης: Μελίνα Κοσμίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου