Δεν έχει σημασία πώς γνωριστήκατε. Μέσω tinder, Facebook, κοινών γνωστών· οι επιθυμίες του κάθε ανθρώπου δεν έχουν σχέση με τις εκάστοτε συγκυρίες. Γιατί ο καθένας μέσα του γνωρίζει τι θέλει, άσχετα με το αν αποφασίζει να το ψάξει στα μπαρ, στους δρόμους ή μέσα από μια οθόνη κινητού.
Ξεκινάτε να μιλάτε κι ανθίζουν τα ροζ συννεφάκια γύρω σου. Κάτι σε γοητεύει, κάπως σου αρέσει και προσπαθείς να κόψεις κίνηση. Έχεις τα σημάδια απ’ την αρχή, είτε γιατί δε σου στέλνει κάθε μέρα είτε γιατί όταν είναι να βρεθείτε δε θέλει να βγαίνετε έξω. Νιώθεις άβολα μέσα σ’ όλο αυτό, το ήθελες αλλιώς, ήθελες κάτι πιο ολοκληρωμένο. Ο πρωταγωνιστής που διάλεξες, όμως, έχει άλλη άποψη.
Απ’ την πρώτη στιγμή εξέταζες την κάθε σου λέξη. Μάζευες τους ειδήμονες γνωμοδότες φίλους σου και σε κάθε δυσκολία σκεφτόσασταν κι αναλύατε τα δεδομένα ξανά και ξανά, μέχρι να καταλήξετε στην κατάλληλη ατάκα, στην πιο ελκυστική απάντηση. Σε κάθε μήνυμα ψάχνεις πίσω απ’ τις λέξεις, μήπως μπορείς να ερμηνεύσεις κάτι με διαφορετικό τρόπο, ίσως λίγο πιο βολικό προς εσένα. Έλα, όμως, που το πράγμα δε λειτουργεί έτσι, όταν ο άλλος ξέρει ακριβώς τι θέλει και τι ζητάει. Και κατά βάθος το γνωρίζεις κι εσύ. Το βλέπεις ή το νιώθεις. Γι’ αυτό αγχώνεσαι, γι’ αυτό δεν αφήνεσαι να είσαι ο εαυτός σου, γι’ αυτό ακριβώς προσπαθείς παραπάνω.
Οι άνθρωποι, απ’ την αρχή κάθε γνωριμίας, είναι ανοιχτά βιβλία στις προθέσεις τους. Άλλο αν εμείς το κάνουμε περίπλοκο. Αν σε γουστάρει θα σου στείλει εκείνο το μήνυμα. Αν σε δει και του αρέσεις, θα σε κοιτάξει πίσω ή θα σε πλησιάσει. Αν ψάχνεται για κάτι σοβαρό, θα σε αντιμετωπίσει ανάλογα. Δε θα σε αφήσει με την αμφιβολία. Θα καταβάλλει προσπάθεια για να σε κερδίσει κι αυτό θα το νιώσεις. Όποιος επιθυμεί, εκδηλώνεται και διεκδικεί, με τα χρόνια μόνο τα μέσα αλλάζουν κι άντε, να σου στείλει τη ροζ καρδούλα του facebook αντί να σου κάνει καντάδα.
Απ’ την άλλη, όμως, όταν δε θέλει κάτι σταθερό, τι γίνεται; Εδώ είναι που η πραγματικότητα μπλέκεται με τη φαντασία. Ίσως έχει να κάνει με την ανάγκη σου για δέσμευση ή το ότι σου προέκυψε λάθος το σενάριο να μπορείς να αντέξεις τις μισές καταστάσεις –και στη συνέχεια ζήτησες παραπάνω– ή είναι η άρνησή σου να δεχτείς την εκ πλαγίως απόρριψη. Διότι είναι μια μορφή απόρριψης όταν ο άλλος σε θέλει μόνο αραιά και πού και σε θυμάται κάνα μεθυσμένο βράδυ, αντί να σε θέλει κάθε ώρα και στιγμή.
Ως γνωστόν, λοιπόν, ναι, όταν σε φτύνουν, κολλάς, εσύ όμως παίξ’ το αλλιώς, όταν σε φτύνουν να φεύγεις. Δεν είναι δικό σου θέμα το τι θέλει ο άλλος, αν δε θες το ίδιο. Δεν υπάρχει κανένας λόγος να ανέχεσαι συμπεριφορές που σε πνίγουν. Δεν έχεις καμία ευθύνη που δε βλέπεις να επιδιώκει περισσότερη επικοινωνία και θέληση για να σε γνωρίσει ουσιαστικά, να δει το μέσα σου, να πληρώσει με πράξεις για όσο αντικειμενικά αξίζεις.
Το θέμα είναι του άλλου. Είναι η φάση του και δε θα την αλλάξει. Όταν σου λέει ότι δεν είναι για κάτι σοβαρό κι «ας ξεκινήσουμε χαλαρά και βλέπουμε», θυμήσου: ανοιχτό βιβλίο. Όταν λέει χαλαρό, εννοεί χαλαρό. Και το δεδομένο είναι ότι θα βολευτεί σε αυτό με το που θα συναινέσεις, όσο κι αν εσύ νιώθεις πως θα μπορείς να το αλλάξεις ύστερα.
Νομίζεις θα τα καταφέρεις να αλλάξεις σε κάποιον γνώμη, παλεύοντας να δώσεις άλλη σημασία στα λόγια του, να εντυπωσιάσεις, να είσαι η πιο τέλεια εκδοχή σου για να αποδείξεις ότι αξίζεις διαφορετική αντιμετώπιση. Φωνάζεις αθόρυβα για λίγη παραπάνω σημασία. Νιώθεις ότι το αξίζεις μετά από τόση προσπάθεια, αλλά είναι μάταιος κόπος.
Αν, λοιπόν, μπλέκεσαι σε μια τέτοια ιστοριούλα και δεν είναι αυτή η φάση σου, μη σπαταλάς άλλο το χρόνο σου. Φύγε. Μην αναλώνεσαι για κάποιον που απλά τον πλάθεις στη φαντασία σου, όπως εσύ τον θέλεις κάθε φορά. Γιατί όσο αφιερώνεσαι εκεί που δεν αξίζει, αυτός ο ιδανικός για εσένα βρίσκεται πράγματι κάπου εκεί έξω.
Μακριά απ’ ό,τι είναι λίγο για σένα, μην κάνεις σε κανένα το χατίρι. Γιατί να παλεύεις να αλλάξεις τη γνώμη κάποιου που δε σε εκτίμησε εξ αρχής; Φύγε και συνέχισε να ψάχνεις αυτό που αξίζεις, αυτή τη φορά, όμως, στον πραγματικό κόσμο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη