Η νίκη είναι μια ιδέα, στο όνομα της οποίας ενώνονται ομάδες ανθρώπων και παλεύουν για έναν κοινό σκοπό. Για την επίτευξη αυτής της ιδέας μεσολαβούν διάφοροι παράγοντες κι όλα έχουν άμεση συσχέτιση με την ψυχολογία των αθλητών. Σύμφωνα με τον Weinberg, η ψυχική ή διανοητική ανθεκτικότητα είναι ο κρισιμότερος παράγοντας επιτυχίας στον αθλητισμό και περιλαμβάνει ικανότητες όπως αντοχή στην πίεση κι ανταγωνιστικότητα, αυτοπεποίθηση, καθορισμό στόχων, έλεγχο των συναισθημάτων, δέσμευση κι εστίαση στο αποτέλεσμα για απόδοση.
Ας γίνουμε, όμως, λίγο πιο συγκεκριμένοι. Ας επιλέξουμε ένα άθλημα όπως το βόλεϊ, που αποτελεί ξεκάθαρο παράδειγμα ισότητας καθώς οι αθλητές κινούνται γύρω απ’ το γήπεδο σαν ρολόι. Μιλώντας για τις ρίζες του αθλήματος, η πετοσφαίριση (όπως αποκαλείται στα ελληνικά) πρόκειται για μια επινόηση του Αμερικανού καθηγητή Γουίλιαμ Μόργκαν το 1895, ο οποίος θέλησε να δημιουργήσει ένα άθλημα εσωτερικού χώρου, χωρίς των κίνδυνο τραυματισμών.
Ας δημιουργήσουμε τώρα ένα υποθετικό σενάριο για να εντρυφήσουμε στην ψυχολογία των παιχτών και τις συναισθηματικές τους διακυμάνσεις. Οι αθλητές ετοιμάζονται για έναν σημαντικό αγώνα με ισχυρούς αντιπάλους κι έτσι προπονούνται με τις ώρες. Κατά τη διάρκεια των προπονήσεων, έρχονται αντιμέτωποι με τα όριά τους, ιδρώνουν στο όνομα της προαναφερθείσας ιδέας, τραυματίζονται, επικρίνονται και μένουν άυπνοι όντας αγχωμένοι για την «ημέρα της κρίσης», αναμένοντας το σημαντικό ματς.
Τον πιο βασικό ρόλο εκεί τον παίζει ο προπονητής, εφόσον είναι ο καβαλιέρος του χορού, ο μαέστρος της ορχήστρας, ο μέντοράς τους. Η αυτοπεποίθηση των αθλητών κρέμεται στην ουσία απ’ τα χέρια του, καθώς αν δεν πιστεύει ο ίδιος στην ομάδα, πώς θα πιστέψει εκείνη στις ικανότητές της; Ένας έμπειρος προπονητής οφείλει να γνωρίζει πως θα υπάρξουν στιγμές ξεσπάσματος, νευρικότητας κι αποσυντονισμού, ειδικά λίγο πριν τον αγώνα. Εκείνος, ως μέντορας, πρέπει να έχει την υπομονή και τη διπλωματία να εκτονώσει τέτοιου είδους εντάσεις και να δημιουργεί μια ομαλή συνεργασία κι ομόνοια μεταξύ των αθλητών.
Επιπρόσθετα, ακόμα και την ώρα του αγώνα, αν η ομάδα χάνει στα σετ, επομένως απομακρύνεται απ’ την κατάκτηση του επάθλου ή του τίτλου, ο προπονητής δεν πρέπει να απογοητεύεται ή μονάχα αυστηρά να επικρίνει, αλλά να συμβουλεύει και να εμψυχώνει. Εξάλλου, το παιχνίδι δεν έχει χαθεί ακόμα κι, ως γνωστόν, όλα μπορούν ν’ αλλάξουν ένα λεπτό πριν τη λήξη του αγώνα. Γοητευτικό, ε;
Ένα ακόμα πολύ βασικό στοιχείο για την ψυχολογία των παιχτών είναι να νιώθουν όλοι ισάξιοι μεταξύ τους, ανεξαρτήτως της θέσης τους στο άθλημα. Εξάλλου, είναι όλοι αλληλένδετοι, η ομάδα είναι σαν μια αλυσίδα, κι αν ένας κρίκος σπάσει, πολύ απλά δεν υπάρχει πια αλυσίδα. Η αρμονική κι ευχάριστη συνεργασία μεταξύ των αθλητών θα σημειωθεί ως αποτέλεσμα του αισθήματος ισότητας μεταξύ τους. Θα επικρατεί σεβασμός στις σχέσεις τους κι ο ένας θα ‘ναι συμπληρωματικό του άλλου.
Στο βόλεϊ, στόχος είναι να χτυπήσει η μπάλα στο γήπεδο των αντιπάλων. Καθότι, όμως, η κάθε ομάδα αποτελείται από έξι παίχτες, αυτό είναι αρκετά δύσκολο να επιτευχθεί. Συνεπώς, στο βόλεϊ (όπως και σε κάθε άλλο άθλημα) η χαρά της νίκης είναι το βραβείο κι η ανταμοιβή για τους σκληρούς αγώνες που έχουν προηγηθεί, καθώς και τα αγχωτικά λεπτά μέχρι τη λήξη του ματς.
Η νίκη είναι ο πρωταρχικός σκοπός, το κίνητρο, η ιδέα για την οποία όλοι οι αθλητές έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό. Όταν η ομάδα κερδίζει, πρόκειται για πρακτικό αλλά κυρίως ψυχολογικό θρίαμβο. Οι παίχτες αποκτούν επιβεβαίωση και δυνάμεις για τον επόμενο αγώνα, ανεβαίνει η αυτοπεποίθησή τους κι η όρεξη για νέες προσπάθειες κι υψηλότερους στόχους. Η νίκη δένει τους αθλητές μεταξύ τους, καθώς συνειδητοποιούν ότι ο σωστός συντονισμός κι η ομαδικότητα αποφέρει καρπούς! Η ήττα, όμως, τους πεισμώνει.
Θα μπορούσαμε να παραληρήσουμε έναν αγώνα βόλεϊ με ένα ρόλοι που κάνει τον κύκλο του και χτυπάει όταν φτάσει στη λήξη του. Οι παίχτες είναι οι δείκτες του ρολογιού κι ο προπονητής αυτός που το κουρδίζει για να λειτουργεί σωστά και με ακρίβεια. Είναι όλοι απαραίτητοι για να χτυπήσει «δώδεκα»!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη