Η μητρότητα είναι μία απ’ τις πιο όμορφες και ταυτόχρονα δύσκολες εκφάνσεις στη ζωή μιας γυναίκας. Αυτό το ξέρουν ήδη όσες είναι μητέρες, και το υποψιάζονται όσες επιθυμούν (ή όχι) να γίνουν. Ένα απ’ τα βασικότερα περί μητρότητας είναι ότι δεν υπάρχουν και πολλά που να μπορείς να προγραμματίσεις όντως. Πρωταγωνιστικό ρόλο έχει πάντα ο αστάθμητος παράγοντας.
Μία απ’ τις κλασικότερες προκλήσεις, αντικείμενο ταμπού και συζητήσεων, είναι ο θηλασμός. Το μητρικό γάλα αποτελεί την καλύτερη τροφή για τα βρέφη και την ασπίδα τους απέναντι σε πολλές ιώσεις και αλλεργίες, πέρα όμως απ’ τις σωματικές ευεργητικές ιδιότητες, συσφίγγει και το δεσμό μεταξύ μητέρας και βρέφους. Σύμφωνα με τις συστάσεις του ΠΟΕ, όταν το έμβρυο γεννηθεί θα πρέπει να θηλάσει εντός μιας ώρα κι ο θηλασμός συστήνεται από 6 τουλάχιστον μήνες, έως και 2 ετών – κι έως και περισσότερο. Όλα αυτά λίγο πολύ είναι γνωστά καθώς συζητώνται συχνά τόσο στους τηλεοπτικούς δέκτες, όσο και στα σόσιαλ αλλά ακόμα κι ανάμεσα απλώς σε παρέες νέων (και wannabe) γονέων.
Δεν είναι και λίγες οι φορές που οι αναλύσεις περί θηλασμού δημιουργούν εντάσεις, έριδες κι αντιπαραθέσεις, καθώς αποτελεί απ’ τη μια θέμα εξαιρετικό ευαίσθητο κι απ’ την άλλη θέμα για το οποίο εκφράζονται ακραίες απόψεις – ορισμένες απ’ αυτές και προσβλητικές.
Για αρχή θεωρούμε δεδομένο ότι όλες οι μητέρες επιθυμούν όσο τίποτα να μεγαλώσουν υγιή κι ευτυχισμένα παιδιά και να τους προσφέρουν όσα περισσότερα μπορούν. Το γεγονός ότι ανάμεσα σ’ αυτές υπάρχουν και μητέρες που δεν μπόρεσαν να θηλάσουν για τον Χ,Ψ λόγο ή ακόμη και μητέρες που δε θέλησαν να το κάνουν, δεν τις κάνει ούτε λιγότερο καλές μητέρες, ούτε λιγότερο γυναίκες.
Κάθε γυναίκα έχει ένα σώμα. Αυτό το σώμα το γνωρίζει η ίδια καλύτερα απ’ τον καθένα. Τα όρια του, τις αντοχές και τις εξουθενώσεις του. Είναι η μόνη υπέυθυνη του τι θα πράξει με το σώμα της κι η μόνη υπεύθυνη της φροντίδας του παιδιού της. Η γνώμη όλων των υπόλοιπων τριγύρω, καλό είναι να λείπει, καθώς περιττεύει.
Ποιοι είμαστε εμείς που θα σηκώσουμε το δάκτυλο να ενοχοποιήσουμε μια μητέρα για το αν θήλασε ή όχι; Ποιος μας όρισε κριτή και σύμβουλο στις ζωές των άλλων; Κι από πού κι ως πού να ωθούμε μια γυναίκα στην ανάγκη άμεσα -ή έμμεσα- να απολογείται για τις επιλογές της;
O θηλασμός είναι σπουδαίος ναι. Σπουδαίος τόσο για τη γυναίκα όσο και για το παιδί της. Δεν είναι όμως απλώς μια κυριακάτικη βόλτα στο πάρκο. Έχει τις δυσκόλιες του και τα προβλήματά του, προβλήματα απ’ τα οποία κάποιες ξεμπερδεύουν και βρίσκουν λύσεις και κάποιες όχι. Απ’ τα καθημερινά που αφορούν τις ώρες εργασίες και το διαρκές άγχος να προλάβεις να είσαι σπίτι τρέχοντας την ώρα ακριβώς που το παιδί θα πεινάσει έως πράγματα εντελώς πρακτικά και χειροπιαστά που σχετίζονται άμεσα με το θηλασμό: Έστω ότι μια γυναίκα έχει μικρές θηλές (ή ακόμη κι οριακά ανύπαρκτες), έστω ότι έχει εξαιρετικά μικρή ροή γάλακτος ή ότι το στήθος της πρήζεται και ματώνει. Αν όλα αυτά φαίνονται αμελητέα, στους έξω παρατηρητές, σας πληροφορούμε ότι δεν είναι καθόλου.
Υπάρχει μια σκηνή που μ’ είχε ταρακουνήσει. Ήταν όταν είδα μια λεχώνα σε ένα παιχνιδάδικο να κλαίει και να μιλάει στο τηλέφωνο, μάλλον με μια φίλη της, επειδή δεν μπορούσε λόγω ενός θέματος υγείας να θηλάσει. Κρυφάκουσα λίγη απ’ τη συζήτησή τους. Απ’ τη μια ο γιατρός που τη διαβεβαίωνε ότι μια χαρά θα αναπτυχθεί το παιδί με το γάλα που πωλείται σε φαρμακεία και σούπερ μάρκετ κι απ’ την άλλη οι ενοχές που την έκαναν να νιώθει ανεπαρκής, λίγη, σχεδόν μισή μαμά. Δεν ήξερε κι η ίδια αν αυτές οι ενοχές ήταν δικές της ή της τις φορτώσανε.
Σκεφτείτε λίγο πόσες αδιάκριτες ερωτήσεις δέχεται μια γυναίκα στην πορεία της ζωής της, ερωτήσεις που αφορούν τη γονιμότητά της, το αναπαραγωγικό της σύστημα, τον τρόπο που θα μεγαλώσει τα παιδιά της, αν θέλει να κάνει παιδιά ή όχι.
Απ’ τα “σκέφτεστε να κάνετε κανένα παιδάκι;” ως τα “γιατί δεν πας να καταψύξεις τα ωάριά σου;” ή τα “είναι τώρα σωστά πράγματα, μια γυναίκα μόνη να καταψύχει τα ωάρια της” και τα “πόσο καιρό θήλασες;” “γέννησες με καισαρική ή φυσιολογικά”, “πότε θα κάνετε ένα δεύτερο παιδάκι;”, είναι όλες τους ερωτήσεις που η μοναδική απάντηση που επιδέχονται είναι “κοίτα τη δουλειά σου!”
Η μητρότητα δεν είναι διαγωνισμός, να αποδείξουμε ποια είναι η καλύτερη μάνα. Η μητρότητα θα πει: “Κάνω ό,τι μπορώ καλύτερο με τα μέσα, τις αντοχές και την αγάπη που διαθέτω”.
Όπως άλλωστε είπε κι η Χάριετ Μπίτσερ Στόου «Οι περισσότερες μητέρες είναι φιλόσοφοι από ένστικτο».
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Κεχαγιά