Αντικειμενικά κι εξομολογητικά μιλώντας, όλοι μας έχουμε δει άπειρες φορές ταινίες κι έχουμε κατεβάσει μουσική από παράνομα site, είτε για ευκολία κι αμεσότητα χρόνου είτε για την αποφυγή πληρωμής σε συνδρομητικά κανάλια ή video clubs. Παράλληλα, όλοι γνωρίζουμε πως αυτό είναι πειρατεία, μία διαδικασία νομικά μη αποδεκτή. Ωστόσο, λόγω του ότι δεν υφίσταται αυστηρός έλεγχος κι εξακολουθούν να λειτουργούν οι προαναφερθείσες ιστοσελίδες, εμείς συνεχίζουμε τη χρήση τους, μην έχοντας την παραμικρή ηθική αποθάρρυνση.

Βάσει αυτού, σε αυτό το άρθρο, θα αναφέρουμε τους βασικούς λόγους που θα έπρεπε να μην ενισχύουμε τη διαδικτυακή πειρατεία. Πρώτον, όλες οι συνδρομητικές ραδιοτηλεοπτικές υπηρεσίες κάθε χρόνο στερούνται εκατομμύρια ευρώ και συνεπώς αυτό έχει αντίκτυπο και στο Δημόσιο, εφόσον οι παραπάνω δεν αποδίδουν ΦΠΑ 24% αλλά ούτε και φόρο συνδρομητικής τηλεόρασης 10%. Μπορεί να μη μας κάνει καμία αίσθηση το ζήτημα όσον αφορά την έμμεση φοροδιαφυγή, λόγω του ότι η ελληνική ιδεολογία είναι καθαρά ατομικιστική, αλλά ακριβώς λόγω αυτής της βραχυπρόθεσμης αντίληψης η χώρα μας δεν πρόκειται ποτέ να ανορθωθεί οικονομικά.

Δεύτερον, στούντιο, σκηνοθέτες και παραγωγοί δέχονται επίσης οικονομικά χτυπήματα, αφού δε λαμβάνουν έσοδα απ’ τις διαφημίσεις των παράνομων ιστοσελίδων, καθώς αυτές που υπάρχουν δίνονται στην εκάστοτε χώρα του εξωτερικού όπου το κάθε site ανήκει. Με άλλα λόγια, για άλλη μια φορά ενισχύουμε τους ξένους και ξεχνάμε την ίδια μας τη χώρα, η οποία βρίσκεται σε ευάλωτη θέση και το κάθε λιθαράκι θα μπορούσε να ωφελήσει. Όλο αυτό προκαλεί επίσης τη συρρίκνωση της καλλιτεχνικής παραγωγής, με αποτέλεσμα πολλοί άνθρωποι να χάνουν τη δουλειά τους εξαιτίας μας. Εμείς που παραπονιόμαστε για την ανεργία, για την ανισότητα και την αδικία, εμείς οι ίδιοι είμαστε υπαίτιοι. Ειρωνικό κι όμως αληθινό.

Βάσει όλων των παραπάνω, ο πρόεδρος του Οργανισμού Πνευματικής Ιδιοκτησίας, Γιάννης Αντωνιάδης, το 2018 ύστερα απ’ την απόφαση της Επιτροπής για τη Διαδικτυακή Προσβολή της Πνευματικής Ιδιοκτησίας, η οποία απαίτησε την προσωρινή απενεργοποίηση του συστήματος όλων των πειρατικών site, μίλησε για την αύξουσα πειρατεία και την εκμετάλλευση τόσο των καλλιτεχνικών δικαιωμάτων όσο και τη φοροδιαφυγή που προκαλείται. Η επιτροπή έθεσε πρόστιμο μέχρι και 850 ευρώ σε περίπτωση που, μετά την προειδοποιητική απενεργοποίηση, δε συμμορφωθούν οι χρήστες καθώς και κάτοχοι των πειρατικών ιστοσελίδων. Φυσικά, δεν είναι δυνατός ο απόλυτος έλεγχος στην πειρατεία, και μόνο αν σταματούσε η χρήση της από εμάς θα έκλειναν όλες οι ιστοσελίδες κάποια στιγμή.

Ωστόσο, μετά την εισαγωγή του Netflix η πειρατεία μειώθηκε αρκετά, καθότι το συγκεκριμένο συνδρομητικό κανάλι βρήκε τεράστια απήχηση. Επομένως, μετά το 2018 υπάρχει μια κάθοδος στην παράνομη προβολή ταινιών. Επιπλέον, η εμφάνιση του Spotify γοήτευσε τους λάτρεις της μουσικής και μείωσε το παράνομο κατέβασμα τραγουδιών. Μπορεί να μη συγκινηθήκαμε ηθικά, αλλά να ασπαστήκαμε ένα ακόμα καπιταλιστικό promotion, ωστόσο το αποτέλεσμα είναι που μετράει.

Καλώς ή κακώς, το παράνομο κατέβασμα είναι κομμάτι της υποκουλτούρας μας και δεν μπορούμε εύκολα να το αποβάλλουμε και να δεχτούμε τη φιλοσοφία της συνδρομητικής διασκέδασης -ιδιαιτέρως μετά από τόσα χρόνια χρήσης του. Όπως είπε κι ο Χρήστος Μπεχτσής: «Η αλλαγή στη συνήθεια τόσων ετών στο παράνομο κατέβασμα ταινίας θέλει αλλαγή κουλτούρας κι αυτό απαιτεί εκπαίδευση στο σχολείο, στο σπίτι, στην κοινωνία γενικότερα.»

Με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, η πειρατεία μειώνεται και γενικά κοντρολάρεται περισσότερο από ό,τι παλιότερα, με αποτέλεσμα η ζημιά να μην είναι η ίδια. Αυτό που πρέπει όλοι να καταλάβουμε είναι πως η κοινωνία λειτουργεί συλλογικά κι όχι βάσει ατομικών συμφερόντων. Είναι απαραίτητη η ευαισθητοποίηση στο συγκεκριμένο θέμα, τόσο για τα πνευματικά δικαιώματα των καλλιτεχνών, οι οποίοι μας προσφέρουν διασκέδαση, όσο και για τους ανθρώπους την οπτικοακουστικής βιομηχανίας, που ζουν από αυτό.

Αν γινόμασταν λιγότερο ατομικιστές γενικότερα στη ζωή μας, πραγματικά ο κόσμος μας θα γινόταν λίγο καλύτερος. Το ερώτημα, βέβαια, πάντα μένει αναπάντητο. Μπορούμε να γίνουμε καλύτεροι;

 

Συντάκτης: Eύα Μπάκα
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη