Νερό. Μία λέξη τόσο μικρή σε μέγεθος και ταυτόχρονα τόσο μεγάλη σε νόημα. Τέσσερα χιλιοειπωμένα γράμματα που κρίνονται αναγκαία για την καθημερινότητά μας, τόσο σε ζωτικό όσο και σε ψυχολογικό επίπεδο. Και το ζωτικό, θα μου πεις, είναι προφανές. Κάθε μέρα πίνουμε νερό, κάνουμε μπάνιο, τα αυτονόητα, δηλαδή, αλλά γιατί και σε ψυχολογικό;
Τώρα είναι η στιγμή που πρέπει να αναλογιστείς όλες αυτές τις φορές που η βροχή επηρέασε την ψυχολογία σου. Μιλάω για εκείνες τις μέρες που δικαιολογημένα δεν ήθελες να σηκωθείς απ’ το κρεβάτι είτε για να πας στη δουλειά είτε και για να βγεις για καφέ ακόμη. Εκείνες τις μέρες που όλοι βουλιάζουμε σε καναπέδες και παπλώματα, βλέποντας τις σταγόνες να πέφτουν στο τζάμι κι ίσως παράλληλα και στα μάγουλά μας. Και δώσε ταινίες και σειρές, και δώσε μουσική στο τέρμα και δάκρυα στο βλέμμα. Είναι κουραστικό να ‘σαι παρατηρητής, σκέφτεσαι. Μα καμία κίνηση να σηκωθείς.
Τα ματιά κολλημένα στο ταβάνι, γυρνάς στο παρελθόν κι επιχειρείς να κάνεις το βήμα για τον απολογισμό σου. Ένα βήμα για την ανασυγκρότησή σου, μα ο φόβος σε εμποδίζει. Λάθη, πάθη, έρωτες που τέλειωσαν άδοξα, όλα κάνουν την εμφάνισή τους στη μνήμη του μυαλού. Έντονη ταχυκαρδία. Δημιουργείται η ανάγκη να τρέξεις στη βροχή, να γίνεις μούσκεμα, μα δεν το κάνεις. Και, θα μου πεις, πώς μπορώ να το κάνω, όταν από μικρό παιδί με προστάτευαν απ’ αυτή; Ένα αδιάβροχο μπουφάν και μια ομπρέλα διπλάσια απ’ το μπόι μου ήταν τα καλύτερα όπλα εναντίον της, όπως λέει κι η μαμά. Ασυναίσθητα την φοβάμαι.
Κι απ’ την άλλη, σκέψου κι εκείνες τις μέρες, ανεξαρτήτως εποχής, που βρισκόσουν μπροστά από μια θάλασσα. Είτε εκείνη την ηλιόλουστη καθημερινή είτε εκείνο το μουντό φθινοπωρινό βραδάκι. Και τότε, με το μπουφάν για παρέα, πάλι εκεί γυρνάς. Το χρώμα της, ο ήχος των κυμάτων της κι αυτή η τεράστια έκτασή της, πόσο αδύναμους και ταυτόχρονα δυνατούς μας κάνει; Η έντασή της είναι αρκετή για να φανερώσει τις ευαισθησίες μας. Η δύναμή της είναι αρκετή για να μας προτρέψει να αντιμετωπίσουμε τον εαυτό μας. Άλλωστε, πόσες εξομολογήσεις έχουν γίνει μπροστά της! Πόσους ανθρώπους έχει ενώσει, πόσες αναμνήσεις έχει κρατήσει ζωντανές. Κι έπειτα, πόσους τσακωμούς έχει καλμάρει.
Ίσως να φταίει το χρώμα της. Αυτό το μπλε που ακόμη κι οι έρευνες έχουν δείξει πως αντιπροσωπεύει την ηρεμία. Παρ’ όλα αυτά κι αυτή μας φοβίζει. Νιώθουμε την ανάγκη να βουτήξουμε με τα ρούχα και για το κάνουμε πρέπει να ‘μαστε μια δόση μεθυσμένοι παραπάνω. Κι αυτό γιατί υπάρχει κι αυτός ο φόβος της γύμνιας. Και δεν εννοώ αυτή του σώματος αλλά αυτή της ψυχής.
Έρχεται, λοιπόν, η στιγμή που καταλήγουμε στην εξής ερώτηση: Τι θα γινόταν αν αφήναμε τα «πρέπει» μας στην άκρη; Αν ξεχνούσαμε εκείνη την ομπρέλα στο σπίτι μας και βουτούσαμε στις ψιχάλες και στο βαθύ μπλε της θάλασσας. Θα ξεπλένονταν όλες μας οι σκέψεις και τα συναισθήματα. Αυτό θα γινόταν. Θα τρέχαμε όλο και πιο γρήγορα, θα κολυμπούσαμε όλο και πιο βαθιά, ίσως και να κλαίγαμε με την ψυχή μας, μα κανείς δε θα καταλάβαινε τίποτα. Θα αποκαλύπταμε την ψυχή μας σε μας αλλά ακόμη και στον άνθρωπο δίπλα μας.
Ωστόσο, πάλι θα σκεφτόμασταν όσα και στο σπίτι, μα τώρα θα νιώθαμε την ανάγκη να τα πάρει από πάνω μας το νερό. Να καθαρίσει μαζί με το σώμα μας και την ψυχή μας ταυτόχρονα. Είναι ίσως η πιο ανέξοδη κι ανώδυνη ψυχοθεραπεία.
Γι’ αυτό την επόμενη φορά που θα ακούσεις τις ψιχάλες στο παράθυρό σου, ή θα βρεθείς μπροστά σ’ αυτήν την υπέροχη θαλάσσια εκδοχή του μπλε, να δημιουργήσεις τις καλύτερες αναμνήσεις μαζί τους. Στην περίπτωση που πιάσεις τον εαυτό σου να διστάζει, σκέψου πως περισσότεροι πνίγηκαν βυθισμένοι στις σκέψεις τους παρά βρεγμένοι στο νερό. Κι αν αναρωτηθεί κανείς, πες του, με δύο λέξεις ,”raining therapy”.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη