Καλοκαίρι! Το μόνο που σκέφτεσαι είναι παραλία, beach party, ξεφάντωμα κι ατελείωτες ώρες φλερτ. Κάτι τέτοιο σκεφτόταν και η φίλη μου η Ιωάννα. Φρεσκοχωρισμένη, με ανανεωμένο λουκ κι έτοιμη για νέες περιπέτειες, δεν άργησε και πολύ να εντοπίσει το επόμενο θήραμά της. Γιατί, βλέπετε, η Ιωάννα δεν ανήκε στην κατηγορία γυναικών που θέλουν τον άντρα κυνηγό και περιμένουν υπομονετικά μια του κίνηση. Προτιμά να είναι εκείνη ο κυνηγός της υπόθεσης, να εντοπίζει εκείνη το στόχο και να ρίχνει κάθε είδους δόλωμα για να τον παγιδεύσει στα δίχτυα της. Κι εδώ που τα λέμε, με την εμφάνιση, το χαμόγελο και το λέγειν που έχει πολύ δύσκολα θα της αντισταθεί κανείς, πόσο μάλλον όταν το πεδίο δράσης είναι μια παραλία και σύμμαχός της, το καυτό της μπικίνι.
Εκείνη λοιπόν, χασκογελούσε με τις φίλες της πίνοντας κοκτέιλ κι ιδρώνοντας κάτω από τον ήλιο. Το «θήραμά» της, εν ονόματι –όπως έμαθε αργότερα– Αντώνης, ίδρωνε παίζοντας beach volley και σίγουρα ο λόγος που δε σταύρωνε πόντο η ομάδα του ήταν ότι δεν μπορούσε να πάρει τα μάτια του πάνω από την Ιωάννα. Η μπάλα περνούσε από δίπλα του κι εκείνος δεν έδινε την παραμικρή σημασία. Προτίμησε, λοιπόν, να αφήσει την μπάλα και να κυνηγήσει εκείνη που μάλλον θα είχε περισσότερη επιτυχία.
Λίγες ώρες μετά βρίσκονταν οι δυο τους σ’ ένα κοντινό μπαρ να τα λένε. Εκείνος, δήλωνε ελεύθερος (αχ και να ‘ξερες καημένη Ιωάννα), ιατρός στο επάγγελμα, με χόμπι το βόλεϊ. Πραγματικά εντυπωσιακός, με ένα χαμόγελο σαν να βγήκε από διαφήμιση, δεν άργησε να κερδίσει τις εντυπώσεις. Τρεις εβδομάδες κράτησε η όλη ιστορία. Και να τα ραντεβού για καφέ, για ποτό, για φαγητό κι να οι ατελείωτες ώρες συζητήσεων ξαπλωμένοι μετά από τις ακόμα πιο ατελείωτες ώρες σεξ.
Και κάπου εκεί είναι η στιγμή που κάθε γυναίκα αναρωτιέται «δεν μπορεί να είναι τόσο τέλειος, κάποιο ελάττωμα θα έχει.». Το Σάββατο δε θα μπορούσε να τη δει γιατί είχε να πάει σ’ ένα μπάτσελορ ενός φίλου, το επόμενο Σάββατο ήταν ο γάμος του φίλου, το μεθεπόμενο Σάββατο έπαιζε η ομάδα του. Και κάπως έτσι πέρασαν πολλά Σάββατα, και πάνω που άρχισαν να μπαίνουν ψύλλοι στ’ αυτιά της, βρέθηκε ο καλός της άγγελος, μια φίλη που απ’ την πρώτη στιγμή ήταν σίγουρη πως από κάπου τον ήξερε. Κι είχε δίκιο. Τον ήξερε. Σύχναζαν στο ίδιο μπαρ, μόνο που εκείνος εμφανιζόταν πάντα με κάποια ψηλή μελαχρινή που μετά από πολλές ερωτήσεις κι εκτενή έρευνα, ανακάλυψαν πως είναι η σχέση του τα τελευταία δύο χρόνια. Εξού κι οι δικαιολογίες κάθε Σάββατο. Προφανώς και κάτι τέτοιο δεν μπορούσε να το αφήσει ασχολίαστο.
Προσπάθησε να δικαιολογηθεί με χίλια δυο ψέματα. Δυστυχώς όλες του οι δικαιολογίες έπεσαν στο κενό. Καμία δεν θα την έπειθε, ή ίσως μόνο μία, να έχει δίδυμο αδερφό, κάτι το οποίο δεν ίσχυε. Όσο και να τον ήθελε, όσο τέλειος κι αν ήταν, αυτή η παρωδία έπρεπε να λάβει τέλος, σε καμία περίπτωση δε θα δεχόταν να πάρει τη δεύτερη θέση. Τα χαρτομάντιλα βρίσκονταν σε ημερησία διάταξη μες στο σπίτι, μην τυχόν και κάποιας φίλης της ξεφύγει το όνομά του. Βλέπετε, πριν προλάβει κανείς να προφέρει το τελικό σίγμα του ονόματός του, η Ιωάννα πλάνταζε στο κλάμα. Τα μηνύματα που λάμβανε καθημερινά στο κινητό της πάμπολλα. Ποιος ήταν ο αποστολέας; Μα φυσικά, ο «καταραμένος» έτσι τον είχε πλέον αποθηκευμένο στο κινητό που εκείνος της είχε πάρει δώρο κι όλοι απορούσαν πώς δεν είχε εκσφενδονιστεί ακόμα σε κανέναν τοίχο.
Οκτώ μήνες πέρασαν μέχρι να δεχτεί τον χωρισμό τους. Κι οκτώ μήνες μετά εμφανίστηκε μπροστά της. Δευτέρα πρωί, η Ιωάννα είχε κατέβει στην Ερμού για ψώνια με τη φίλη της την Ελίζα, όταν μπροστά από μια βιτρίνα, τον είδε να κοιτάει κοστούμια και γραβάτες. Έπρεπε να φανεί δυνατή, να δείξει ότι δεν ταράζεται απ’ την παρουσία του. Η Ελίζα την τράβηξε απ’ το μανίκι για να πάει να τον χαιρετίσει. Μετά το τυπικό «ξάφνιασμα» και απ’ τις δύο πλευρές και τις ακόμα πιο τυπικές χαιρετούρες, η φίλη της αποφάσισε να στρίψει λίγο το μαχαίρι στην πληγή με την ερώτηση καταπέλτη «τι έγινε Αντωνάκη, παντρεύτηκες;», τον ρώτησε με ειρωνικό χαμόγελο. Κι ενώ περίμενε να πάρει μια εξίσου ειρωνική απάντηση, ξαφνιάστηκε τόσο με αυτό που άκουσε που της έπεσαν οι σακούλες απ’ τα χέρια «το Σάββατο παντρεύομαι, ευχαριστώ για το ενδιαφέρον.». Όχι, δεν έκανε πλάκα, όντως το Σάββατο παντρευόταν. Αυτός ο άνθρωπος σε συνδυασμό με τα Σάββατα είχαν έναν ιδιαίτερο τρόπο να τσακίζουν εντελώς την Ιωάννα.
Παρασκευή βράδυ, το κινητό της χτυπάει κι είναι εκείνος. Θέλει να την δει. Είναι κάτω απ’ το σπίτι της. Μια μέρα πριν το γάμο του. Μα καλά, πόση αναισθησία; Κατέβηκε μόνο από καθαρή περιέργεια για το τι μπορεί να τη θέλει μια τέτοια μέρα. Το πρώτο πράγμα που προσπάθησε να κάνει ήταν να την φιλήσει, για να πάρει σαν απάντηση ένα μεγαλοπρεπέστατο χαστούκι. Τι προσπαθούσε να κάνει; Είχαν μείνει ούτε 24 ώρες για να «κρεμαστεί». Τι έψαχνε; Επιβεβαίωση; Η Ιωάννα έφυγε τρέχοντας και κλείστηκε στην ασφάλεια του σπιτιού της. Μακριά από Αντωνάκηδες, ρύζια, στέφανα, βέρες και ψέματα.
Στις 6 το απόγευμα ήταν ο γάμος. Ούτε μια μέρα δεν άντεξε ο «καταραμένος», μια ώρα μετά την τελετή της έστειλε μήνυμα για να της ανακοινώσει πως τελικά «τον πέρασε τον χαλκά». Καρφάκι δεν της κάηκε. Ντύθηκε, στολίστηκε και βγήκε να γιορτάσει την «απελευθέρωσή» της.
Γιατί αν εσύ δε γράψεις με μεγάλα γράμματα το «τέλος» σε μια τέτοια αρρωστημένη ιστορία, τότε θα είσαι για πάντα δέσμιος στη δεύτερη θέση του βάθρου χαζεύοντας τον νικητή. Όσο ισχυρή κόλλα κι αν χρησιμοποιήσεις το γυαλί δεν ξανακολλάει. Πόσο μάλλον αν το γυαλί δεν έχει απλά ραγίσει, αλλά έχει γίνει θρύψαλα. Τότε καλύτερα να το πετάξεις στον κάδο ανακύκλωσης μιας κι έχεις κι οικολογική συνείδηση.