Έτσι φίλε μου. Γιατί εγώ ζω για την καψούρα και την αλητεία. Για τους τυχαίους κι απρόσμενους αναστεναγμούς. Τους τετριμμένους και τους αρρωστημένους. Τους ανελέητους που φέρνει κάθε εγκεφαλική αναταραχή. Δε συμβιβάζομαι με τίποτα λιγότερο. Έτσι έχω μάθει κι αυτός είναι ο δικός μου τρόπος ζωής. Είναι η δική μου φιλοσοφία το τίποτα να το γεμίζω μ’ έρωτα. Να θυμώνω, να ξεσπάω, να λυγίζω. Να γκρεμίζω, να φεύγω και να γυρίζω.
Έμαθα βλέπεις, αυτό που θέλω να το διεκδικώ. Χωρίς να βάζω φρένα. Χωρίς να πτοούμαι απ’ τους όποιους φραγμούς. Κατέκτησα και κατακτήθηκα στον ίδιο ακριβώς βαθμό. Επειδή το ήθελα να παραδοθώ, να παραφερθώ και να πονέσω. Και άξιζε κάθε λεπτό. Γιατί μέσα σε στίχους, σε ήρωες βιβλίων και παραμυθιών, τα ίδια εκείνα τα πεθαμένα συναισθήματα μπορώ να τ’ αναστήσω. Όποτε θέλω και χωρίς να πονέσω. Χωρίς καν να νοσταλγήσω. Γιατί το θέμα είναι να νιώθεις. Έστω κάτι. Οτιδήποτε. Αλλά να νιώθεις. Απόλυτα κι ολοκληρωτικά. Κι εμένα τα μέτρια με κουράζουν. Τους έχω κλείσει τους λογαριασμούς. Ή ως το τέρμα ή τίποτα. Καλύτερα εξαφανίσου. Κάτσε στον καναπέ και κάνε παρέα στη βόλεψή σου.
Εγώ είμαι αχόρταγη κι αν κάποιοι αρκούνται στο «πολύ», εγώ τα θέλω όλα στην υπερβολή. Στην τρέλα και την παρόρμηση την παιδική. Φαντάσου λοιπόν, να αλητεύαμε μαζί. Να γυρίζαμε χωρίς προορισμό. Να χανόμασταν ηθελημένα. Να ξεχνούσαμε τα ρολόγια και να αφηνόμασταν στη στιγμή. Μα όχι. Εσύ εκεί, πιστός στα καλούπια σου κι αφοσιωμένος στα πρέπει σου και τα μη. Παραδέξου το και μην είσαι τόσο εγωιστής. Ποτέ δεν έτυχε να δεις τα πράγματα από άλλη οπτική. Ίσως φταίνε οι συγκυρίες βέβαια, δε λέω. Ίσως πάλι να φταις απλά εσύ. Θες δε θες, όμως, υπάρχουμε κι εμείς που αναπνέουμε όταν το κάθε συναίσθημα αγγίζει το ζενίθ.
Ξέρεις σε τι διαφέρουμε; Εγώ δε φοβάμαι. Και δεν έχω σίγουρα ανάγκη απ’ τη δική σου αποδοχή. Ρισκάρω, ποντάρω και τέλος. Ό,τι θέλει ας γίνει κι ας απογίνω. Αρκεί που κάνω αυτό που γουστάρω. Αυτό που ταρακουνάει την ύπαρξή μου. Που ξυπνάει το μυαλό, ξυπνά και την ψυχή μου. Γιατί μου δίνει πείσμα και επιμονή. Να κυνηγήσω το άπιαστο, να τολμήσω το ακατόρθωτο μα περισσότερο με προκαλεί ν’ αλλάξω τα πάντα μέσα μου για να μπορέσω να φτάσω ως εκεί.
Εντούτοις, παθιάζομαι. Κι αρκεί το παραμικρό. Το πιο ασήμαντο. Έτσι είμαι εγώ και δεν μπορώ να κάνω αλλιώς. Το πάθος το έχω για οξυγόνο. Υπάρχει άφθονο και ρέει παντού. Στους ανθρώπους, τις καταστάσεις, τις ιδέες και τα αισθήματα. Όταν το εντοπίσω να ξέρεις το καψουρεύομαι. Γιατί καψούρα δεν είναι ο έρωτας. Δεν είναι η φούσκα του εφήμερου ενθουσιασμού. Είναι η ολοσχερής αφοσίωση σε μία επιλογή. Εκείνη που ανάμεσα στις πολλές κατάφερε να διακριθεί. Γιατί ήταν ανατρεπτική και προκλητική. Γιατί δεν είχε τίποτα το γνώριμο και το οικείο. Γιατί απ’ όλες ήταν η πιο καθηλωτική κι επιβλητική.
Για την καψούρα λοιπόν. «Γιατί αν αξίζει τον κίνδυνο παίζω και το τελευταίο κομμάτι της καρδιάς μου». Έτσι, για την αλητεία. Γιατί εγώ δεν έχω τίποτα να χάσω που δε θα καταφέρω να δημιουργήσω και πάλι απ’ την αρχή. Εσύ;
Eπιμέλεια Κειμένου Κωνσταντίνας Αρβανίτη: Σοφία Καλπαζίδου