Ας μιλήσουμε για τις σχέσεις και το τέλος τους. Καλώς ή κακώς συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες. Και κανένας κόσμος δεν τελειώνει εκεί και κανένας δε χάνει το άλλο του μισό. Γιατί, για να λέμε και του στραβού το δίκιο, για να έπεσαν οι τίτλοι του τέλους, μάλλον δε μας συμπλήρωνε κι όσο τέλεια νομίζαμε. Ωστόσο, πονάει. Άλλωστε αυτό είναι που μας κάνει να ξεχωρίζουμε απ’ τα υπόλοιπα είδη σε τούτο τον πλανήτη. Πονάει κι ας μην υπάρχει καμία εξωτερική πληγή.
Λογικό είναι. Περνώντας χρόνο μ’ έναν άνθρωπο, είτε αυτός είναι ένας μήνας, είτε δυο χρόνια, ή και μια δεκαετία ολόκληρη, δημιουργείς αναμνήσεις, βιώνεις καταστάσεις, σχεδιάζεις το μέλλον και στην τελική μαθαίνεις αλλιώς κι αλλάζεις. Γίνεσαι κομμάτι της καθημερινότητας του ανθρώπου σου, κι εκείνος αντίστοιχα της δικής σου. Το μόνο που διαφοροποιείται έχοντας ως παράμετρο τη διάρκεια του κοινού χρόνου είναι το βάθους του δεσίματος που δημιουργείται μεταξύ σας κι όχι τόσο η ένταση των συναισθημάτων.
Γι’ αυτό και κάθε χωρισμός σε τσούζει διαφορετικά. Είναι μια κατάσταση που σου τρώει την ενέργεια, σε αποδυναμώνει, φανερώνει μια άλλη πτυχή του εαυτού σου. Μια αδύναμή σου πλευρά που μπορεί να μην είχες ανακαλύψει καν μέχρι εκείνη τη στιγμή. Έρχεσαι αντιμέτωπος με συναισθήματα που, είτε τα ‘χεις ξαναβιώσει είτε όχι, αδυνατείς να τα διαχειριστείς. Κι είναι κάτι που συμβαίνει σ’ όλους. Είτε είσαι ο τύπος που πίνει μια εβδομάδα να ξεχάσει, είτε αυτός που κλαίει κάτω απ’ τα σκεπάσματα κι υπεραναλύει τα «πώς» και τα «γιατί».
Ωστόσο, όσο κι αν γκρινιάξεις, όσο κι αν βρίσεις, θα ‘ρθει η στιγμή που θα βαρεθείς αυτή τη μιζέρια και θα νιώσεις την ανάγκη να επανέλθεις. Κι αν είσαι απ’ αυτούς που κάνουν restart και συνεχίζουν σαν να μη συνέβη ποτέ τίποτα, όλα καλά. Το πρόβλημα υπάρχει αν ανήκεις στον υπόλοιπο πληθυσμό που κάθε χωρισμός τρώει κι ένα κομμάτι του εαυτού του.
Άλλοι το λένε φυσική εξέλιξη, αντιμετώπιση ή οτιδήποτε παρόμοιο. Εγώ θα το πω αδυναμία. Στην ουσία παίρνεις ένα μάθημα το οποίο, αντί να εκμεταλλευθείς σωστά, σ’ εκμεταλλεύεται εκείνο. Είναι σαν να βρίσκεις τη λύση ενός προβλήματος και να τη χρησιμοποιείς σ’ όλα τα υπόλοιπα που θα σου παρουσιαστούν, ανεξάρτητα απ’ το αν είναι διαφορετικά.
Κι αυτό είναι το σημείο που πρέπει να διαχειριστείς έξυπνα. Όχι για να αποδείξεις κάτι στους υπόλοιπους αλλά στον ίδιο σου τον εαυτό. Να παραμείνει αυθεντικός όσες φουρτούνες κι αν περάσουν. Οφείλεις, λοιπόν, να προστατέψεις την αφεντιά σου από αυτήν την τάση της εποχής εν ονόματι «αναισθησία».
Γιατί αν μπεις σ’ αυτό το τριπάκι μετέπειτα δε θα καταφέρεις να ζήσεις καμία κατάσταση στο ακέραιό της. Γιατί θα ‘ρθει ένας άνθρωπος που θα ‘ναι ικανός με μια αγκαλιά να απαλύνει όλους τους πόνους και να εξαφανίσει τα κενά που θεωρείς πως κουβαλάς, κι εσύ θα αρνείσαι μένοντας εγκλωβισμένος στο παρελθόν σου και τους αόρατους δαίμονές σου. Γιατί αντί να δημιουργείς εσύ τις αναμνήσεις που θέλεις, πλέον θα κατευθύνουν αυτές εσένα. Σκέψου πόσο λυπηρό είναι να γίνεις υποχείριο του ίδιου σου του μυαλού!
Αυτό, τελικά, είναι που λείπει απ’ τους ανθρώπους σήμερα. Να μάθουμε να βιώνουμε όλα τα συναισθήματα εξίσου δυνατά, χωρίς να ακυρώνουμε όσα μας φοβίζουν. Όπως μάθαμε να αγαπάμε, με τον ίδιο τρόπο να μάθουμε και να χωρίζουμε. Να φεύγουμε και να προχωράμε παρακάτω χωρίς κατάλοιπα, χωρίς απωθημένα κι εύθραυστες μάσκες μιας δήθεν υπεροχής.
Γιατί μια ζωή χωρίς πάθος κι ένταση, είναι μια ζωή ξενέρωτη και συνεπάγεται έναν ξενέρωτο άνθρωπο. Και δε νομίζω να βλέπει κανείς τον εαυτό του έτσι.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη