Κοιμάσαι, παλεύεις δηλαδή για να κοιμηθείς κάθε βράδυ. Δέκα λεπτά ακόμα ζητάς και το ξυπνητήρι επιμένει κι εσύ εκεί, να πατάς το snooze. Γιατί δεν κοιμήθηκες νωρίτερα, πάλι έμεινες ξάγρυπνος, πάλι κάπνιζες πολύ, πάλι άκουγες εκείνα τα τραγούδια, πάλι θυμήθηκες;
Πηγαίνεις στο κρεβάτι κι ο Μορφέας δε σου κάνει ούτε απόψε το χατίρι κι εσύ αντί να κλείσεις τα μάτια για να το προσπαθήσεις, κλείνεις τα μάτια και σκέφτεσαι. Σταμάτα πια, ρε, σταμάτα! Σκάσε, ναι, πες στις γαμημένες τις σκέψεις να σκάσουν. Τι σκέφτεσαι, πώς καταλήξατε έτσι, γιατί κοιμάσαι μόνος, γιατί δε λες πια εκείνη την «καληνύχτα»;
Ξέρεις κάτι; Ποτέ δε θα μάθεις πραγματικά κι αν ακόμη ποτέ ακούσεις τις δήθεν εξηγήσεις τους, θα είναι λόγια της δεκάρας. Δε θα σου φτάνουν, μάτια μου, οι δικαιολογίες τους. Αυτή είναι η ζωή, αυτό είναι ο έρωτας πλέον, αναπάντητα γιατί.
Το ρολόι δείχνει 6:20 κι εσύ δεν κοιμάσαι ούτε απόψε και το μόνο που καταφέρνεις είναι να κάνεις κακό στον εαυτό σου. Σταμάτα να σκέφτεσαι πως τέτοιες ώρες ήσασταν αγκαλιά, πως μιλούσατε στο τηλέφωνο, τελείωσαν αυτά. Εκείνος ο άνθρωπος, που σε έφτασε εδώ, αυτή τη στιγμή κοιμάται κι από αυτό μονάχα θα έπρεπε να καταλάβεις πως δεν αξίζει.
Ξέρω, μαζί του ένιωσες αλλιώς, ξέρω, κανείς δε σε καταλαβαίνει, οι φίλοι κι η οικογένεια φωνάζουν να πάψεις να ασχολείσαι, αλλά εσύ ξέρεις πως τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά. Όμως τελικά έχουν δίκιο, γιατί ενώ εσύ στριφογυρνάς μέσα στο σπίτι χαράματα, ενώ εσύ κλαις, ενώ εσύ προσπαθείς να πνίξεις τους πόνους στο αλκοόλ, εκείνος κοιμάται.
Κοιμάται μόνος, κοιμάται με παρέα; Δεν έχει καμία σημασία, η ουσία είναι πως ξέρει πως δεν είσαι καλά κι όχι μόνο δεν είναι δίπλα σου, αλλά κοιμάται σαν να μη συμβαίνει τίποτα. Ο άνθρωπός σου, εκείνος που πραγματικά θα κουμπώσεις δε θα μπορεί να κλείσει μάτι αν δε σιγουρευτεί πως είσαι καλά. Δε θα μπορεί, αν δεν ξέρει πού είσαι κι αν είσαι πραγματικά ασφαλής.
Ο ύπνος είναι ηρεμία, είναι ξεκούραση. Πώς μπορείς να ξεκουράσεις το σώμα και την ψυχή σου αν γνωρίζεις πως η ψυχή κάποιου άλλου τρέμει; Καταλαβαίνεις τι συμβαίνει; Τα πόδια σου δεν μπορούν να κουβαλήσουν τα μέσα σου. Το κορμί σου πονάει απ’ τη στεναχώρια, από όλα εκείνα που περνάς. Μα εκείνος ο άνθρωπος που κάποτε φώναζε πως σε θέλει στη ζωή του, πως τάχα μου ένιωθε πότε δεν είσαι καλά, πλέον δεν τα φωνάζει.
Τώρα πια οι δρόμοι χώρισαν και τα πράγματα άλλαξαν κι εσύ πρέπει κάποια στιγμή να το πάρεις απόφαση. Μη μένεις κολλημένος στην ανάμνηση μιας κάποτε ευτυχίας, αποδέξου τα γεγονότα μιας και δεν μπορείς να αλλάξεις κάτι.
Θα κατάλαβες πως δεν έχεις κανένα λόγο για να μην το κάνεις, δε σου αξίζουν τέτοιες καταστάσεις εσένα. Προχώρα μπροστά και μη γυρίσεις πίσω, ό,τι είναι να έρθει να σε βρει ξανά, θα έρθει από μόνο του.
Όμως να θυμάσαι ένα πράγμα, ο άνθρωπός μας είναι ένα χαμένο κομμάτι μας, είναι η ευτυχία μας μέσα σε τούτο τον ψεύτικο κόσμο. Είναι στιγμές, λόγια και λέξεις. Είναι οι δυο που έγιναν ένα κι αν ξέρεις πως το άλλο σου μισό δεν είναι καλά, τότε δεν μπορείς να κοιμηθείς. Αν μπορείς ίσως και να μην είναι, πες μου όμως κάτι. Γιατί έχεις τόσα βράδια να κοιμηθείς κι αν κοιμάσαι γιατί δεν κοιμάσαι ήρεμα όπως τότε;
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη