Κυκλοφορεί όλο και συχνότερα η λέξη της συνήθειας και πόσο δύσκολα κόβεται και τι πόνο προκαλεί. Κι η αλήθεια είναι πως όσο περισσότερο λέγεται, τόσο περισσότερο πιστεύεται, χωρίς κανείς να αναρωτηθεί αυτό το αναθεματισμένο το γιατί. Γιατί, όμως, να είσαι τόσο επώδυνο, είναι αναπόφευκτο κάτι τέτοιο; Αν το δούμε λογικά και σε σύγκριση με τα θέματα που καλείται ν’ ανταποκριθεί ένας άνθρωπος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του, μοιάζει αστείο. Ναι, αστείο.
Πόσο δύσκολο, πια, μπορεί να φαντάζει να μην πιεις καφέ ένα πρωί κι αντ’ αυτού να κάνεις ένα πρωινό τρεξιματάκι; Να σηκωθείς από τη γωνιά του καναπέ που έχεις βολευτεί και να μην καπνίσεις το βραδινό τσιγάρο σου; Δραστηριότητες απλές, που όμως πλέον, είτε μας ευχαριστούν είτε κι όχι, έχουμε συνηθίσει, όπως λέμε, να κάνουμε. Ή μήπως βολευόμαστε στα όσα έχουμε ήδη δοκιμάσει, συμβιβαζόμαστε και τα βαφτίζουμε συνήθεια;
Καλώς ή κακώς με το πέρας των χρονών και καθώς μεγαλώνουμε, όλοι νιώσαμε την ανάγκη να αλλάξουμε κάτι από την καθημερινότητά μας. Από κάτι μικρό, όπως το είδος του καφέ μας έως και κάτι μεγάλο, όπως το να κόψουμε το κάπνισμα. Άλλοι αναγκαστικά λόγω προβλημάτων κι άλλοι επειδή απλώς το θελήσαμε.
Κι αν ξεκινήσουμε από την πρώτη περίπτωση τα πράγματα είναι απλά. Υπάρχει μόνο ένα πρέπει που σου έχουν επιβάλει και τριγυρνά όλη την ώρα μέσα στο μυαλό και σε δεσμεύει. Ένα πρέπει που σε αποτρέπει από την αμαρτία. Ξέρεις τι ενδείκνυται να κάνεις, αλλά και τι όχι. Τι συνέπειες θα υποστείς κι αν είσαι έτοιμος να τις αποδεχθείς. Πράττεις, αναλόγως, λοιπόν. Λίγο ο φόβος, λίγο το τι απαιτεί η κατάσταση σε κάνουν να βάλεις τα θέλω σου, τα όσα, έστω, λες πως έχεις συνηθίσει, σε δεύτερη μοίρα.
Μα αν από την άλλη είναι δική σου η επιλογή, τότε κάπως δυσκολεύει. Και δυσκολεύει γιατί κανείς δε θα είναι πάνω από το κεφάλι σου να σε επιβλέπει. Να σου υπενθυμίζει αυτό το πρέπει που λέγαμε. Καλείσαι μόνος να βάλεις φρένο στον εαυτό σου κι ακούγεται επώδυνο μα δεν είναι όσο νομίζεις.
Πολλοί θα υποστηρίξουν πως από τα πιο προκλητικά πράγματα που μπορεί να διαχειριστεί ένας άνθρωπος είναι το να κοπεί μια συνήθειά του, αφού πρώτα αποδεχτεί το ότι είναι συνήθεια. Μα η αλήθεια είναι πως δεν έχει την ισχύ που χρόνια ολόκληρα τώρα της καταλογίζουν η συγκεκριμένη κυρία. Μόνη της, είναι ανίκανη να χειριστεί το οτιδήποτε. Κι αυτό που βρίσκει ως πάτημα και προχωρά είναι ο φόβος, η ανασφάλεια, η αδυναμία που έχει ένας άνθρωπος να κάνει κάτι καινούργιο. Κάτι διαφορετικό.
Κατ’ επέκταση, όμως, οφείλεται στην αδυναμία του να πάρει την απόφαση για μια αλλαγή. Να πείσει τον εαυτό του πως το αποτέλεσμα θα τον ανταμείψει, όσο ακατόρθωτο κι αν φαίνεται στην αρχή. Είναι η στιγμή που πρέπει να αναλογιστεί τα όσα έχει καταφέρει μέχρι σήμερα και να αναγνωρίσει πως αν ποτέ δεν έπαιρνε καμία απόφαση δε θα έφτανε στο σημείο που είναι. Εάν ποτέ δεν έκανε το πρώτο βήμα, δε θα ανέβαινε εκείνη τη μεγάλη σκάλα, που φοβόταν τόσο στη θέα της και μόνο.
Οι δυνάμεις, λοιπόν ενός ανθρώπου είναι τόσες όσες του επιτρέπει το μυαλό του. Κι αν σκεφτούμε πως το σώμα είναι υποχείριο του μυαλού, κι όχι το αντίστροφο, θα καταλάβουμε πως η συνήθεια στέκει αδύναμη μπροστά στη θέληση και την αποφασιστικότητα. Αρκεί να θέλουμε να αποφασίσουμε.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου