Αναπολώ τα χρόνια που έμενα με τη μανούλα μου, που γύρναγα απ’ τη δουλειά κι έβρισκα το φρεσκομαγειρεμένο φαγητό ζεστό-ζεστό στο πιάτο. Τι όμορφα χρόνια! Μετά πηγαίνοντας στο δικό μου σπίτι, απολάμβανα τις επισκέψεις που της έκανα μετά τη σχολή, που ‘παιρνα τα ταπεράκια με τ’ αγαπημένα μου φαγητά –που κάποιες φορές τα ‘κανα και παραγγελία– και δεν είχα πάλι την έννοια τι θα μαγειρέψω.
Φτάνει, λοιπόν, η στιγμή που όλα αυτά είναι αναμνήσεις και δεν υπάρχει κανένας για ν’ ασχοληθεί με το φαγητό. Στην αρχή το παίζεις large κι έχεις κάνει δοκιμή όλα τα delivery της γειτονιάς και σε ακτίνα δέκα χιλιομέτρων. Αφού ακούς σουβλάκια, πίτσα, κρέπα κι έχεις σιχαθεί πια το «είναι» σου, αποφασίζεις ότι θα ασχοληθείς με το σπορ που λέγεται «μαγείρεμα».
Κάτσε, ρε φίλε, δεν μπορεί να είναι επιστημονική φαντασία αυτό το μαγείρεμα. Αποφασίζεις, λοιπόν, να φτιάξεις ένα όμορφο φαγητό, κάπως ιδιαίτερο, για να κάνεις τη διαφορά επιτέλους και φτάνει η στιγμή που παίρνεις τη μανούλα για να σου δώσει τη συνταγή. Περιττό να σου πω ότι συνταγή δεν κατάφερες να πάρεις, γιατί σου άρχισε τα τρελά της, βάλε αλάτι με το μάτι, λάδι όσο τραβάει το φαγητό και κάτι τέτοια και τελικά αφού πάτησες έναν καλό καβγά και της έκλεισες το τηλέφωνο στα μούτρα, άνοιξες το αγαπημένο σου google, που σου ‘χει δώσει λύσεις και λύσεις, για να βρεις πώς θα φτιάξεις παστίτσιο! Ναι, ρε φίλε, παστίτσιο, γιατί δεν είμαστε και τίποτα ανίκανοι.
Είδες τα video σου, διάβασες την Αργυρώ, τον Πετρετζίκη κι όλους τους υποψήφιους σεφ κι έχεις πια προετοιμαστεί -κυρίως ψυχολογικά! Αφού έκανες όλη την κουζίνα άνω-κάτω, αφού διαπίστωσες ότι ο χώρος είναι μικρός, οι πάγκοι δε σου φτάνουν κι ανάθεμα την ώρα που αποφάσισες να φτιάξεις παστίτσιο και σου ξίνιζε μια απλή μακαρονάδα με σάλτσα, φτάνει η ιερή στιγμή να βάλεις το ταψί στο φούρνο.
Πιάνεις το τηλέφωνο να μοιραστείς τη χαρά σου με τη μαμά, την αδερφή και φτάνεις στη φίλη! Ξεκινάει η συζήτηση για το παστίτσιο, περνάει στον καφέ που έχετε εβδομάδες να πιείτε –έχετε χαθεί αφού είναι μαμά τώρα πια– και τελικά φτάνεις να ‘χεις πάρει το κινητό και να της διαβάζεις τα μηνύματα που σου έστειλε χθες βράδυ ο καλός σου, για να σου πει πόσο του λείπεις και πόσο σε θέλει. Αυτές οι συζητήσεις με την κολλητή είναι τα ωραιότερα τηλεφωνήματα και δεν τ’ αλλάζεις με τίποτα.
Αφού, λοιπόν, τα ‘χετε πει όλα, σου πετάει το φοβερό: «ρε συ, το παστίτσιο το είδες καθόλου ή μιλάμε και ξεχάστηκες;». Πετάς στον αέρα το τηλέφωνο, μπαίνεις στην κουζίνα, ανοίγεις τον φούρνο και τι να δεις; Ένα παστίτσιο κάρβουνο. Ε όχι, ρε φίλε, δε γίνονται αυτά. Άντε πάλι σουβλάκια απ’ τη γωνία.
Δεν το βάζεις κάτω, όμως. Λες «έτυχε»! Ναι, τυχαίνουν κι αυτά. Η κολλητή στο τηλέφωνο να σε παρηγορεί κι αποφασίζετε ότι θα έρθει αύριο βόλτα με τη μικρή της να φτιάξετε μαζί κοτόπουλο στο φούρνο με πατάτες. Πόση χαρά, ήδη ξέχασες το καμένο φαγητό, φτάνει η επόμενη μέρα κι έρχεται. Παρέα στην κουζίνα, η μικρή να παίζει με τις κατσαρόλες, βάζετε το φαγητό στο φούρνο και ξεκινάτε το παιχνίδι, εσύ, η κολλητή κι η κόρη. Τι κρυφτό, τι καραόκε, γέλια, χαρές και φτάνει η ώρα να μπεις στην κουζίνα. Τα κατάφερες πάλι! Καθόλου νερό στο ταψί, κάτι πατάτες κολλημένες και κατάμαυρες κι ένα μαύρο πράγμα, που ο θεός να το κάνει κοτόπουλο.
Πόσα τέτοια σκηνικά ακόμα, σ’ όλα αυτά τα χρόνια ένα θα σου πω: ελάχιστες οι φορές που κατάφερα να βγω απ’ την κουζίνα με φαγητό που να ‘χει φυσιολογικό χρώμα. Δεν υπάρχει γιατρειά νομίζω. Κι αφού άφησα τις προσπάθειες για μουσακά, λαχανοντολμάδες, γεμιστά, είπα να πάω στα πιο απλά, έως απλούστατα. Είπα να μην το βάλω κάτω και να ξεκινήσω πάλι από τα εύκολα. Πήρα έτοιμο φαγητό απ’ το σούπερ μάρκετ, που θέλει απλό ζέσταμα. Κυριλέ στο ταπεράκι. Ρωτάω και την υπάλληλο για σιγουριά: «τι πρέπει να κάνω;». Τίποτα μου λέει, το ζεσταίνετε απλά. Ε, θα στο πω κι αυτό, αντί να το βάλω στο μικροκυμάτων, το έβαλα σε κανονικό φούρνο με αποτέλεσμα να λιώσει το τάπερ.
Το αποδέχτηκα, τελικά. Το μαγείρεμα δεν είναι στις προτεραιότητές μου. Υπάρχετε εσείς που είστε οι μάστερ σεφ κι υπάρχουμε κι εμείς που διαρκώς καίμε το φαγητό, όχι μια και δυο, αλλά μια και δυο την εβδομάδα. Μας αγαπάτε, όμως, γιατί σίγουρα έχουμε άλλα χαρίσματα.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη