Είδες και πάλι τον ακατανόμαστο. Ναι, εκείνον τον άνθρωπο που σου ανεβάζει το αίμα στο κεφάλι, σου γυρνάει τα άντερα ανάποδα και σε φτάνει σε σημεία να κάνεις ακραίες σκέψεις σχετικά με τη σωματική του ακεραιότητα. Το ταλέντο του είναι οι μεταμφιεσμένες σε αστειάκια σπόντες για πάσης φύσεως θέματα τα οποία σε αφορούν. Οποιαδήποτε διαθέσιμη πληροφορία -βλέπε εμφάνιση, ερωτικά, επαγγελματικά- είναι τροφή για αυτόν προκειμένου περίτεχνα και με αξιοζήλευτη κομψότητα να σε μειώσει, να σε ντροπιάσει, ακόμα και να σε εκμηδενίσει. Με τη σκέψη φυσικά, του έχεις ανοίξει το κεφάλι στα δύο με μία κατσαρόλα ουκ ολίγες φορές. Από λόγια μανάρια όμως, κι από πράξεις… ξέρεις.

Δε σε αδικώ. Το σύνδρομο ανωτερότητας που τον διακατέχει είναι σε τόσο υψηλά επίπεδα που ακόμα και η επιστήμη της ψυχανάλυσης έχει σηκώσει τα χέρια ψηλά. Και μαζί με αυτήν κι εσύ. Οπότε άσε τον τρελό στην τρέλα του. Τι πειράζει που σου τη λέει στεγνά, ξερά κι ωμά κατάμουτρα, στολίζοντας απλά τις λέξεις με λουλουδάκια, στρασάκια και κορδελίτσες; Άσε. Εσύ κράτα το επίπεδό σου, χαμογέλα και προσποιήσου ότι δεν καταλαβαίνεις. Με την πρώτη ευκαιρία εξάλλου θα φύγεις τρέχοντας, θα αρπάξεις το φτυάρι και θα του δώσεις να καταλάβει. Δε γίνεται αλλιώς. Κάπου θα πρέπει να ξεφορτώσεις το ασήκωτο παράπονο που σε βαραίνει.

Μωρ’ τι μας λες; Έτσι σου τα είπαν ή δεν άκουσες καλά; Επειδή είμαι αισιόδοξος άνθρωπος θα ποντάρω στο δεύτερο και θα σου κάνω ένα μικρό φρεσκαρισματάκι.

Μίλα. Γιατί σε κανέναν -ούτε στον Πάπα τον ίδιο- δεν πρέπει να επιτρέπεις να σε απαξιώνει. Δε λέω να βρίσεις και να τσακωθείς, αλλά τουλάχιστον να μην το βουλώνεις όταν κάποιοι παίρνουν δικαιώματα τα οποία δεν έχεις εσύ παραχωρήσει. Στην τελική τι είσαι; Κατώτερης πάστας άνθρωπος; Γιατί δηλαδή να ανέχεσαι την κακεντρέχεια και την κακοήθεια του καθένα; Ε όχι. Κάποια στιγμή θα πρέπει να μάθεις να λες τι σε ενοχλεί, τη στιγμή που σε ενοχλεί και στο ενοχλητικό -όσο η μύγα- άτομο το οποίο είναι η αιτία του εκνευρισμού σου. Δεν είναι δύσκολο. Να, δες.

«Με ενοχλεί η ύπαρξή σου. Με ενοχλεί το είναι σου. Ξερνάνε τα ματάκια μου στην όψη σου κι όπως καταλαβαίνεις δεν έχεις θέση στη ζωή μου. Οπότε κάνε στην μπάντα να περάσω, μείνε πίσω μου στο πουθενά και κράτα τα συμπλέγματά σου για τους αδύναμους και τους δειλούς που στόμα έχουν και μιλιά δεν έχουν. Εδώ τελειώσαμε με τη σιωπή».

Εντάξει, δε χρειάζεται να του τα πεις κι αυτολεξεί. Τόσα χρώματα έχει η παλέτα. Διάλεξε ένα και ζωγράφισε με το δικό σου στυλ τον επικήδειό του. Τι φοβάσαι εξάλλου; Μην αναστηθεί και σε αποκαλέσει «επαναστάτη των οπισθίων»; Σκασίλα σου κιόλας.

Το θέμα είναι να είσαι ντόμπρος άνθρωπος. Όχι μπροστά να κάνεις την κοτούλα και από πίσω να ανοίγεις λάκκο που να χωράει τον ακατανόμαστο πολλαπλασιασμένο επί εκατό. Με την τακτική αυτή δεν κερδίζεις τίποτα. Χαμένος ήσουν, χαμένος θα παραμείνεις. Γιατί θα έρθουν κι άλλοι όμοιοί του. Κάποιοι θα ξεφυτρώσουν σαν τα μανιτάρια απ’ το πουθενά, άλλους όμως θα τους έχεις εσύ ο ίδιος επιλέξει. Θάβοντας όμως αυτούς, θα θάβεις αυτομάτως και τον ίδιο σου τον εαυτό.

Βγες λοιπόν απ’ τη λειτουργία σίγασης. Σπάσε το μοτίβο. Επέλεξε όμως προσεκτικά ποιες μάχες θα δώσεις και ποιες όχι, διότι δεν αξίζουν όλοι να σε δουν απ’ την ανάποδη. Όλα κι όλα. Η τέχνη βρίσκεται στο να μιλάς εκεί που πρέπει, όταν πρέπει κι όσο πρέπει, χωρίς παραληρήματα και μελοδραματισμούς, για να μη χάνεις την ουσία.

Και πέτα επιτέλους τη μάσκα της ανωτερότητας που έχεις κολλήσει στο πρόσωπό σου. Είναι υπερεκτιμημένη. Γιατί όταν δεν αντιδράς, κάποιοι το ευχαριστιούνται. Κι όσο εσύ κοιμάσαι, εκείνοι σε γλεντάνε. Δεν υπάρχει «δεν μπορώ, δεν είναι στο χαρακτήρα μου». Είσαι και κάνεις αυτό που επιλέγεις. Τι θα είναι αυτό; Εσύ θα το αποφασίσεις.

 

Συντάκτης: Κωνσταντίνα Αρβανίτη