Υπάρχουν μερικά πράγματα που μπορούν να σε σκοτώσουν. Το να έχει περάσει το περιθώριο και της τελευταίας αναβολής στο ξυπνητήρι και να πρέπει να σηκωθείς για το γραφείο. Να σου παίρνουν την τελευταία τραγανή πατάτα απ’ το πιάτο ενώ τη φύλαγες ως το καλύτερο για το τέλος. Να περιμένεις «το τηλεφώνημα» και τελικά να είναι το παιδί των προσφορών κινητής τηλεφωνίας – το ‘μαθες; Να ξεκινάς Δευτέρα μετά από δεκαήμερο διακοπών. Να ξεκινάς βδομάδα μετά από Σαββατοκύριακο με τον έρωτα.
Αυτά τα δύο τελευταία εμφανίζουν πρωτοφανή αναλογία. Οι διακοπές είναι πολύ σπουδαίο πράγμα, μεγάλη ανακάλυψη. Το ξεσάλωμα που βιώνεις είναι επικών διαστάσεων. Ξυπνάς και κοιμάσαι σε ώρες χωρίς λογική. Τρέφεσαι με πολλές νόστιμες βλακείες, που άνετα φράζουν τις φλέβες σου, αλλά δεν πειράζει. Σουρτουκεύεις και κάνεις μόνο πράγματα που αγαπάς. Όλα είναι ωραία και δε σ’ αγγίζει τίποτα. Μέχρι που οι διακοπές τελειώνουν και πρέπει να γυρίσεις σπίτι, να βάλεις πλυντήριο, να μαζέψεις τη βαλίτσα και τη Δευτέρα να πας ξανά για δουλειά. Τριγυρνάς σαν την άδικη κατάρα, σκουντουφλάς στα έπιπλα και δεν ξεχνάς ν’ αναστενάζεις βαθιά και με συναίσθημα. Μιλάμε για οριακές, επικίνδυνες καταστάσεις.
Οι διακοπές, όμως, είναι λίγες και πολύτιμες. Έτσι, ο Θεός δεν έφτιαξε τυχαία την Κυριακή του αράγματος κι οι άνθρωποι δεν αγωνίζονταν από έλλειψη χόμπι για την καθιέρωση του σαραντάωρου. Όλα αυτά έγιναν για ένα λόγο. Για να ‘χεις κάτι να προσμένεις στο τέλος της βδομάδας, για να ‘χει νόημα η ζωή σου. Για να ‘χεις ένα Σαββατοκύριακο ανά πέντε μέρες ν’ απλώνεις την αρίδα σου.
Αν ανήκεις στους ζευγαρωμένους, στους δυο-δυο, έχεις άλλον ένα λόγο να περιμένεις την Παρασκευή απόγευμα. Σημαίνει το τέλος της καθημερινότητας και την αρχή μιας προσωπικής διήμερης όασης. Δεν είναι ότι μες στη βδομάδα δεν μπορείς ν’ απολαμβάνεις τέτοιες μικρές στιγμές. Είναι ότι μες στο Σαββατοκύριακο έχεις μόνο τέτοιες στιγμές.
Η Παρασκευή τρέχει νεράκι κι ή που θα ξεκωλωθείς στις δουλειές αλλά δε θα σε νοιάζει ή που θα χαζεύεις έξω απ’ το παράθυρο όλη την ώρα σαν ερωτευμένη νεαρά και κανείς δε θα σου λέει τίποτα, γιατί ποιος τολμά ν’ αναμετρηθεί με τα μυστήρια της φύσης; Όσο πλησιάζει η ώρα της ελευθερίας, κουνάς την ουρά σου κι όταν επιτέλους κλειδώσεις πίσω σου την πόρτα των υποχρεώσεων, αρχίζεις να την κυνηγάς κιόλας.
