Η γνωριμία ανάμεσα σε δύο ανθρώπους δεν είναι παρά καλοστημένες παραστάσεις όπου παίζονται οι ρόλοι μιας ολόκληρης ζωής. Είναι απαράμιλλες προσπάθειες για ένα ιδανικό πλασάρισμα που προσθέτει στις προσωπικότητες και τα επιτεύγματά τους σάλτσες και μπαχαρικά κι ένα στρίμωγμα στις προτιμήσεις τους ώστε να πείσουν πως μεταξύ τους υπάρχουν πράγματι χημεία και κοινά.
Ξερνώντας λεπιδόπτερα απ’ το στομάχι –βλέπε πεταλούδες– κι υπό την επήρεια ενός ισχυρού κοκτέιλ χημικών αντιδράσεων, οι περισσότεροι όχι μόνο χειροκροτούν αλλά υποκλίνονται κιόλας. Γιατί είναι ταυτόχρονα θύματα και θύτες της πασίγνωστης μα ανεπαίσθητης τέχνης της εξαπάτησης.
Η αλήθεια των ανθρώπων φανερώνεται μόνο όταν αποστερηθεί η ελευθερία κι εξασθενίσει το κύμα της βλακείας που δέρνει τους ερωτοχτυπημένους. Εν ολίγοις με το χρόνο. Κι αν έχουν πέσει μέσα έχει καλώς. Αν όχι, χαιρέτα μου τον πλάτανο και δώσε τα χαιρετίσματά μου.
Είσαι λοιπόν εδώ, γιατί κι εσύ σε κάποιο σημείο της διαδρομής συνειδητοποίησες ότι με το εν δυνάμει έτερον ήμισυ δεν είχατε απολύτως κανένα κοινό σημείο επαφής. Οι ανάγκες σας ήταν τόσο διαφορετικές που άφηναν πίσω τους ακόρεστα κενά. Κι αντί να χωρίσεις, όπως διατάζει η λογική, ακολούθησες το συναίσθημα και συμβιβάστηκες. Αναπροσάρμοσες τις επιθυμίες σου μέχρι που τις διαμέλισες ολοσχερώς.
Ακραία αλλαγή θα έλεγε κανείς. Φοβού, όμως, τις αντιληπτικές ικανότητες του βολεμένου ανθρώπου. Είναι ανύπαρκτες. Όσο εσύ άλλαζες, συσσώρευες πίεση και καταπίεση, εκείνος το χαβά του από τη στραβομάρα. Άσπρο του έλεγες, μαύρο ήθελε. Μαύρο του έδινες, κόκκινο απαιτούσε. Κι ενώ έκανες τα πάντα μη σου γκρινιάξει, μη σου κουραστεί, μη σου ξενερώσει, έτρωγες τα ψίχουλά του λέγοντας κι από πάνω «μερσί».
Με συνοπτικές διαδικασίες, ανέλαβες την αποκλειστική ευθύνη να ευτυχήσει εκείνος και δυστύχησες εσύ. Αλλά μη στεναχωριέσαι, συμβαίνουν αυτά. Πολλοί μπερδεύουν το αυθεντικό με την απομίμηση, λίγοι όμως μπορούν να παινευτούν πως το έφτασαν μέχρι τέλους. Κι εσύ το τερμάτισες. Ξεσκέπασες την απάτη γιατί εν τέλει κατάλαβες πως καμία αλλαγή σου δε θα ’ταν ποτέ αρκετή.
Κι έμαθες πως μ’ εκείνους που ερωτευόμαστε τόσο όσο να χάνουμε τον ίδιο μας τον εαυτό, συνήθως δε ζούμε το όνειρο αλλά τον εφιάλτη. Εκείνον που μας αναγκάζει να συνειδητοποιήσουμε πως ο μπαμπούλας δεν ήταν ποτέ οι άλλοι. Ήμασταν εμείς ευθύς εξαρχής.
Και κατά βάθος το ξέρεις. Στη σχέση αυτή εσύ ήσουν το καμένο χαρτί. Εσύ σε εκμηδένισες, εσύ σε παραγκώνισες. Έπρεπε λοιπόν να σε χάσεις, όχι για να σε ξαναβρείς αλλά για να σε δημιουργήσεις ξανά απ’ την αρχή.
Το παραμύθι απ’ το παραμύθιασμα, τέσσερα γράμματα απόσταση. Οι σχέσεις δε χρειάζονται απόλυτη ταύτιση για να λειτουργήσουν ούτε απαιτούν ομοιότητες ακριβείας. Θέλουν ανθρώπους συνειδητοποιημένους. Πρόθυμους να θυσιάσουν το «εγώ» για το «εμείς» κι όχι το «εγώ» για το «εσύ». Διότι σίγουρα υπάρχουν παραχωρήσεις και συμβιβασμοί. Τα μέτρα, όμως, πρέπει να είναι κατασταλαγμένα και τα σταθμά ξεκάθαρα.
Στην τελική, όποιος αντιλαμβάνεται τον εαυτό του σαν υπόθεση προς διεκπεραίωση, της οποίας η συμπλήρωση εξαρτάται από τρίτο, έχει έρθει ο καιρός να ωριμάσει. Η ολοκλήρωση είναι προσωπική υπόθεση και τα περί άλλου μισού, ξεπερασμένες γλυκανάλατες ασυναρτησίες. Μέχρι κάποια ηλικία δικαιολογούνται, από ‘κει κι έπειτα κοστίζουν.
Οι λάθος εκτιμήσεις στις γνωριμίες λοιπόν, δεν είναι ποτέ το πρόβλημα· οι άνθρωποι είναι κι οι χαρακτήρες τους. Οι πιο αδύναμοι δε, είναι εκείνοι που παίρνουν τα πιο ζόρικα μαθήματα. Μη λυπάσαι λοιπόν που το πάθος σου έγινε αυτοκαταστροφή. Δεν ήρθε ποτέ για να μείνει. Ήρθε για να διδάξει. Να σε μετατρέψει στην καλύτερή σου εκδοχή. Όχι για να σε χαρεί εκείνο. Ούτε καν για εκείνο. Οι καρποί του πόνου που έσπειρε ήταν πάντα γραφτό να ανθίσουν σε άλλες αγκαλιές. Γι’ αυτό δεν του αξίζει να το μισείς. Μόνο να το ευγνωμονείς.