Θες να είσαι εναλλακτικός τυπάς που σέβεται τον εαυτό του; Έχεις εξαντλήσει όλους τους καλοκαιρινούς προορισμούς διακοπών; Κι αν δεν τους έχεις εξαντλήσει, ωστόσο ο ισολογισμός σου επιμένει να κλείνει με παθητικό; Αν είσαι μόνη σου μες στο σαλόνι σου (ή έστω μόνος,  δε θα χαλούσα για σένα τη ρίμα τώρα) κι αν αναφώνησες ανενδοίαστα κι αναίσχυντα «ναι!» και τις τρεις φορές, έχω την ιδανική πρόταση για ‘σένα:
εφέτο πας Μάταλα!

Οι κάτοικοι αυτής της χώρας είμαστε ευλογημένοι μ’ όλα αυτά τα ωραία, πλην πολυφορεμένα, ήλιο, τζατζίκι και φραπέ. Εισηγούμαι από σήμερα να μπουν στη λίστα και τα Μάταλα· είναι μοναδικά στον κόσμο, αντισυμβατικά, κι η νέα μόδα που θα ξανα-ζωντανέψουμε ακριβώς εδώ!

Πρόκειται για μια τόση δα γωνίτσα γης στην Κρήτη, που έγινε παγκοσμίως γνωστή το ’60, με το κίνημα των χίπις. Οι χίπις ξεκίνησαν μια χούφτα άνθρωποι και κατέληξαν χιλιάδες, κι όλες αυτές οι χιλιάδες ξεκαλοκαίριασαν τουλάχιστον μία φορά στις σπηλιές των Ματάλων. Παράδοξη επιλογή για τα γούστα μου, αν σκεφτείς ότι κάποτε χρησίμευαν ως ρωμαϊκοί τάφοι.

Ωστόσο, όταν επιλέγεις να παραθερίσεις απ’ όλο τον κόσμο μέσα σε μια σπηλιά, να τρως –και να καπνίζεις ενίοτε­– χορταρικά και να ζωγραφίζεις το σήμα της ειρήνης γύρω απ’ τον αφαλό σου, είναι τέρμα κουλ να κοιμάσαι μέσα σ’ έναν πρώην τάφο με τα χέρια σταυρωμένα. Όχι κάτω απ’ το κεφάλι. Πάνω στο στήθος.

Όταν δεν κοιμούνταν, κολυμπούσαν γυμνοί, έκαναν ελεύθερο έρωτα κι όχι πόλεμο, κι όταν δεν κάνανε κάτι από τα προηγούμενα, συζητούσαν τρόπους για παγκόσμια ειρήνη γύρω από φωτιές με αλκοόλ και Rolling Stones. Ήταν άνθρωποι με κοινωνικές ευαισθησίες και καλλιέργεια (αρκετοί επιπέδου Harvard), που πρέσβευαν ένα lifestyle λιτό, μέσα στη φύση, με αγάπη προς όλους και κοινοκτημοσύνη. Όλα αυτά με επίκεντρο τα Μάταλα, καθώς, όπως λένε, το μέρος αποπνέει μέχρι και σήμερα μια αύρα μαγική.

Από τότε ο κόσμος έχει σταματήσει ν’ αντιμετωπίζει τους χίπις σαν εξωγήινους, καθώς συνήθισε με τον καιρό. Έπαψαν να κάνουν εντύπωση οι γυναίκες με μπικίνι (ενώ μέχρι τότε τα μαγιό ήταν ολόσωμα κι οι παραλίες χωρισμένες σε αντρικές και γυναικείες), το σεξ και τα ναρκωτικά, ο ελεύθερος τρόπος ζωής. Οι χίπις συνέχισαν τις ζωές τους μακριά απ’ το spotlight μένοντας μόνο με το sunlight. Ποτέ δεν εξαφανίστηκαν, παρά κυκλοφορούν αθόρυβα ανάμεσά μας. Μπορεί να είναι ο τύπος δίπλα σου στο μετρό, πίσω σου στην ουρά του μάρκετ, ή και μπροστά σου όπως βγαίνεις στην πλατεία στο Μοναστηράκι να λιάζεται σαν σαλιγκάρι (με τόση βροχή τις προηγούμενες μέρες, αναπόφευκτος ο συνειρμός).

Για να επιλέγει κανείς ακόμα την μποέμικη ζωή, πάει να πει ότι έχει συγκεκριμένο λόγο. Πέρα απ’ τον προφανές, ότι δηλαδή το να χαρακτηρίζεσαι μποέμ είναι εύηχο και προχώ.

Κάποιες φορές είναι απλά στο DNA σου. Ίσως είσαι παιδί χωρισμένων γονιών και μια ζωή έκανες το μπαλάκι μ’ ένα σακίδιο στην πλάτη να πηγαινοέρχεσαι τα ΣΚ και τις γιορτές. Ίσως ανήκεις σε στρατιωτική οικογένεια κι όλες οι παιδικές σου φιλίες έπαιρναν μετάθεση κάθε δύο χρόνια. Ίσως και να γεννήθηκες σε τσίρκο κι η νομαδική ζωή είναι το μόνο που έζησες. Ποτέ δεν είχες πραγματικά επιλογή.

Τις περισσότερες φορές πάντως συνιστά τρόπο αντίδρασης στο κατεστημένο. Η επιβεβλημένη τάξη κι η οικονομική ανασφάλεια γίνονται η λαιμαριά που αποποιείσαι. Μπορεί το κωλαράκι σου να ζορίζεται σήμερα να μείνει σε σπηλιά, όμως πάλι δε σε χωράει ο τόπος και γυρνάς τον κόσμο με μπάκπακ. Δε στεριώνεις σε δουλειά, μα δε σ’ ενδιαφέρει κιόλας, θες απλά να εξοικονομείς τ’ αναγκαία για να τριγυρνάς. Συνήθως είσαι καλλιτέχνης ή γίνεσαι στην πορεία, προκειμένου να μπορείς να κουβαλάς τη δουλειά μαζί σου και να την αξιοποιείς όποτε ξεμένεις. Στήνεις ένα καβαλέτο, βγάζεις μια κιθάρα – κερδίζεις τη βραδινή σου μπίρα. Δεν έχεις σύντροφο ή μάλλον έχεις έναν που κάθε μέρα αλλάζει πρόσωπο. Αψηφάς όλες τις δομές (κατοικία, εργασία, οικογένεια), αν μη τι άλλο τουλάχιστον με τρόπο υγιή και φιλήσυχο· απ’ το να πετάς μολότοφ προτιμάς να βάζεις το λουλουδάκι στη κάννη της εξουσίας.

Αν με ρωτάς, θα σου πω ότι σήμερα είμαστε όλοι εν δυνάμει χίπις. Δείξε μου έναν που απολαμβάνει την ελληνική πραγματικότητα, που δεν καταπιέζεται απ’ την οικονομική κατάντια («κατάσταση» πήγα να γράψω, αλλά η λέξη άλλαξε στα μισά οικεία βουλήσει) και δε σκέφτεται στα κρυφά να τα βροντήξει όλα και να γίνει χορεύτρια. Ακόμα και τον πρώην Πρωθυπουργό να πάρεις, που μέχρι χθες εκείνος ήταν το σύστημα, σήμερα στέκεται απέναντι στο νέο κατεστημένο.

Βέβαια, όσο μποέμ και ζαμανφού κι αν φωνάζεις ότι είσαι, εγώ πιστεύω ότι ζεις τις πιο μεγάλες εσωτερικές κι εξωτερικές συγκρούσεις. Αρχικά, φτάνει ένα σημείο στη ζωή σου που το σώμα σου δεν μπορεί να σ’ ακολουθήσει άλλο, θέλεις τη βολή σου, θέλεις οικογένεια. Αυτά απαιτούν ένα περιβάλλον σταθερό. Ύστερα, οι κοινωνίες υπάρχουν προς εξυπηρέτησή μας. Αν θες, για παράδειγμα, την προοπτική μιας σύνταξης που θα εξασφαλίζει τον μελλοντικό γκρινιάρη γέρο εαυτό σου, ένας μόνο τρόπος υπάρχει κι είναι μέσω των υφιστάμενων δομών. Επομένως, μποέμ μπορείς να είσαι μέχρι κάποια ηλικία. Μετά πηγαίνεις για απόσυρση μαζί με τις μοντέλες. Δεν είναι τυχαίο που κι εκείνες εύχονται διακαώς παγκόσμια ειρήνη.

Μάταλα, λοιπόν, φέτος το καλοκαίρι. Μπορεί να μην είναι όπως σαράντα χρόνια πριν, πάντως απ’ το 2011 αναβιώνει το παρελθόν με σχετικό θερινό φεστιβάλ. Κι αν ψάχνεις κάτι ακόμα πιο εναλλακτικό, ρίξε μια ματιά στο μυστηριώδες Damanhur, στη βόρεια Ιταλία. Μόνο κάνε μου τη χάρη και ψάξτο λίγο πριν κλείσεις με Alitalia, καθώς οι Νταμανχουριανοί το ‘χουν πάει σ’ άλλο επίπεδο, τα άτομα. Δικό τους νόμισμα, επιστημονικά εργαστήρια, υπόγειοι ναοί και δε συμμαζεύεται.

Κοίτα μην ξεχαστείς εκεί.

Εκτός κι αν έχει καλό Wi-Fi στο μπουντρούμι που θα σε κρατάνε για πειραματόζωο, οπότε όπως και να ‘χει, pillowfights πάλι θα διαβάζεις.

Καλό ταξίδι, λοιπόν! Α, και peace.   

 

Συντάκτης: Μαίρη Ρήγα