Εκείνη η στιγμή που κάθεσαι στην καρέκλα και απ’ τη μια νιώθεις ένα μικρό φόβο, λες και είσαι στον οδοντίατρο ένα πράγμα, αλλά απ’ την άλλη νιώθεις ένα μοναδικό συναίσθημα έξαψης και ενθουσιασμού. Κι όταν ακούσεις εκείνο το μαγικό, συνεχόμενο και κατά βάθος ενοχλητικό «ζζζζ» που προέρχεται απ’ το μοτεράκι που είναι έτοιμο να γεμίσει με μελάνι το δέρμα σου, τα ξεχνάς όλα, υπομένεις τον πόνο και περιμένεις για τα αποτελέσματα. Να έχεις μια δικαίωση για τον πόνο βρε αδερφέ. Εξάλλου, το ‘λέγαν κι οι παλιοί «μπρος στα κάλλη, τι είναι ο πόνος;»,
Βέβαια, για τους παλιούς ένα τατουάζ δεν αποτελεί σύμβολο ομορφιάς, αλλά σύμβολο βλακείας. Και τι να τους πεις; Ότι είναι μόδα; Αφού για εμάς, τους εθισμένους στο μελάνι, δεν είναι απλά μια μόδα, είναι τρόπος ζωής κι έκφρασης. Οι περισσότεροι δε, έχουν ακούσει τη γνωστή «απορία», προερχόμενη συνήθως από στόμα Ελληνίδας μάνας «Τι είσαι παιδάκι μου; Ναυτικός ή φυλακισμένος;». Α ρε μάνα, ξέρεις τι πόνο τράβηξα εγώ για να ζωγραφίσω το ονοματάκι σου πάνω μου;
Ούτε ναυτικοί, ούτε φυλακισμένοι, απλά εθισμένοι. Και όσοι δεν έχουν στο δέρμα τους το παραμικρό ίχνος μελανιού, θα βιαστούν να σου πουν ότι δεν είσαι και πολύ στα καλά σου αν είσαι εθισμένος σε κάτι που προκαλεί πόνο και το πληρώνεις και αδρά μάλιστα. Μα καλά, το αποτέλεσμα δεν το βλέπουν; Σίγουρα το γούστο είναι κάτι καθαρά υποκειμενικό, οπότε μην περιμένεις να αρέσει σε όλους η κλεψύδρα που κοσμεί τα πλευρά σου, ούτε ο δράκος που περιστρέφεται γύρω απ’ την γάμπα σου, ούτε η φράση που εκφράζει την ιδιοσυγκρασία σου και αποφάσισες να την κουβαλάς πάντα πάνω στο χέρι σου. Αλλά εσύ τα γουστάρεις, και ξέρεις κάτι; Καλά κάνεις και μαγκιά σου. Γιατί κακά τα ψέματα, όσο κι αν εξελίσσονται τα πάντα γύρω μας η στενομυαλιά μερικών ανθρώπων δε θ’ αλλάξει ποτέ.
Κι αφού μπήκες στη διαδικασία και βάρεσες 1, 5, 10, 100 tattoo, κάπου εκεί να περιμένεις και το μονόλογο της τρέλας, σε μια μοναδική απόδοση του πρωταγωνιστικού ρόλου, από ποιον άλλον; Μα φυσικά, απ΄την Ελληνίδα μάνα. Για όσους τον γλιτώσατε τα συγχαρητήριά μου στην ανοιχτόμυαλη μαμά σας, που διόλου απίθανο να έχει κι εκείνη κάπου πάνω της ένα μικρό τατουαζάκι. Για όσους τον έχετε βιώσει και λογικά ακόμα τον βιώνετε αυτό τον απίθανο μονόλογο, έχω να σας ενημερώσω πως θα τον ακούτε αιωνίως, έως ότου ο ήλιος να βγάλει κέρατα ή να βαρεθείτε και να κάνετε αφαίρεση των tattoo, πριν κάνετε αφαίρεση αυτιών για να γλιτώσετε τη μουρμούρα.
Εσάς τους τυχερούς όμως με την ανοιχτόμυαλη μαμά, πρέπει κάποιος να σας ενημερώσει για το τι περνάμε εμείς οι υπόλοιποι. Ο μονόλογος λοιπόν αυτός, έχει κάποια στάδια. Τα μούτρα ως το πάτωμα, την γκρίνια, το παράπονο, το παρ’ ολίγον έμφραγμα και τέλος την παράνοια. Αφού περάσουν κάνα δυο μέρες που απλά η μανούλα δε σου μιλάει, αρχίζει η γκρίνια. «Θες να με πεθάνεις; Τι είναι αυτά που πας και κάνεις;», εν συνεχεία έρχεται το παράπονο «Γιατί παιδί μου; Γιατί χαλάς το δερματάκι σου με μουντζούρες;». Τη θέση του παραπόνου παίρνουν τα δήθεν συμπτώματα εγκεφαλικού, εμφράγματος και γενικότερα οποιουδήποτε περιστατικού εκτάκτου ανάγκης και κάπως έτσι καταλήγουμε να φοβόμαστε ακόμα και να κοιμηθούμε. Γιατί; Αναρωτιέστε ακόμα; Μια μάνα είναι για όλα ικανή, όπως ας πούμε να πάρει χλωρίνη, απορρυπαντικά και σύρμα για τα πιάτα και να έρθει να μας τρίβει στον ύπνο μας μήπως και καταφέρει να απομακρύνει αυτή την «αηδία» όπως συνηθίζει να αποκαλεί τα κατά τ’ άλλα υπέροχα tattoo μας.
Και μετά αρχίζουν τα «τι θα πει ο κόσμος; Η γειτονιά; Η περιπτερού; Ο φούρναρης;». Κι ο παπάς της ενορίας, ο πρωθυπουργός της χώρας και ο δάσκαλος του δημοτικού; Αυτούς γιατί τους ξέχασες ρε μάνα; Αυτοί να μην έχουν άποψη για τα δικά μου τατουάζ;
Και μην ξεχνάς και τους γνωστούς-αγνώστους που με βλέμμα όλο απορία, θα σε ρωτήσουν τι ακριβώς σημαίνει και τι συμβολίζει το κάθε τατουάζ σου. Ρε φιλαράκι, άμα ήθελα να ξέρει ο καθένας τι ακριβώς σημαίνουν θα έβαζα από κάτω ταμπελάκι, σαν τα εκθέματα στα μουσεία.
Κουραστικό πράγμα να έχεις τατουάζ. Κουραστικό για τις αναλύσεις, κατά τ’ άλλα ευχάριστο, όμορφο διασκεδαστικό και φυσικά εθιστικό. Είσαι σε μια μόνιμη εγρήγορση, γιατί μόλις χτυπήσεις το τελευταίο, αρχίζει η αναζήτηση σχεδίου για το επόμενο. Οπότε, δεν είμαστε τρελοί, απλά δημιουργικοί.
Επιμέλεια Κειμένου Ναντίν Ξυθάλη: Σοφία Καλπαζίδου