Πονάω αλλά μ’ αρέσει. Σε πονάω, το ξέρω και μ’ αρέσει. Ξέρω-ξέρω. Εμείς δεν πέφτουμε σε τέτοιες μικρότητες. Εξάλλου, έχει και μια αίγλη να λες ότι είσαι υπεράνω. Bullshit! Σκατά στα μούτρα όποιου δεν παραδέχεται ότι έχει δοκιμάσει να πληγώσει κάποιον άλλο. Ο ψυχολογικός πόλεμος είναι σπουδαία και μαγευτική τέχνη.
Αυτό που μας τραβάει τόσο στο συγκεκριμένο παιχνίδι είναι η ικανοποίηση μετά. Προκαλείς πόνο στον άλλον κι απ’ αυτό ρουφάς μια γερή ευχαρίστηση. Σχήμα οξύμωρο, μα απολύτως εθιστικό. Άπαξ και το πετύχεις μία φορά, μετά θέλεις κι άλλο. Ωστόσο, τη νιώθεις τη σύγκρουση μέσα σου. Το οξύμωρο σου βαράει σαλαμάκι στον ποπό, που τσούζει.
Το να πληγώνεις πάει κόντρα στην ηθική αυτού του κόσμου, δε σου μάθανε έτσι τους καλούς τρόπους. Οι τύψεις σου γαργαλάνε το υποσυνείδητο κάτω απ’ τη μάσκα του Γκόμπλιν, που φοράς κάθε φορά που παίζεις το ρόλο σου.
Γι’ αυτό και τη χαρά σου την κρατάς κρυφή, στο σύστημα της ηθικής σου είσαι ένας παράνομος. Όμως, η ικανοποίηση πάει πιο βαθιά και νικάει. Αν το συναίσθημα με το αρνητικό πρόσημο ήταν μεγαλύτερο, δε θα τολμούσαμε τέτοιες πρακτικές κι ο κόσμος δε θα χρειαζόταν την ψυχανάλυση.
Ικανοποίηση, λοιπόν. Ικανοποίηση ατόφια, δυνατή, όπως όταν κατακτάς έναν απρόσιτο στόχο κατάμονος. Τι μπάσταρδη ψυχολογία έχουμε ώρες-ώρες. Όταν πληγώνουμε τον αδερφό, τη μάνα, το παιδί μας. Όταν πονάμε έναν φίλο κολλητό. Όταν σακατεύουμε έναν έρωτα. Ο μικροσκοπικός μπλε Χαχανούλης πηγαίνει από πόρτα σε πόρτα κι αφήνει δώρα στο χαλάκι, που εκρήγνυνται και φέρνουν την καταστροφή.
Στην κορυφή της λίστας με τα κίνητρα βρίσκεται η εκδίκηση. Σε πληγώνω, γιατί με πλήγωσες πρώτα. Μεταξύ μας είναι κι η πιο εύκολη εξήγηση. Όλοι για ένα καθαρό όνομα ζούμε, που όταν μας το λερώνουν, το payback γίνεται με το ίδιο νόμισμα.
Ήρεμα λίγο μόνο, μανίτσες, με τις εκδικήσεις σας. Αν δεν ξέρετε καλό στόχο, πώς βγαίνετε εκεί έξω και παίρνετε παγανιά; Τι εκδίκηση είναι αυτή, μωρέ, όταν στη δίνει τρίτος; Σε πλήγωσε κάποιος πρώην, αλλά επειδή δεν μπορείς να τον φτάσεις πια, στρέφεις την ενέργειά σου εναντίον όποιου τολμήσει να γίνει νυν. Την όρεξή σου νομίζεις έχει. Τα ρέστα ζήτα τα από εκείνον που σ’ έκλεψε στο μέτρημα. Ο διπλανός μαγαζάτορας δε χρωστά και θα βρεθείς να σε βγάζουν σηκωτό οι μπρατσαράδες του έξω.
Έχω δει όμως κι ανθρώπους που πληγώνουν επειδή δεν αγαπήθηκαν αρκετά. Η αγάπη, όπου υπάρχει, πλάθει αγγέλους, ενώ η έλλειψή της γεννά σκοτάδι. Κενά και σκοτάδι που δεν ξέρεις πώς να διαχειριστείς και γι’ αυτό ξεσπάς πάνω σ’ άλλους.
Δε σου έδειξαν πώς είναι να σ’ αγαπούν κι έτσι δεν ξέρεις πώς να το κάνεις εσύ για τους άλλους. Κι αυτό είναι κάτι που σε τρώει μέσα σου και γίνεσαι αγρίμι. Γυρνάς δεξιά κι αριστερά σε παράφρονα κατάσταση και δαγκώνεις τα χέρια που σου απλώνονται. Πληγώνεις, για να διεκδικήσεις αν όχι την αγάπη τουλάχιστον την προσοχή που σου αρνήθηκαν. Μεγαλώνοντας νιώθεις ότι τους τιμωρείς και λίγο για τα στερητικά σύνδρομα που σε φορτώσανε. Γίνεσαι η Θεία Δίκη του εαυτού σου.
Πάντως, όλα τον ίδιο παρονομαστή έχουν. Εξουσία, κυρίες και κύριοι. Ρίχνεις μία- δύο δοκιμαστικές βολές να ελέγξεις αν ο άλλος είναι ευάλωτος στα χτυπήματά σου. Μόλις τον δεις στο έδαφος κουλουριασμένο να ψάχνει να βρει τις ανάσες του, βαράς κι άλλο, πιάνει. Έχεις βρει τον τρόπο να επιδράς στο συναισθηματικό του κόσμο. Κεντάς στην ψυχή του κλωστές, για να μπορείς να τραβάς προς όποια κατεύθυνση σου κάνει κέφι.
Ελέγχεις τις αντιδράσεις του· αν θες να είναι χαρούμενος και πότε, όταν δε σε βολεύει η χαρά του, τον πληγώνεις και διαμορφώνεις την κατάσταση στα μέτρα σου. Ο έλεγχος είναι αφροδισιακός. Για όσες φορές πληγώθηκες, για όσες φορές στερήθηκες αγάπη, για όσες φορές σε πρόδωσαν, η εξουσία γίνεται παρηγοριά σου.
Στο τέλος στέκεσαι πάνω απ’ το θύμα σου και γελάς με την ψυχή σου. Δεν έχεις εξασφαλίσει αυτό που πραγματικά ήθελες, αλλά τουλάχιστον έχεις την ικανοποίηση να σε γεμίζει. Το δεύτερο καλύτερο πράγμα που μπόρεσες να πετύχεις. Ας είναι. Προσαρμόζεσαι στο υποκατάστατο. Παρ’ όλα αυτά αναγκάζεσαι να την κρατάς στα σκοτάδια κι αντιλαμβάνεσαι ότι κρυφή χαρά δεν είναι σωστή, γιατί σε ποια χαρά αρμόζει να μένει κρυμμένη;
Γι’ αυτό μη με πληγώνεις· αγάπα με. Αν έπαιξα σκάρτα στη φιλία μας, αγάπα με να μου τρίψεις στη μούρη τι πάει να πει φίλος-αδερφός. Αν σε πόνεσα, μάνα, λες και δε με γέννησες ποτέ, αγάπα με διπλά και κάνε την ανιδιοτέλεια ζακέτα να μου τη φορέσεις. Αν με κοίμισες στο κρεβάτι σου κι εγώ φεύγοντας σου έκλεψα τα συναισθήματα απ’ το κομοδίνο, αγάπα με κι άλλο να νιώσω πόσο μαλάκας ήμουν. Αν θες να με τιμωρήσεις πραγματικά, αγάπα με.