Αφού καλλωπιστείς και σενιαριστείς, συναντιέστε κάπου έξω για ποτό και τρέχετε ο ένας στην αγκαλιά του άλλου σαν να σας χώριζαν χιλιόμετρα, πόλεμοι και καταστροφές. Ο έρωτας του Σαββατοκύριακου έχει μια δραματικότητα παραπάνω απ’ αυτόν της εβδομάδας.
Έπειτα, έχεις δύο ολόκληρες μέρες να τις γεμίσεις με γαργαλιστικές ζουζουνιές. Αγκαλιά να κοιμάσαι, αγκαλιά να ξυπνάς. Να γουργουρίζετε ξάπλα σαν τα γατιά στον ήλιο. Να χαϊδεύεις και να χαϊδεύεσαι, να μιλάς τρυφερά κι ακαταλαβίστικα, έτσι όπως μόνο τα ζευγάρια επικοινωνούν κι ας είναι ντροπιαστικό κι ας μην το παραδέχονται ποτέ δημοσίως.
Βλέπετε ταινίες με υπερήρωες, για να φάτε από μία γαβάθα ποπ κορν ο καθένας κι ύστερα φοράτε τα γυαλιά 3D και σχολιάζετε σαν κουλτουριάρηδες κριτικοί. Μετά πολύ σεξ. Μετά πολύ φαΐ. Βγαίνετε με φίλους ή βγαίνετε οι δυο σας, περπατάτε τους δρόμους χέρι-χέρι κι αγκαλιά, κάτω από φεγγάρια ή κάτω από ήλιους.
Κάπως έτσι φτάνετε την Κυριακή απόγευμα. Έχεις ακόμα μερικές ώρες δικές σας μπροστά σου, αλλά τη σκέψη του τέλους δεν μπορείς να την εμποδίσεις απ’ το να τρυπώσει. Λίγο μουδιάζεις και λίγο μελαγχολείς. Το βράδυ φτάνει και θα χωρίσετε. Ο καθένας σπίτι του, η καινούρια βδομάδα είναι προ των πυλών.
Θες να κάνεις κάποια μεγάλη τραγική χειρονομία, όπως να πέσεις στα πόδια του άλλου να τον παρακαλέσεις να μη φύγει και πάρει μαζί και το Σαββατοκύριακο. Να μπεις στην τσέπη του να σε πάρει μαζί στη δουλειά του τη Δευτέρα, σαν κατοικίδιο να σ’ έχει στην ποδιά του να σε χαϊδεύει. Θες να κλάψεις που δε θες αύριο να πας σχολείο, θες να κρατήσουν κι άλλο αυτές οι μικρές προσωπικές διακοπές για δύο.
Τη Δευτέρα βγαίνεις απ’ το σπίτι κι είσαι αμήχανος κι αποδιοργανωμένος. Σου λείπει το χθες, σου λείπει εκείνη, σου λείπει εκείνος, σου λείπει που δεν ξυπνήσατε μαζί, με μπλεγμένα μπούτια και πιασμένοι. Σου λείπουν οι «διακοπές» σας. Η μέρα περνά με φακιόλι από πάνω σου και καθαρίζει με το ξεσκονόπανο τα σημάδια με σχολαστικότητα και συμπόνια. Μπορεί εμείς να της βγάζουμε συνέχεια γλώσσα, όμως εκείνη κατανοεί και δεν αντιμιλά, μόνο εξακολουθεί να προσπαθεί να μας το κάνει ευκολότερο.
Οι Δευτέρες όταν αναλάμβαναν το ρόλο τους, ήξεραν ότι θα ήταν δύσκολος. Είναι η μέρα μετά τις διακοπές, είναι η μέρα μετά την Κυριακή, η μέρα της νοσταλγίας. Είναι η μέρα που συνειδητοποιείς ότι είσαι τυχερός που έχεις κάποιον ν’ αγαπάς σαν Σάββατο πρωί και σαν Κυριακή μεσημέρι. Είσαι τυχερός που έχεις κάποιον να σε ποθεί και να σε προσμένει σαν σαββατόβραδο και σαν πρωί Κυριακής.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη