Γνώριζες ότι, αν κάποτε η Γη καταστραφεί, η φωνή της Μαρίας Κάλλας θα συνεχίσει ν’ αντηχεί κάπου στο διάστημα;

Ξέρεις, μήπως, σε ποιαν οφείλεις την άνετη επιλογή του γυναικείου παντελονιού; Και για να μην αφήσω παραπονεμένο το αντρικό κοινό, αναρωτιέμαι αν νιώθετε ευγνώμονες που, όταν φτάνετε στην κρεβατοκάμαρα με το ταίρι σας, χρειάζεται να ξεφορτωθείτε ένα και μόνο φόρεμα κι όχι τέσσερα στη σειρά!

Και τέλος, γνωρίζετε ότι το τίμημα του αγώνα της Μελίνας Μερκούρη κατά της χούντας ήταν να μην μπορέσει να πει το τελευταίο «αντίο» στον πατέρα της;

Αν όχι, αν απλώς αναγνωρίζεις τη σπουδαιότητα που κρύβεται πίσω απ’ τα ονόματα «Μαρία Κάλλας», «Κοκό Σανέλ» και «Μελίνα Μερκούρη», κι αγνοείς πιο ιδιαίτερες πτυχές της ζωής τους, πιστεύω θα σ’ ενδιαφέρουν όσα ακολουθήσουν. 

 

Μαρία Κάλλας

Γεννήθηκε το 1923 στη Νέα Υόρκη, από Έλληνες γονείς. Η ενασχόλησή της με τη μουσική ξεκίνησε από πολύ νωρίς. Η ίδια μάλιστα, σε συνέντευξή της, είχε πει με παράπονο «Ήμουν πάντα πολύ ώριμη για την ηλικία μου κι όχι πολύ ευτυχισμένη. Δεν είχα παιδικές φίλες. Θα ήθελα να μπορούσα να επανέλθω σ᾽ εκείνες τις ημέρες. Αν μπορούσα μόνο να τα ξαναζήσω όλα πάλι, πόσο θα ήθελα να παίξω και να χαρώ με άλλες κοπέλες! Πόσο ανόητη ήμουν!».

Όταν της ανέθεσαν να τραγουδήσει την “Gioconda” στη Βερόνα, γνώρισε το βιομήχανο Τζιανμπατίστα Μενεγκίνι, τον οποίο και παντρεύτηκε δύο χρόνια μετά. Με τη βοήθειά του η καριέρα της Κάλλας απογειώθηκε σε ρόλους δραματικής υψιφώνου. Την υπέβαλε, μάλιστα, σε διαιτητική θεραπεία για να χάσει κιλά και να μπορεί να ενσαρκώνει τους ρόλους της, όχι μόνο με τη φωνή της, αλλά και με το παρουσιαστικό της. Η ίδια έχει διηγηθεί ότι η στέρηση τροφής στην κατοχή την είχε οδηγήσει με βουλημία στο φαγητό κι είχε γίνει παχύσαρκη. Τα 40 κιλά που χάνει, χωρίς να εξασθενίσει τη φωνή της, υπήρξε το κατόρθωμά της. 

«Δεν υπάρχει τελειότητα» ήταν η αυστηρή αυτοκριτική της. «Το κοινό μπορεί να σε παραλύσει» έλεγε εκφράζοντας την επιθυμία της να βρίσκει κατανόηση στο κοινό της όταν δεν μπορούσε να δώσει τον καλύτερό της εαυτό, διότι η αποδοκιμασία του της στερούσε τη χαρά της ερμηνείας.

Για την Ελλάδα, είχε πει: «Πώς ν’ αυξηθούμε οι Έλληνες, όταν ανάμεσα στον ανθό φυτρώνουν κι αγκάθια;». Αγκάθι μπηγμένο στην καρδιά της πριμαντόνας

ήταν αυτό το αλληλοφάγωμα, από την εποχή που τη σαμποτάρανε στη Λυρική Σκηνή της Αθήνας. Οι μεγάλες φωνές ήταν αδικημένες όσο έμεναν στην Ελλάδα, ενώ καταξιώνονταν στη «Σκάλα» του Μιλάνου. Γι’ αυτό η Κάλλας, όταν ήρθε, διάσημη πια, να τραγουδήσει στην Επίδαυρο, ζήτησε υπέρογκη αμοιβή, που την κατέθεσε, όμως, στο Ίδρυμα που έφερε τ’ όνομα της, για την ανάδειξη ταλέντων.

Μεγάλος έρωτας της ζωής της ήταν ο Ωνάσης. Ευελπιστούσε να της ζητήσει να παντρευτούν, γι’ αυτό και χώρισε από τον Μενεγκίνι. Κάτι τέτοιο, όμως, δε συνέβη, εφόσον ο Ωνάσης κατευθυνόταν ήδη στον επόμενο στόχο του, την Τζάκι Κένεντι, την οποία και παντρεύτηκε. Ο πατέρας της ντίβας είχε πει: «υπερφίαλη πράξη επιδειξιομανίας του Ωνάση ο γάμος με την Τζάκι, ενώ για τη Μαρία ημέρα ταπείνωσης και θλίψης».

Πέθανε μόνη της στο Παρίσι το 1977. Πρόσφατες έρευνες Ιταλών επιστημόνων αποδίδουν την τότε καρδιακή της προσβολή σε δερματομυοσίτιδα κι απορρίπτουν τις φήμες περί αυτοκτονίας για χάρη του Ωνάση. Η τέφρα της σκορπίστηκε στο Αιγαίο, όπως επιθυμούσε. Η φωνή της, όμως θα αντηχεί και μετά τη συντέλεια της Γης, εφόσον μαζί με άλλα επιτεύγματα του ανθρώπινου γένους, όπως δημιουργήματα του Πλάτωνα και του Μπετόβεν, θα ταξιδεύουν σε κάποιο δορυφόρο στο διαστρικό αχανές, ώσπου να τα συλλέξουν εξωγήινα όντα προηγμένα τεχνολογικά. 

 

Κοκό Σανέλ

«Η μόδα περνάει, μόνο το στιλ μένει πάντα το ίδιο». Ήταν πρωτοποριακή γαλλίδα σχεδιάστρια μόδας, της οποίας οι εμπνευσμένες γυναικείες μόδες, από τις αντρικές, κι η αναζήτηση της πολυτελούς απλότητας, την έκαναν αναμφισβήτητα τη σημαντικότερη φιγούρα στην ιστορία της μόδας. Ήταν το μόνο πρόσωπο στον τομέα αυτό που αναφερόταν στο περιοδικό TIMES, ανάμεσα στους 100 ανθρώπους με τη μεγαλύτερη επιρροή στον 20ό αιώνα.

Μεγάλωσε σ’ ένα γαλλικό ορφανοτροφείο. Το απλοϊκό και άκαμπτο φόρεμα των καλογριών και το περιβάλλον αυτό επηρέασαν τα σχέδια της. Οι δυσκολίες της νεαρής ζωής της, την ενέπνευσαν ν’ ακολουθήσει ένα ριζικά διαφορετικό τρόπο ζωής.

Οι καινοτομίες της είναι βασικά κομμάτια της γκαρνταρόμπας πολλών γενεών γυναικών: τα “jersey” ταγέρ και φορέματα, τα πουκάμισα, οι πλισέ φούστες, τα γυναικεία πουλόβερ, οι μπλούζες χωρίς γιακά, τα πλεχτά ταγέρ, οι δίχρωμες (μπεζ με μαύρη μύτη) γόβες χωρίς φτέρνα, τα “strapless” φορέματα, οι καμπαρντίνες… Δημιούργησε, επίσης, το μικρο μαύρο φόρεμα, τη ζώνη-αλυσιδα, το άρωμα № 5, το “total look”, τα κοσμήματα στα ρούχα, την καπιτονέ τσάντα με την αλυσίδα, τις γυναικείες πυτζάμες (τις οποίες κατόρθωσε να κάνει και κοινωνικά αποδεκτές), το “unisex” στιλ, το “gypsy look” και τα γυναικεία παντελόνια, ενώ, επίσης η ίδια ήταν που καθιέρωσε το μαύρισμα και τα κοντά μαλλιά στις γυναίκες.

Ενδιαφέρον έχει πώς προέκυψαν πολλές από αυτές τις ανακαλύψεις. Για παράδειγμα, η επανάσταση με τα κοντά μαλλιά ήρθε τυχαία, όταν έκαψε τα μαλλιά της. Το μαύρισμα, που έβαλε τέλος στην εμμονή να συνδέουμε το λευκό δέρμα με την υψηλή κοινωνική θέση, προέκυψε στις καλοκαιρινές διακοπές της στη Ριβιέρα. Όσον αφορά τα παντελόνια καμπάνες, καθοριστικός λόγος ήταν η πρακτικότητα, καθώς η Chanel τα φορούσε στη Βενετία για να μπαινοβγαίνει ευκολότερα στις γόνδολες.

Το σημαντικότερο, όμως, για τ’ οποίο πρέπει να την ευγνωμονούμε, είναι ότι ανέτρεψε το New Look του Dior. Το συνηθισμένο στιλ ήταν εξωπραγματικό! Οι γυναίκες φορούσαν πολλά ρούχα το ένα πάνω απ’ τ’ άλλο, όπως σεμιζιέ, κορσέ, επικάλυμμα του κορσέ, μεγάλα εσώρουχα, φανελένια μεσοφόρια, τα οποία συνήθως ήταν και περισσότερα του ενός.

Η Chanel αντικατέστησε τον κορσέ με την άνεση και την καθημερινή κομψότητα. Το κόνσεπτ ήταν η γυναικεία φιγούρα να φαίνεται φυσική. Οι γυναίκες ξεκίνησαν να κάνουν καριέρα σε διάφορους τομείς και είχαν ένα νέο τρόπο ζωής. Έτσι, η μόδα της Chanel επηρεάστηκε από την καινούρια συμπεριφορά των γυναικών.

Ο ίδιος ο Κριστιάν Ντιόρ είπε: «μ’ ένα μαύρο πουλόβερ και δέκα σειρές μαργαριτάρια ξεσήκωσε τη μόδα».

Το πρωτοποριακό προσόν που διέθετε το μικρό μαύρο φόρεμα ήταν το γεγονός ότι μπορούσε να φορεθεί πρωί και βράδι. «Ψάξε για τη γυναίκα μέσα στο φόρεμα. Αν δεν υπάρχει γυναίκα, δεν υπάρχει φόρεμα».

«Μια γυναίκα που δε φοράει άρωμα δεν έχει μέλλον». Το διάσημο άρωμά της, το Chanel No.5, ήταν το πρώτο που βγήκε στην αγορά από σχεδιαστή ρούχων στην ιστορία της αρωματοποιϊας κι οι ευθείες γραμμές του μπουκαλιού, το έκαναν να ξεχωρίζει απ’ τ’ άλλα επιδεικτικά μπουκάλια αρωμάτων της εποχής εκείνης. Το Νο. 5 λέγεται ότι ήταν ο τυχερός αριθμός της Coco, εντούτοις η ονομασία του αρώματος επιλέχτηκε πραγματικά, επειδή ήταν το πέμπτο δείγμα. Ένα μπουκάλι Chanel Νο. 5 πωλείται κάθε 30 δευτερόλεπτα!

Δεν παντρεύτηκε ποτέ, ούτε απέκτησε παιδιά. Όσο για τις σχέσεις της, φαίνεται, στο πέρασμα του χρόνου, ότι η Chanel είχε βασικά αδυναμία στους άντρες που ανήκαν σε κάποια ανώτερη κοινωνικά τάξη. Η τελευταία περιπέτειά της με έναν ανώτερο αξιωματικό της ναζιστικής Γερμανίας στάθηκε αφορμή να εξοριστεί στην Ελβετία, όπου και πέθανε μόνη το 1971.

 

Μελίνα Μερκούρη

Γεννήθηκε το 1920 στην Αθήνα. Ως ηθοποιός είναι ιδιαίτερα γνωστή για τη μυθική πλέον ταινία «Στέλλα» αλλά και για την ταινία «Ποτέ την Κυριακή», που γύρισε με το σύζυγό της, Ζιλ Ντασσέν, και την έκανε διάσημη σε όλον τον κόσμο. Μάλιστα για την ταινία αυτή βραβεύτηκε με το Όσκαρ Καλύτερου Τραγουδιού και με το βραβείο Α’ γυναικείου ρόλου στο Φεστιβάλ των Καννών.

Ως πολιτικός, ήταν απ’ τα ιδρυτικά μέλη του ΠΑ.ΣΟ.Κ. μαζί με τον Ανδρέα Παπανδρέου και διετέλεσε Υπουργός Πολιτισμού στα διαστήματα 1981-1989 και 1993-1994. Ο ίδιος ο Ανδρέας Παπανδρέου είχε σχολιάσει ότι η Μελίνα Μερκούρη ήταν η μόνη που άντεξε τους 16 ανασχηματισμούς των κυβερνήσεών του.

Τα μεσάνυχτα της 21ης Απριλίου του 1967, ο Μάνος Χατζιδάκις της τηλεφωνεί για να της πει ότι στην Ελλάδα έγινε στρατιωτικό πραξικόπημα. Η Μελίνα κάνει δηλώσεις στις τηλεοπτικές κάμερες των αμερικανικών μέσων μαζικής ενημέρωσης «Σας παρακαλώ μην πάτε στη χώρα μου». Για τις δηλώσεις αυτές, η χούντα θα της αφαιρέσει την ελληνική ιθαγένεια στις 12 Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Εκείνη θ’ απαντήσει με το ιστορικό πλέον «Γεννήθηκα Ελληνίδα και θα πεθάνω Ελληνίδα. Ο Παττακός γεννήθηκε φασίστας και θα πεθάνει φασίστας». Απ’ το Νοέμβριο κι επί τρεις μήνες, το FBI την παρακολουθεί παντού. Υπάρχει προειδοποίηση ότι θα γίνει δολοφονική απόπειρα εναντίον της.

Ο θάνατος του πατέρα της (7 Ιουλίου 1968) τη βρίσκει στην ξενιτιά. Δεν έχει ιθαγένεια, ούτε διαβατήριο. Όταν πεθαίνει η μητέρα της (Ιούλιος 1972) της επιτρέπουν την είσοδο στη χώρα για λίγες ώρες.

«Η Ελλάδα πρέπει να πρωταγωνιστεί για τον πολιτισμό. Η Ελλάδα, αυτό είναι η κληρονομιά της, αυτό είναι η περιουσία της κι αν το χάσουμε αυτό δεν είμαστε κανείς». Το όραμά της συνοδεύτηκε από εκστρατεία για την επιστροφή των κλεμμένων μαρμάρων του Παρθενώνα. Είναι η πρώτη που θίγει επίσημα το θέμα στη Διεθνή Διάσκεψη Υπουργών Πολιτισμού της UNESCO τον Ιούλιο του 1982 στο Μεξικό. «Πρέπει να καταλάβετε τι σημαίνουν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα για εμάς» έλεγε. «Είναι το καμάρι μας. Είναι οι θυσίες μας. Είναι το υπέρτατο σύμβολο ευγένειας. Είναι φόρος τιμής στη δημοκρατική φιλοσοφία. Είναι η φιλοδοξία και το όνομά μας. Είναι η ουσία της ελληνικότητάς μας». Και «Αν με ρωτήσετε αν θα ζω όταν τα Μάρμαρα του Παρθενώνα επιστρέψουν στην Ελλάδα, σας λεω πως ναι, θα ζω. Αλλά κι αν ακόμη δε ζω πια, θα ξαναγεννηθώ».

Προκειμένου να κάνει εφικτή την επιστροφή των Γλυπτών, το 1989 κήρυξε διαγωνισμό για την κατασκευή ενός νέου Μουσείου της Ακρόπολης, δίνοντας παράλληλα έμφαση στις εργασίες αναστήλωσης της Ακρόπολης αλλά και στη διάσωση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.

Επίσης, χάρη σ’ εκείνην ξεκίνησε ο θεσμός των πολιτιστικών πρωτευουσών της Ευρώπης, με πρώτη την Αθήνα το 1985. Παράλληλα, δημιούργησε το θεσμό των δημοτικών περιφερειακών θεάτρων, γεγονός που συνέβαλε στην πολιτιστική ανάπτυξη της χώρας. Φρόντισε, μάλιστα, για την εισαγωγή του πολιτισμού και της θεατρικής αγωγής στα σχολεία.

Η Μελίνα Μερκούρη, η αγαπημένη των Ελλήνων, υπήρξε από τις πλέον διάσημες προσωπικότητες της Ελλάδας. Στην είδηση του θανάτου της, στις 6 Μαρτίου του 1994, ο διεθνής Τύπος προέβη σε αναλυτικά αφιερώματα της ζωής της μυθικής Ελληνίδας με το βροντερό γέλιο, ενώ στο Μπρόντγουεϊ τα θέατρα παρέμειναν κλειστά την ώρα που πάνω από ένα εκατομμύριο συγκινημένοι πολίτες την συνόδευαν στην τελευταία της κατοικία, στο Α’ Νεκροταφείο.  

 

Συντάκτης: Χριστιάννα Χαραμή